Το γαλλικό σύστημα συντάξεων αποτέλεσε το μοντέλο για τη συγκρότηση του ελληνικού συστήματος συντάξεων στη μεταπολεμική περίοδο.
Αποτελείται από 42 Ταμεία συντάξεων, που καλύπτουν αντίστοιχες ομάδες του πληθυσμού. Αλλά, η Ελλάδα προηγείται σήμερα όσον αφορά στον εκσυγχρονισμό της δομής του συστήματος συντάξεων.
Στην Ελλάδα η κοινωνική ασφάλιση θεσμοθετήθηκε με τον Ν. 5733/1932 από την τελευταία κυβέρνηση Ελευθερίου Βενιζέλου. Προέβλεπε ότι τα υφιστάμενα 60 κλαδικά ταμεία θα συγχωνευτούν στο νέο ταμείο του ΙΚΑ.
Αλλά στη μεταπολεμική περίοδο δημιουργήθηκαν εκατοντάδες ασφαλιστικά ταμεία για τις διάφορες ομάδες του πληθυσμού, με προνόμια ανάλογα με το πολιτικό βάρος της κάθε ομάδας.
Οι ελληνικές κυβερνήσεις, στη μεταπολεμική περίοδο, «αντέγραφαν» τα πεπραγμένα του γαλλικού μοντέλου συντάξεων. Μάλιστα, το 2012 συστάθηκε το Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης, κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν του αντίστοιχου Γαλλικού Ταμείου. Δηλαδή, χωρίς την πρόβλεψη για δημιουργία κεφαλαιοποιητικών αποθεμάτων, κατά παγκόσμια αποκλειστικότητα.
Όμως, η παγκόσμια κρίση του 2008 υποχρέωσε την Ελλάδα να κάνει σειρά μεταρρυθμίσεων στο σύστημα συντάξεων, που η Γαλλία δεν έχει κάνει μέχρι σήμερα. Τα τρία Μνημόνια επικεντρώθηκαν από την αρχή στο σύστημα συντάξεων, διότι είχε ήδη ανακοινωθεί από το ΔΝΤ ότι το «αφανές χρέος» του συστήματος συντάξεων ξεπερνούσε το 700% του ΑΕΠ (το μεγαλύτερο στον αναπτυγμένο κόσμο).
Η Ελλάδα, η οποία είχε το πιο προβληματικό σύστημα συντάξεων στην Ευρώπη, υπέστη την μεγαλύτερη πτώχευση συστήματος συντάξεων στη μεταπολεμική περίοδο σε όλο τον αναπτυγμένο κόσμο. Μέσω των διαδοχικών Μνημονίων οι παροχές μειώθηκαν από 15% (για τους χαμηλοσυνταξιούχους) μέχρι 60% (για τους υψηλοσυνταξιούχους).
Η πιο ενδιαφέρουσα μεταρρύθμιση στο σύστημα συντάξεων έγινε το 2016, με την δημιουργία του Ενιαίου Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ), στον οποίο συγχωνεύτηκαν όλα τα ταμεία συντάξεων. Αυτή ήταν η κύρια πρόταση της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων για το Ασφαλιστικό του 2015.
Δύο πρόσθετες προτάσεις της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων ήταν οι εξής:
(α) δημιουργία κεφαλαιοποιητικού συστήματος Επικουρικής ασφάλισης, και (β) η εφαρμογή κοινών κανόνων σε παλιές και νέες συντάξεις.
Η πρώτη πρόταση απορρίφτηκε από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, λόγω ιδεοληψιών σε σχέση με τα κεφαλαιοποιητικά συστήματα. Η υλοποίηση της δεύτερης πρότασης βασιζόταν στα ηλεκτρονικά συστήματα του ΙΚΑ (το μόνο Ταμείο που διέθετε τέτοια συστήματα) καθώς και στα έμπειρα στελέχη του ΙΚΑ που είχαν ήδη υλοποιήσει δεκάδες συγχωνεύσεις ταμείων στο παρελθόν.
Αντ’ αυτού, επελέγη η διατήρηση των νομικών καθεστώτων των συγχωνευμένων ταμείων, η αποστράτευση των έμπειρων στελεχών του ΙΚΑ και η ανάθεση επιτελικών καθηκόντων σε στελέχη των λοιπών ταμείων. Με αποτέλεσμα, ένα πρόβλημα που θα μπορούσε να λυθεί σε έξι μήνες να έχει ήδη καθυστερήσει έξι χρόνια, και οι νέοι συνταξιούχοι να αναμένουν 2-3 χρόνια για να λάβουν την σύνταξή τους.
Με το Τρίτο Μνημόνιο, η Ελλάδα προσέγγισε στην οριστική επίλυση του ασφαλιστικού προβλήματος. Οι δύο καίριες ρυθμίσεις ήταν για την προσωπική διαφορά και την αύξηση του αφορολόγητου ορίου. Στο πλαίσιο αυτό, παρουσιάστηκε η πρόταση του Πανεπιστημίου Πειραιώς (Νεκτάριος, Τήνιος, 2018), η υλοποίηση της οποίας θα οδηγούσε στην μεγαλύτερη ασφαλιστική μεταρρύθμιση στην Ευρώπη στη τελευταία 20ετία, και θα είχε τα εξής αποτελέσματα:
- (α) δημιουργία νέου συστήματος συντάξεων για τις νέες γενιές,
- (β) διατήρηση των παροχών στα υφιστάμενα επίπεδα για τους σημερινούς συνταξιούχους,
- (γ) μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά 30%, και
- (δ) μηδενισμό της κρατικής χρηματοδότησης μετά το έτος 2045.
Δυστυχώς, η τότε κυβέρνηση ανέτρεψε την εφαρμογή των ρυθμίσεων που είχε ήδη ψηφίσει. Οπότε, το ασφαλιστικό θα ανοίξει πάλι το 2032, με την λήξη της περιόδου χάριτος στην εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους της χώρας.
Στη Γαλλία, τους τελευταίους μήνες έχουν αναπτυχθεί έντονες κοινωνικές αντιδράσεις ενόψει των προτεινόμενων ασφαλιστικών μεταρρυθμίσεων. Οι πρόσφατες λαϊκές κινητοποιήσεις δεν είναι μοναδικές. Το ίδιο έγινε το 1995, όταν οι κινητοποιήσεις ανάγκασαν την κυβέρνηση σε αναδίπλωση σχετικά με την προσπάθεια ανασυγκρότησης των Ταμείων συντάξεων του Δημόσιου τομέα. Το 2010 οι αντιδράσεις αφορούσαν στην αύξηση της ηλικίας συνταξιοδότησης στα 62 έτη. Το 2014 νέες αντιδράσεις των πολιτών απέτρεψαν νέες μεταρρυθμίσεις.
Στην πρώτη θητεία του προέδρου Μακρόν έγινε μια συστηματική προσπάθεια για την δημιουργία ενός ενιαίου συστήματος συντάξεων, με την σταδιακή εναρμόνιση των προϋποθέσεων ασφάλισης και λήψης των παροχών και για τα 42 Ταμεία συντάξεων. Όπως είπε ο πρόεδρος Μακρόν: «Η πληρωμή ασφαλιστικής εισφοράς ενός ευρώ θα απέφερε την ίδια παροχή για όλους τους ασφαλισμένους, άσχετα από το Ταμείο». Με το ξέσπασμα της Πανδημίας του Covid-19, ο σχεδιασμός αυτός εγκαταλείφθηκε.
Στην αρχή της δεύτερης θητείας του Μακρόν, η μεταρρύθμιση του συστήματος συντάξεων περιορίστηκε, κυρίως, στην αύξηση της ηλικίας πρόωρης συνταξιοδότησης από τα 62 στα 64 έτη. Το 70% των πολιτών αντιδρά στη ρύθμιση αυτή και γενικευμένες κινητοποιήσεις λαμβάνουν χώρα επί μήνες σε όλη την Γαλλία.
Η Γαλλία έχει τις τρίτες μεγαλύτερες δαπάνες συντάξεων στην Ευρώπη (14% του ΑΕΠ), με πρώτη την Ελλάδα (17%) και δεύτερη την Ιταλία. Συγκριτικά, η Γερμανία έχει 10%, οι ΗΠΑ 7%, και η Μ. Βρετανία 6%.
Επίσης, η Γαλλία έχει τον μεγαλύτερο αριθμό συνταξιούχων κάτω των 65 ετών στην Ευρώπη. Το σχετικό ποσοστό είναι 42% στη Γαλλία, 14% στη Γερμανία, και 26% ο μέσος όρος στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η Ελλάδα βρίσκεται στον ευρωπαϊκό μέσο όρο, με περίπου 500.000 συνταξιούχους κάτω των 65 ετών, που λαμβάνουν ετησίως συντάξεις που ανέρχονται σε 6 δισεκατομμύρια ευρώ.
Στο πλαίσιο αυτό, η πρόταση της γαλλικής κυβέρνησης είναι να αυξηθεί σταδιακά η ηλικία πρόωρης συνταξιοδότησης από τα 62 έτη στα 64 έτη μέχρι το 2030, ενώ θα παραμείνει η ηλικία των 67 ετών για την λήψη πλήρους σύνταξης, άσχετα από τα χρόνια ασφάλισης.
Οι αναλογιστικές εκτιμήσεις δείχνουν ότι εάν δεν γίνει η προτεινόμενη αλλαγή, τότε το σύστημα συντάξεων θα παρουσιάσει ετήσιο έλλειμμα 14 δισεκατομμυρίων ευρώ μετά το 2030, σε σύνολο ετησίων παροχών 340 δισεκατομμυρίων ευρώ. Αλλά, ο πρόεδρος Μακρόν έχει συνδέσει την επίτευξη του στόχου αυτού με την δημοσιονομική πολιτική για πρωτογενή ελλείμματα κάτω του 3% μετά το 2023. Ενώ η δεξιά αντιπολίτευση (Λεπέν) και η αριστερά (Μελανσόν) έχουν από κοινού ζητήσει την μείωση της ηλικίας συνταξιοδότησης στα 60 έτη.
Έχει ενδιαφέρον το γεγονός ότι, ακόμα και μετά τις προαναφερόμενες αλλαγές στην Ελλάδα, η κρατική χρηματοδότηση των συντάξεων ανέρχεται σε 17-19 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως. Και αυτό δεν απασχολεί την δημοσιονομική πολιτική, ενώ ένα ετήσιο έλλειμμα 14 δισεκατομμυρίων ευρώ στη Γαλλία, με δεκαπλάσιο ΑΕΠ σε σχέση με την Ελλάδα, θεωρήθηκε μη αποδεκτό για την μακροχρόνια δημοσιονομική ισορροπία της χώρας.
Το συμπέρασμα από την παραπάνω ανάλυση είναι ότι η Γαλλία είναι ο αντιπροσωπευτικός τύπος χώρας του «μεσογειακού μοντέλου» στο σύστημα συντάξεων, το οποίο χαρακτηρίζεται από την πολυδιάσπαση των φορέων ασφάλισης, τις γενναιόδωρες παροχές και τις ευνοϊκές ρυθμίσεις για συγκεκριμένες ομάδες του πληθυσμού.
Η Γαλλία, μαζί με την Ελλάδα και την Ιταλία δεν έκαναν τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις εγκαίρως, στην δεκαετία του 1990, και τώρα διαπιστώνουν ότι είναι πλέον πολύ αργά για να ξεπεραστούν οι λαϊκές αντιδράσεις. Και στις τρεις χώρες δεν επετεύχθη εγκαίρως μια διακομματική συναίνεση, σε αντίθεση με τις περισσότερες αναπτυγμένες χώρες.
- Ο κ. Μιλτιάδης Νεκτάριος είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς