Αμερικανοί διπλωμάτες που υπηρέτησαν στην Αθήνα στην πρεσβεία, μετατράπηκαν μέσα στον χρόνο από παράγοντες πολιτικής αποσταθεροποίησης, σε δίαυλο επικοινωνίας με τον εκάστοτε ένοικο του Λευκού Οίκου.
Το iefimerida κάνει μια ιστορική αναδρομή στις χαρακτηριστικότερες περιπτώσεις αμερικανών πρέσβεων που βρέθηκαν στη χώρα μας από τον Ψυχρό Πόλεμο μέχρι σήμερα.
Η ανορθόδοξη επιλογή της Κίμπερλι Γκίλφοϊλ από τον Ντόναλντ Τραμπ για τη θέση της πρέσβεως των ΗΠΑ στην Αθήνα που αρχικά προκάλεσε προβληματισμό στην ελληνική διπλωματία , έφερε ξανά στη μνήμη πολλών το ρόλο που διαδραμάτισαν ιστορικά οι αμερικανοί πρέσβεις που υπηρέτησαν στη χώρα στα ελληνικά πολιτικά πράγματα.
Ένας ρόλος που δεν ήταν πάντα διαφανής και παραγωγικός, καθώς η δράση πολλών εξ αυτών υπήρξε ιδιαίτερα παρεμβατική στα εσωτερικά πολιτικά πράγματα και σημαδεύτηκε από τις πιο σκοτεινές περιόδους της ελληνικής ιστορίας. Τα τελευταία χρόνια βέβαια παρατηρείται μια διαφορετική προσέγγιση στις ελληνοαμερικανικές σχέσεις με τους διπλωμάτες των ΗΠΑ στη χώρα να διαδραματίζουν κομβικό ρόλο στην εμβάθυνση της στρατηγικής μας συνεργασίας.
Η περίπτωση Πιουριφόι
Αναμφίβολα η σημαντικότερη περίπτωση αμερικανού πρέσβη που προσδιόρισε όσο κανένας άλλος την παρεμβατική πολιτική των ΗΠΑ στα εσωτερικά της χώρας την ψυχροπολεμική περίοδο ήταν αυτή του έμπειρου διπλωμάτη Τζον Πιουριφόι (1907-1955) ο οποίος υπηρέτησε ως Αμερικανός πρέσβης στην Ελλάδα από το 1950 έως το 1953. Έμεινε γνωστός για την ενεργή του ανάμειξη στις εσωτερικές υποθέσεις της χώρας, προωθώντας τις διώξεις κατά των κομμουνιστών και ενισχύοντας την κεντροδεξιά κυβέρνηση Παπάγου.
Η πολιτική του προσέγγιση και οι μέθοδοί του δημιούργησαν αρνητική φήμη στην Ελλάδα, με αποτέλεσμα ο όρος «Πιουριφόι» να χρησιμοποιείται για να περιγράψει ξένους που παρεμβαίνουν στις πολιτικές υποθέσεις μιας χώρας. Ενδεικτική της φυσιογνωμίας της πολιτικής του ήταν η κριτική που του ασκήθηκε από τον Τύπο της εποχής όταν πήγε να επισκεφτεί την τότε Βασιλική Οικογένεια στο Τατόι, φορώντας απλά ένα κοντομάνικο πουκαμισάκι. Μάλιστα τότε είχε γραφτεί πως το συγκεκριμένο επεισόδιο που απαθανάτισε ο φωτογραφικός φακός δεν ήταν τίποτα άλλο από μια επίδειξη δύναμης του έμπειρου διπλωμάτη που ήθελε να δείξει στον ελληνικό λαό πως δεν υπολογίζει ούτε τον συνταγματικά ανώτατο άρχοντα της χώρας.
Φήμες ακόμη ήθελαν τον δαιμόνιο Πιουριφόι να εκμεταλλεύεται την ευκολοπιστία του Πλαστήρα στις προβλέψεις των καφετζούδων, για πολιτικούς λόγους. Η ιστορία έχει ως εξής: οι Αμερικανοί θέλουν να πείσουν τον τότε πρωθυπουργό Πλαστήρα να εφαρμόσει το πλειοψηφικό εκλογικό σύστημα στις επόμενες εκλογές, έτσι ώστε να ενισχυθεί ο αντίπαλος του Στρατάρχης Αλέξανδρος Πλαστήρας.
Ο Πιουριφόι ήξερε, πάντα σύμφωνα με φήμες της εποχής, ότι ο Πλαστήρας επηρεαζόταν από τα μαγιολίκια των καφετζούδων. Έτσι, έβαλε μια γνωστή καφετζού της Αθήνας να πείσει τον Πλαστήρα πως ο μόνος τρόπος για να δημιουργήσει και πάλι κυβέρνηση ήταν να εφαρμόσει πλειοψηφικό σύστημα, όπερ και εγένετο, με τον Αλέξανδρο Παπάγο να κερδίζει πανηγυρικά τις εκλογές και να εγκαθιδρύει ένα πολύχρονο φιλοαμερικανικό καθεστώς.
Ο Χένρι Τάσκα και ο σκοτεινός του ρόλος στη Χούντα
Μια άλλη αμφιλεγόμενη και παρασκηνιακή προσωπικότητα που υπηρέτησε ως πρέσβης των ΗΠΑ στην Αθήνα κατά την περίοδο της δικτατορίας δεν ήταν άλλος από τον αμερικανό διπλωμάτη καριέρας Χένρι Τάσκα.
Η καριέρα του σε μεγάλο βαθμό επισκιάστηκε από την σχέση του με την χούντα, καθώς υποστήριξε το καθεστώς των Συνταγματαρχών, ενώ σε ο,τι αφορά την Κύπρο ο ρόλος του παραμένει αμφιλεγόμενος. Κάποιοι υποστηρίζουν πως είχε αντιπαραθέσεις με τον Χένρι Κίσινγκερ, ειδικά για την Κύπρο , ζητώντας την παρέμβαση του έκτου στόλου για να αποφευχθεί η Τουρκική εισβολή. Από την άλλη οι επικριτές του υποστηρίζουν πως δεν κατάφερε να πείσει τον αμερικανό Υπουργό Εξωτερικών της εποχής Χένρι Κίσινγκερ για την επικείμενη τουρκική απειλή και την αναγκαιότητα να ανατραπεί ο δικτάτορας Ιωαννίδης. Μάλιστα ο Κίσινγκερ είχε απαντήσει τότε στις αιτιάσεις του Τάσκα για αλλαγή του καθεστώτος Ιωαννίδη με το εξής μήνυμα:
«Σέβομαι τις εκτιμήσεις σας γύρω από τη λεπτή κατάσταση στην Ελλάδα και τη δική μας θέση μετά το πραξικόπημα της 25ης Νοεμβρίου. Είμαι παρ’ όλα αυτά αντίθετος στην άποψη ότι πρέπει να λέμε σε άλλες χώρες πώς να χειρίζονται τις δικές τους υποθέσεις και η στάση μας θα πρέπει να αντικατοπτρίζει αυτή τη θέση»
Μετά την αποχώρησή του από την ενεργό δράση ο Τάσκα σχεδίαζε να δημοσιεύσει ένα βιβλίο που θα αποκάλυπτε αμερικανικές παρεμβάσεις στην ελληνική πολιτική. Πέθανε σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα στη Λωζάννη, γεγονός που αναζωπύρωσε τις φήμες για πιθανή δολοφονία του.
Η εποχή Πάιατ
Εάν ένας άνθρωπος ενσαρκώνει σε μεγάλο βαθμό την στρατηγική εμβάθυνση των δύο χωρών αυτός δεν είναι άλλος από τον Τζέφρι Πάιατ που υπηρέτησε ως πρέσβης των Ηνωμένων Πολιτειών στην Ελλάδα από το 2016 έως το 2022. Έχει επίσης διατελέσει πρέσβης στην Ουκρανία και είναι νυν Υφυπουργός Εξωτερικών υπεύθυνος για την ενεργειακή πολιτική.
Ο Πάιατ έχει πλούσια εμπειρία σε διπλωματικές θέσεις στην Ασία, Ευρώπη και Κεντρική Αμερική. Είναι γνωστός γιατί κατάφερε να εδραιώσει την ελληνοαμερικανική συνεργασία, δημιουργώντας τις βάσεις σε Στεφανοβίκειο και Αλεξανδρούπολη, ενώ παράλληλα αναχαίτισε την ρωσική επιρροή στη Βόρεια Ελλάδα και τα μοναστήρια του Αγίου Όρους. Ακόμη εκτός από την Ελλάδα είχε ενεργή συμμετοχή και σε άλλα κρίσιμα γεγονότα, όπως η Ουκρανική επανάσταση το 2014.
Αξίζει ακόμη να σημειωθεί πως ο Πάιατ έπαιξε έντονο παρασκηνιακό ρόλο στην Ουκρανική περίπτωση, καθώς επηρέασε καθοριστικά τις πολιτικές εξελίξεις στην χώρα, κατά τη διάρκεια της θητείας του ως πρέσβης εκεί (2013-2016). Συμμετείχε μάλιστα ενεργά στις διαβουλεύσεις και τις διαδηλώσεις για την ανατροπή του προεδρικού καθεστώτος του Βίκτορ Γιανουκόβιτς, προτείνοντας την υποστήριξη συγκεκριμένων πολιτικών ηγετών της αντιπολίτευσης, όπως ο Αρσένι Γιάτσενιουκ.
Μάλιστα στην ιστορία έχει μείνει μια υποκλαπείσα συνομιλία που διέρρευσε από την ρωσική πλευρά μεταξύ της Βικτόρια Νούλαντ, Υφυπουργού Εξωτερικών, και του Τζέφρι Πάιατ, που αποκάλυπτε την απογοήτευση των ΗΠΑ για την Ευρωπαϊκή Ένωση σχετικά με την Ουκρανία. Η Νούλαντ χρησιμοποίησε τη φράση « Γ@@@@ την ΕΕ», εκφράζοντας την άποψη ότι οι ευρωπαϊκές χώρες δεν ενεργούσαν επαρκώς στην κρίση της Ουκρανίας. Οι δύο αξιωματούχοι στην επίμαχη συνομιλία συζητούσαν τις στρατηγικές που έπρεπε να ακολουθήσουν για την υποστήριξη της ουκρανικής αντιπολίτευσης και τη σύνθεση της μελλοντικής κυβέρνησης, αναδεικνύοντας τις διαφορές μεταξύ ΗΠΑ και ΕΕ στην εξωτερική πολιτική.
Η περίπτωση Τσούνη
Στις όποιες ενστάσεις που προβλήθηκαν από κύκλους του ελληνικού ΥΠΕΞ, που δεν καλοείδαν το πρόσωπο της Κίμπερλι Γκίλφοϊλ για νέα πρέσβειρα των ΗΠΑ, οι υποστηρικτές της προτάσσουν την περίπτωση του Τζορτζ Τσούνη, ο οποίος επίσης δεν ήταν μάχιμος διπλωμάτης, αλλά διορισμένος από τον πρόεδρο Μπάιντεν, χωρίς αυτό να αποτελέσει τροχοπέδη στη συνεργασία του με το ελληνικό ΥΠΕΞ. Ποιος ήταν όμως ο Τζορτζ Τσούνης που βοήθησε και αυτός στην ελληνοαμερικανική προσέγγιση και πώς βρέθηκε πρέσβης στην Ελλάδα;
Ο Τζορτζ Τσούνης έγινε πρέσβης των ΗΠΑ στην Ελλάδα μετά από πρόταση του προέδρου Τζο Μπάιντεν στις 8 Οκτωβρίου 2021. Η υποψηφιότητά του εγκρίθηκε από τη Γερουσία των ΗΠΑ στις 10 Μαρτίου 2022, ενώ ανέλαβε τα καθήκοντά του στις 10 Μαΐου 2022, διαδεχόμενος τον Τζέφρι Πάιατ. Ο Τσούνης, που έχει ισχυρούς δεσμούς με την Ελλάδα λόγω της ελληνικής καταγωγής του, είχε προηγουμένως προταθεί για πρέσβης στη Νορβηγία το 2013, αλλά η υποψηφιότητά του αποσύρθηκε το 2014. Η υποψηφιότητα του στη Νορβηγία επηρεάστηκε αρνητικά από επαναλαμβανόμενα ατοπήματα κατά τη διάρκεια της ακρόασης στην Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων της Γερουσίας. Συγκεκριμένα, μπέρδεψε τον πρόεδρο της Νορβηγίας με τον πρωθυπουργό και χαρακτήρισε ένα από τα μεγάλα πολιτικά κόμματα «περιθωριακό στοιχείο». Αυτά τα λάθη προκάλεσαν αντιδράσεις και οδήγησαν στην απόσυρση της υποψηφιότητάς του το 2014. Ωστόσο, φάνηκε να έχει μάθει από τις εμπειρίες αυτές, κάτι που συνέβαλε στην επιτυχία της επόμενης ακρόασης της υποψηφιότητάς του για την Ελλάδα
Η υποψηφιότητα του Τζορτζ Τσούνη για πρέσβης των ΗΠΑ στην Ελλάδα επηρεάστηκε θετικά από τη στήριξη του Ρόμπερτ Μενέντεζ, προεδρεύοντα της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας. Ο Μενέντεζ είχε αναπτύξει στενή φιλία με τον Τσούνη και εκτίμησε τη δέσμευσή του σε ζητήματα που αφορούν τον Ελληνισμό. Αυτή η υποστήριξη ήταν καθοριστική για την προώθηση της υποψηφιότητάς του, καθώς ο Μενέντεζ θεωρείτο εκείνη την περίοδο άνθρωπος-κλειδί για την έγκριση τέτοιων διορισμών από τη Γερουσία.