Ο ανασχηματισμός προφανώς δεν θα αλλάξει τον ρου της Ιστορίας, ούτε πρόκειται να επηρεάσει καθοριστικά την εικόνα της κυβέρνησης στην κοινή γνώμη.
Αλλά ούτε και η αποτίμησή του από τα κόμματα της αντιπολίτευσης θα καθορίσει τις εξελίξεις: αναμενόμενες οι κριτικές, λίγο προκάτ τα επιτιμητικά σχόλια. Κανείς δεν περίμενε π.χ. οι αριστεροί μπαχαλάκηδες να εκτιμήσουν την μετακόμιση του Βορίδη στο υπουργείο Μετανάστευσης ή την παραμονή του επιτυχημένου Άδωνι Γεωργιάδη στην Υγεία.
Αν ωστόσο επιθυμεί κανείς μια νηφάλια αποτίμηση, υπάρχει ένα βασικό στοιχείο στον ανασχηματισμό, σημαντικό για την πορεία των πραγμάτων. Κι αυτό δεν είναι άλλο από την επιμονή στον κεντρώο προσανατολισμό: παρά τους ταραγμένους καιρούς, παρά την ενίσχυση του αντισυστημισμού που δείχνουν όλες οι δημοσκοπήσεις και παρά την βοή της πλατείας που δεν λέει να κοπάσει, ο Μητσοτάκης επιμένει στο μετριοπαθές και μεταρρυθμιστικό πρόσημο της πολιτικής του.
Και αυτό σηματοδοτείται από δύο βασικές επιλογές: από την εγκατάσταση του Κωστή Χατζηδάκη στον σκληρό πυρήνα του Μεγάρου Μαξίμου, σε εποπτικό ρόλο αντιπροέδρου. Και από την τοποθέτηση του Κυριάκου Πιερρακάκη στο υπουργείο Οικονομίας. Και ο μεν μετριοπαθής κεντροδεξιός «τεχνοκράτης» Χατζηδάκης αναλαμβάνει εφεξής να χαράξει πολιτική στρατηγική -ενόψει κρίσιμων εκλογών. Ο δε Πιερρακάκης, ένα προσωπικό success story του Μητσοτάκη, με απτά μεταρρυθμιστικά αποτελέσματα όπου κι αν τοποθετήθηκε, από επιτυχημένος ΠΑΣΟΚογενής της κυβέρνησης γίνεται πρώτος τη τάξει υπουργός στην καρδιά του κράτους. Μεγάλες εκπλήξεις και μεγάλο ανακάτεμα της τράπουλας.
Με αυτές τις δύο αλλαγές δημιουργείται για πρώτη φορά ένα «πολιτικό κέντρο» στην κυβέρνηση, όπως το αποκάλεσε ο ίδιος ο πρωθυπουργός στο υπουργικό. Ένα πολιτικό κέντρο που αποτελείται από στελέχη με αποδεδειγμένα μεταρρυθμιστική και κεντρώα στοχοπροσήλωση. Αν μάλιστα αυτό συνδιαστεί με την παρουσία δραστήριων 40άρηδων στην κυβέρνηση, που έχουν αναλάβει να βγάλουν τα κάστανα από τη φωτιά (Μεταφορές, Τέμπη, εκπαίδευση κλπ), είναι προφανές ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης ετοιμάζεται να δώσει (και) την προσεχή εκλογική μάχη με το ίδιο κεντρώο μεταρρυθμιστικό στίγμα της διευρυμένης ΝΔ, στοχεύοντας σε απτά αποτελέσματα σε οικονομικά, κοινωνικά και θεσμικά χαρτοφυλάκια.
Αν θα αποδώσει το νέο υπουργικό σχήμα μένει να φανεί. Σε κάθε περίπτωση, αν κάτι επιδιώκει η σημερινή κυβέρνηση είναι να βγει η χώρα από το αδιέξοδο των Τεμπών και να εισέλθει και πάλι σε μια κανονικότητα, που είναι και το δυνατό της χαρτί -και το καλό της χώρας φυσικά.
Το ΠΑΣΟΚ, όπως ήταν αναμενόμενο, αντέδρασε στην ανακοίνωση του ανασχηματισμού απαξιωτικά κάνοντας λόγο για «ανακύκλωση αποτυχημένων υπουργών σε διαφορετικούς ρόλους». Στην πραγματικότητα όμως ο κεντρώος προσανατολισμός του νέου κυβερνητικού σχήματος επιτείνει το αδιέξοδο στο οποίο βρίσκεται το κόμμα της Χαριλάου Τρικούπη. Διότι το κρίσιμο ερώτημα παραμένει: όταν η ΝΔ χάνει δυνάμεις και ταυτόχρονα εξαϋλώνεται ο ΣΥΡΙΖΑ, γιατί υποχωρεί δημοσκοπικά το ΠΑΣΟΚ; Γιατί το κόμμα που έφτασε στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν μπορεί να πείσει τους δυσαρεστημένους Αριστερούς και Κεντρώους ψηφοφόρους ότι αποτελεί την μοναδική εναλλακτική κυβερνητική πρόταση;
Μια πρώτη ανάλυση λέει ότι το ΠΑΣΟΚ χάνει όταν κατεβαίνει να παίξει στο γήπεδο της γκρίνιας και της διαμαρτυρίας. Εκεί μονοπωλούν το αφιονισμένο ακροατήριο άλλα (γυναικεία) πρόσωπα. Ο μόνος δρόμος που απομένει είναι να ανταγωνιστεί τη ΝΔ στον τομέα της κυβερνησιμότητας. Αυτό προϋποθέτει το ΠΑΣΟΚ να περιγράψει ευκρινώς μια κυβερνητική πρόταση αλλά και φόρμουλα συγκυβέρνησης, αν όντως θεωρεί ότι αποδεδειγμένα η στρατηγική του αριστερού μετώπου τελεί υπό χρεοκοπία. Όσο τα δύο αυτά συστατικά λείπουν το ΠΑΣΟΚ θα εμφανίζεται να χάνει συνεχώς έδαφος.
Αν ο ανασχηματισμός αποκάλυπτε μια στροφή Μητσοτάκη σε σκληρά δεξιά κυβέρνηση τα πράγματα θα ήταν πιο εύκολα για το ΠΑΣΟΚ. Αντίθετα, με μια κεντρώα και μεταρρυθμιστική κυβέρνηση οι καταγγελίες και το «όχι» σε όλα δεν πιάνουν -πάντα ο μεσαίος χώρος θα γέρνει στην πλάστιγγα της ΝΔ. Διότι το κριτήριο του κόσμου είναι αλάθητο και προκύπτει συνήθως από σύγκριση: ποιον θα στείλουμε στην επόμενη Σύνοδο του ΝΑΤΟ όπου θα αποφασίζεται το μέλλον του κόσμου μας. Και ποιον στην επόμενη Σύνοδο των κρατών της ΕΕ όπου θα αποφασίζεται ο επανεξοπλισμός της Ευρώπης και οι αμυντικές δαπάνες.
Και όσο το ΠΑΣΟΚ θα περιορίζεται στην αντιπολίτευση της αδιαλλαξίας, τόσο ο Μητσοτάκης θα μπαίνει στον πειρασμό να το τσουβαλιάζει στη «συμμαχία του μηδενισμού». Ώστε να μη του αφήνει το περιθώριο να απευθυνθεί στους μετριοπαθείς ψηφοφόρους, που για τη ΝΔ είναι ο μόνος δρόμος προς την εκλογική επικράτηση.