«Απολύτως συνεπή» με το Διεθνές Δίκαιο χαρακτήρισε την επέκταση από την πλευρά της Ελλάδας των χωρικών της υδάτων στα 12 μίλια στο Ιόνιο ο πρωθυπουργός της Αλβανίας, Εντι Ράμα, σε τηλεοπτικές του συνεντεύξεις με αφορμή τον θόρυβο που έχει εγερθεί στην αλβανική πολιτική σκηνή για το θέμα αυτό.
«Αποτελεί κυριαρχικό δικαίωμά της αναγνωρισμένο από το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας η επέκταση των χωρικών της υδάτων στα 12 μίλια, σε κάθε χώρα με πρόσβαση στη θάλασσα, όταν η επέκταση αυτή δεν παραβιάζει τα συμφέροντα μιας άλλης χώρας», είπε, τονίζοντας πως «η επέκταση αυτή δεν έχει καμιά σχέση με μας», για να προσθέσει ειρωνικά ότι «το Ιόνιο δεν λήγει στην Κονίσπολη» (νότιο όριο της Αλβανίας με την Ελλάδα).
Ο κ. Ράμα ανέφερε επίσης ότι η συγκεκριμένη ανακοίνωση της ελληνικής κυβέρνησης δεν αφορά σε καμιά περίπτωση τις διαπραγματεύσεις για την ΑΟΖ μεταξύ των δύο χωρών στα στενά της Κέρκυρας και κατηγόρησε «εκείνους που υπέγραψαν τη συμφωνία του 2009 για την ΑΟΖ και απέρριψε το Συνταγματικό Δικαστήριο» ότι προσπαθούν να δημιουργήσουν σύγχυση στους πολίτες, εξάπτοντας τις εθνικές τους ευαισθησίες. Επιτέθηκε ταυτόχρονα στα ΜΜΕ της χώρας του, λέγοντας ότι «για μια κουβέντα του Ελληνα πρωθυπουργού ξεσηκώσατε στην Αλβανία κουρνιαχτό».
Συνεχίζοντας επ' αυτού, ο Αλβανός πρωθυπουργός τάχθηκε υπέρ της οριοθέτησης ΑΟΖ με την Ελλάδα και επανέλαβε ότι δεν υπάρχει συμφωνία στο θέμα αυτό μεταξύ των δύο χωρών, διευκρινίζοντας πως οι διαπραγματεύσεις για τη νέα συμφωνία διακόπηκαν με την άνοδο στην εξουσία της νέας ελληνικής κυβέρνησης (σ.σ.: κυβέρνηση Μητσοτάκη).
Ως εμπόδιο για τη συνέχιση των διαπραγματεύσεων αποτέλεσαν, κατά τον ίδιο, «τεχνικά προβλήματα», όπως η ανάγκη ανασυγκρότησης της αλβανικής ομάδας εμπειρογνωμόνων.
Εξέφρασε, ωστόσο, την αισιοδοξία του ότι η νέα συμφωνία θα είναι περισσότερο επωφελής για την Αλβανία σε σχέση με εκείνη του 2009, την οποία χαρακτήρισε παράλογη.
Αφησε επίσης να εννοηθεί ότι σε κάθε περίπτωση η Αλβανία έχει στο θέμα αυτό συμβούλους από τρίτες χώρες, τις οποίες δεν κατονόμασε.
Ωστόσο, ισχυρίστηκε ότι ο ίδιος προσωπικά έχει προτείνει σε όλες τις ελληνικές κυβερνήσεις, από εκείνη του πρωθυπουργού Σαμαρά μέχρι τη σημερινή, ότι στις συνθήκες που οι δύο πλευρές έχουν τις δικές τους αμετάβλητες διεκδικήσεις που δυσκολεύουν τις διαπραγματεύσεις, τότε να αποταθούν σε μια τρίτη πλευρά, φιλικά προσκείμενη προς τις δύο χώρες, η οποία να αναλάβει ρόλο διαιτησίας για ένα αποδεχτό αποτέλεσμα, ή να υπάρξει, σε συνεννόηση, προσφυγή στο αρμόδιο Διεθνές Δικαστήριο, κάτι που, κατά τον Ράμα, η ελληνική πλευρά δεν αποδέχθηκε. Επισήμανε, πάντως, ότι δεν πρόκειται να παραιτηθεί από τη θέση αυτή.
Αναφερόμενος γενικότερα στις διμερείς σχέσεις, επισήμανε την ετοιμότητα του Ελληνα πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη και του υπουργού Εξωτερικών κ. Δένδια για βελτίωση των σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών.
Οπως ισχυρίστηκε επ' αυτού, «η ύψωση παλαιότερα της φωνής στην Ελλάδα» (σ.σ.: από την Αλβανία) ανάγκασε την Αθήνα να καθίσει στο τραπέζι των συνομιλιών για όλα τα θέματα που εκκρεμούν μεταξύ των δύο χωρών, με αποτέλεσμα να υπάρξει για πρώτη φορά μια χαρτογράφησή τους, ενώ λογικό είναι να μην είναι εφικτή η λύση-πακέτο, όπως αρχικά προβλεπόταν.
Σύμφωνα με δημοσιεύματα του αλβανικού Τύπου, ο κ. Ράμα θα βρεθεί τις επόμενες μέρες στην Αθήνα με την ιδιότητα του προεδρεύοντος του ΟΑΣΕ.