Σπάνια στην πολιτική ζωή ένα όνομα έχει δαιμονοποιηθεί τόσο – όσο του Ακη Τσοχατζόπουλου που πέθανε σήμερα σε ηλικία 82 ετών.
Ο Ακης είχε κάνει καριέρα με το μικρό του όνομα, όπως το ίνδαλμά του, ο Ανδρέας. Αναρριχήθηκε από τα χαμηλά στα πολύ ψηλά, διετέλεσε εξ απορρήτων του Παπανδρέου, υπουργός επί δεκαετίες, αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, παραλίγο να γίνει πρωθυπουργός, αλλά κατέρρευσε με πάταγο. Κατηγορήθηκε, καταδικάστηκε, πήγε φυλακή. «Τα στερνά τιμούν τα πρώτα» έλεγαν οι παλιοί.
Η ζωή του, πολυτάραχη, μοιάζει με μυθιστόρημα. Από τις αλάνες του μπάσκετ στη Θεσσαλονίκη και τον ΠΑΟΚ, στο Μόναχο για να σπουδάσει πολιτικός μηχανικός. Από εκεί στο ΠΑΚ Γερμανίας και στα ιδρυτικά στελέχη του ΠΑΣΟΚ. Ο Ακης είχε ταυτιστεί με το ΠΑΣΟΚ και με τον Ανδρέα, σε βαθμό παρεξηγήσιμο.
Οι αντίπαλοί του, είχαν σκαρώσει ανέκδοτα για την παροιμιώδη αφοσίωσή του στον Παπανδρέου:
- -Τι ώρα είναι Ακη;
- -Ο,τι ώρα πεις εσύ πρόεδρε.
Δεν ήταν όμως ακριβώς έτσι. Ο Τσοχατζόπουλος είχε άποψη και την έλεγε στον Ανδρέα. Αλλά, από κομματικό πατριωτισμό, ποτέ δεν έβγαζε τη διαφωνία του προς τα έξω. Ούτε στις δύσκολες εποχές. Παρά τα όσα θρυλούνταν, ο Ακης είχε διαφωνήσει με τη σχέση του Ανδρέα με τη Δήμητρα Λιάνη. Εξ ου και παρότι γραμματέας του ΠΑΣΟΚ, ως τον Σεπτέμβη του 1995, η Λιάνη τον είχε «κόψει» από το Καστρί για τουλάχιστον ένα τρίμηνο. Παρά ταύτα, το αίμα νερό δεν γίνεται. Όταν ο Παπανδρέου παραιτήθηκε από πρωθυπουργός και βγήκε από το Ωνάσειο, είπε μια μέρα στον Τσοχατζόπουλο που τον επισκέφθηκε στο σπίτι της οδού Αγράμπελης: «Ακη, πρόσεξε τη Δήμητρα μην την αφήσεις να την κατασπαράξουν».
Στη μείζονα κρίση των ελληνοτουρκικών, το 1987 ο Ακης ήταν στο Εκτελεστικό Γραφείο του ΠΑΣΟΚ και πανίσχυρο μέλος της τρόικας (με Λαλιώτη-Γεννηματά). Ο Παπανδρέου, ως πρωθυπουργός συνεκάλεσε ΚΥΣΕΑ στο σπίτι του στο Καστρί και έστειλε αμέσως τον τότε ΥΠΕΞ Κάρολο Παπούλια στη Σόφια για να συναντήσει τον Ζίβκοφ. Όταν έφυγαν όλοι, κράτησε τον Τσοχατζόπουλο. «Ακη, τώρα κρίνονται όλα από τώρα μέχρι το πρωί» του είπε. Ο Ανδρέας κατέβασε όλα τα τηλέφωνα για να μην τον βρίσκει ούτε ο… πρόεδρος των ΗΠΑ και δυό τους, έκατσαν το σαλόνι πίνοντας ουίσκι μέχρι τις 3 το πρωί.
Με τους δημοσιογράφους ήταν έξω καρδιά. Ανοιχτός, γελαστός, περιποιητικός.
Με τις γυναίκες, ήταν ευγενής, ιπποτικός, αλλά και μπερμπάντης. Θυμάμαι ένα βράδυ στα Κεπέγκια, ένα μαγαζί στο Κορδελιό, μια παρέα κομματικών στελεχών της Θεσσαλονίκης του είχε τραπέζι αλλά και μια έκπληξη. Κάποιος ήξερε ότι είχε γενέθλια και του έφεραν μια τούρτα. Ο Ακης, δίπλα στην τότε σύζυγό του Γκούντρουν δεν φάνηκε να ευχαριστιέται ιδιαίτερα. Όταν όμως μια κοπελίτσα ανέβηκε στην πίστα και άρχισε να λικνίζεται, το μάτι του άστραψε. Γυρίζει, μου δίνει μια αγκωνιά και μου κάνει νόημα να κοιτάξω και ταυτόχρονα σκύβει στη Γκούντρουν: «Κοίτα κοίτα, ο Μαμέλης χορεύει» της λέει, δείχνοντας ένα γνωστό κομματικό στέλεχος στην άλλη γωνιά της πίστας για να κοιτάξει προς τα εκεί και εκείνος να απολαύσει το… θέαμα με την ησυχία του.
Με τους κομματικούς, ήταν ισορροπιστής, πρακτικός, έδινε λύσεις, αλλά και αυταρχικός, παντογνώστης -αλαζόνας ενίοτε. Αλλά και ανθρώπινος. Ηξερε όλους με τα μικρά τους ονόματα, έκανε ρουσφέτια, προσωπικές χάρες, διευκολύνσεις.
Με τους συνεργάτες του, ήταν σκληρός, σχεδόν δεσποτικός. Απαιτούσε, φώναζε, ζητούσε αποτελέσματα. Ο ίδιος ήταν εργασιομανής. Το 1999, ως υπουργός Αμυνας είχε επισκεφθεί την ελληνική δύναμη στο Κόσσοβο. Η αποστολή με τους δημοσιογράφους, απογειώθηκε το πρωί από την Αθήνα, με C-130, πήγε Ιωάννινα και από εκεί με ελικόπτερο στο Κόσσοβο. Γυρίσαμε το ίδιο βράδυ με τον ίδιο τρόπο. Ο 60άρης Ακης, μελετούσε φακέλους μέχρι τα μεσάνυχτα, μέσα στο C-130, ενώ οι εξαντλημένοι συνεργάτες του είχαν αποκοιμηθεί.
Φιλόδοξος, πεισματάρης και ισχυρογνώμων πίστευε ότι ήταν η φυσική συνέχεια του Ανδρέα, μετά τον θάνατο του Γεννηματά. Το λαϊκό παιδί της Θεσσαλονίκης, ο κομματικός με τις «χιλιάδες ώρες πτήσης» σε κυβέρνηση και κόμμα, ο πιστός ακόλουθος του Ανδρέα, δεν πίστευε ποτέ ότι θα χάσει από τον «αστό Σημίτη». Τον Αρσένη θεωρούσε πιο δυνατό αντίπαλο. Στην πρώτη μάχη, για την πρωθυπουργία, τον Ιανουάριο του 1996, ο Ακης πίστευε ότι θα πάει στον β’ γύρο με τον Μάκη και θα κερδίσει. Η 4η υποψηφιότητα του Γιάννη Χαραλαμπόπουλου άλλαξε τα δεδομένα, αλλά εκείνος δεν το πήρε στα σοβαρά. Όταν πήγε με ισοψηφία (53-53) στον β’ γύρο με τον Κ. Σημίτη, ήταν βέβαιος για τη νίκη του, θεωρώντας ότι θα εισπράξει τις ψήφους από Αρσένη και Χαραλαμπόπουλο. Οσοι ήταν μέσα στην αίθουσα της Βουλής στο διάλειμμα μεταξύ α και β ψηφοφορίας, πάγωσαν από την αλαζονεία που διέκριναν στα μάτια των τσοχατζοπουλικών. Ο Ακης πήγε τουαλέτα να φρεσκαριστεί και άκουσε τα χειροκροτήματα. Νόμιζε ότι ήταν για εκείνον. Όταν τον ενημέρωσαν ότι εξελέγη ο Σημίτης, πάγωσε. Παρά ταύτα, επέστρεψε στην αίθουσα και χειροκρότησε τον νέο πρωθυπουργό.
Πέθανε ο Ακης Τσοχατζόπουλος
Συλλυπητήρια ΚΙΝΑΛ στην οικογένεια του Ακη Τσοχατζόπουλου
Είχε φτάσει πολύ κοντά στο όνειρο, αλλά αποδείχθηκε άπιαστο. Μόλις ένα μήνα πριν, το Δεκέμβριο, ο Τσοχατζόπουλος είχε φτάσει στο υψηλότερο αξίωμα της ζωής του. Ηταν αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, αναπληρώνοντας τον ασθενή πρωθυπουργό που έδινε μάχη στο Ωνάσειο. Σε ένα ταξίδι του τότε στη Μαδρίτη, σε σύνοδο κορυφής όπου είχε πάει μαζί με τον Κ. Παπούλια και τον Γ. Παπαντωνίου, το θέμα που συζητείτο ήταν η τελωνειακή ένωση ΕΕ-Τουρκίας, το Κυπριακό αλλά και η ονομασία του ευρώ. Σε ένα διάλειμμα, ο Ακης πήγε τουαλέτα. Στη διπλανή ήταν ο Γερμανός Καγκελάριος Χέλμουτ Κολ με τον οποίο – λόγω γερμανικής γλώσσας – είχαν αναπτύξει μια καλή σχέση. Την ώρα που έφευγαν ο Ακης δράττεται της ευκαιρίας: «Χέλμουτ, σε παρακαλώ, είναι θέμα τιμής για την Ελλάδα να μπει η ελληνική ονομασία ευρώ στο χαρτονόμισμα». Ο θηριώδης Κολ, του χτυπάει τον ώμο με συμπάθεια και του απαντά: «Εντάξει Akis, θα το τακτοποιήσουμε». Ετσι χάρη στο σύντομο διάλογο στις… τουαλέτες της Μαδρίτης, η λέξη «ευρώ» μπήκε στα ελληνικά στο ευρωπαϊκό νόμισμα.
Παρά την ήττα του στην Κοινοβουλευτική Ομάδα, ο Τσοχατζόπουλος δεν το έβαλε κάτω. Επεισε τον Γεράσιμο Αρσένη να τον στηρίξει στο συνέδριο που είχε προγραμματιστεί για τον Ιούνιο του 1996 για να πάρουν το κόμμα και να επιβάλλουν στο ΠΑΣΟΚ διαρχία, άλλος πρόεδρος άλλος πρωθυπουργός. Λίγες ημέρες πριν το συνέδριο, στις 5 Ιουνίου 1996 η Νόρα Κατσέλη, αδελφή της συζύγου του Γεράσιμου Αρσένη Λούκας, οργάνωσε ένα πάρτι στο σπίτι της στη Νέα Σμύρνη για να επισημοποιήσουν τον «αρραβώνα» Τσοχατζόπουλου-Αρσένη, ενόψει του συνεδρίου. Πάνω απο 100 άτομα, βουλευτές, πολιτικά στελέχη του ΠΑΣΟΚ, δημοσιογράφοι ήταν καλεσμένοι στο πάρτι. Νωρίς τα ξημερώματα της 6ης Ιουνίου έγινε γνωστός ο θάνατος του Ανδρέα Παπανδρέου. Κακό σημάδι. Δημοσιογράφοι έψαχναν εκείνες τις ώρες τον Τσοχατζόπουλο για να τον ενημερώσουν. Ο Ακης είχε γίνει άφαντος και είχε το κινητό κλειστό. Αργότερα, έγινε γνωστό ότι μετά το πάρτι της Νόρας Κατσέλη είχε πάει στο σπίτι του Κίτσου Τεγόπουλου στην οδό Φωκυλίδου στο Κολωνάκι για να πείσει τον εκδότη της Ελευθεροτυπίας να τον στηρίξει στο Συνέδριο, χωρίς, όμως αποτέλεσμα.
Αξιοποιώντας τις πολυετείς σχέσεις του με τα κομματικά στελέχη πανελλαδικά και χρησιμοποιώντας μια νεφελώδη «αριστερή» φρασεολογία περί «προοδευτικής ανασυγκρότησης και παραγωγικής αναδιάρθρωσης του τόπου», επιχείρησε να πείσει το κομματικό ακροατήριο του συνεδρίου του Ιουνίου του 1996 ότι απαιτείται διαρχία: Άλλος πρωθυπουργός, άλλος πρόεδρος του κόμματος. Το συνέδριο έγινε σε συνθήκες πόλωσης και διχασμού καθώς μόλις μια εβδομάδα πριν είχε πεθάνει ο ιδρυτής του ΠΑΣΟΚ, Ανδρέας Παπανδρέου. Είχε ετοιμάσει ένα προσχέδιο ομιλίας στο συνέδριο, αλλά κανείς – πλην Χυτήρη και Αθανασάκη που το έχουν ακόμη – δεν γνωρίζει αν θα έριχνε το βάρος υπέρ του Ακη. Παρά τα γιουχαΐσματα και το θερμό κλίμα, ο Σημίτης αξιοποιώντας υπέρ του το δίλημμα «αν δεν εκλεγώ πρόεδρος, θα παραιτηθώ και από πρωθυπουργός», κέρδισε ξανά, κατά κράτος τον Τσοχατζόπουλο. Ακολούθησε μια μακρά περίοδος αποστασιοποίησης και περισυλλογής του Ακη ο οποίος προσπαθούσε να χωνέψει την οριστική του ήττα. Όταν επανήλθε, ως υπουργός Αμυνας, ήταν ένας διαφορετικός άνθρωπος.
Το 2000 στη Σύνοδο Κορυφής, στο Πόρτο της Πορτογαλίας οριστικοποιήθηκε η ένταξη της Ελλάδας στην ΟΝΕ. Ο τότε πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης έκανε το βράδυ μια μίνι γιορτή στην πρεσβεία μας για την επιτυχία. Περπατώντας αργά το βράδυ, συνάντησα σε ένα εστιατόριο τον Ακη παρέα με ένα συνεργάτη του. Με προσκάλεσε να καθίσω, αλλά ήταν φανερό ότι η διάθεσή του ήταν δύσθυμη. Είχε πιει κάμποσα ουίσκι. Γύρισε με ματωμένο βλέμμα και μου είπε με θλίψη, ανάμεικτη με θυμό: «Δεν με κάλεσε ο… @@@@@ εμένα στο πάρτι. Γιατί; Δεν συνέβαλα κι εγώ με τον τρόπο μου;».
Σε προσωπικό επίπεδο, χώρισε από την Γκούντρουν και παντρεύτηκε την Βίκυ Σταμάτη. Οι ψίθυροι για αλόγιστες σπατάλες, συνόδευσαν κάθε του βήμα. Ο γάμος στο Παρίσι και η δεξίωση για τους λίγους καλεσμένους στο πανάκριβο ξενοδοχείο Four Seasons George V, ξεσήκωσε αντιδράσεις. Ο ίδιος δεν φαινόταν να δίνει δεκάρα. Σαν να τον τραβούσε προς τον αυτοκαταστροφικό δρόμο μια αόρατη δύναμη. Και μετά ήρθε το «κωλόσπιτο». Η αγορά της μονοκατοικίας στον πιο ακριβό δρόμο της Διονυσίου Αρεοπαγίτου, κάτω από την Ακρόπολη, έβαλε ταφόπλακα στο αφήγημα του «λαϊκού παιδιού του σοσιαλισμού» για το οποίο ξόδεψε μια ζωή. Κάποιοι παλιοί του σύντροφοι υποστηρίζουν: «Η ηχώ του Ανδρέα, ο Ακης, είχε κοινή πορεία με τον Παπανδρέου: Ένα σπίτι και μια γυναίκα, κατέστρεψαν την υστεροφημία τους».
Τελευταία φορά τον είχα πετύχει πριν από χρόνια, ένα απόγευμα στον πεζόδρομο της Διονυσίου Αρεοπαγίτου, πριν γίνει γνωστό ότι αγόρασε σπίτι εκεί. Από μακριά μου έμοιαζε γέρος. Πλησίασα και τον είδα να σπρώχνει ένα καρότσι μιας ακριβής μάρκας. Μέσα ένα μωρό, ντυμένο με τα ρούχα της ίδιας ακριβής μάρκας και δίπλα του μια γυναίκα. Ηταν η Βίκυ Σταμάτη και το παιδί τους. Ο Ακης, με χαιρέτησε με θέρμη από τα παλιά και με σύστησε στη σύζυγό του που δεν έδειξε ιδιαίτερα χαρούμενη και απομακρύνθηκε αμέσως μιλώντας στο κινητό της. «Αυτό το μωρό, είναι όλη μου η ζωή…» μού εκμυστηρεύτηκε σιγά, για να μην ακουστεί.
Επειτα ήρθαν οι καταγγελίες, για μίζες, για διασπαθίσεις δημοσίου χρήματος, η διαγραφή του από το ΠΑΣΟΚ, η δίκη και η καταδίκη σε 20 χρόνια φυλακή. Ο Ακης στη φυλακή; Ο άνθρωπος που παραλίγο να γινόταν πρωθυπουργός, στο κελί; Πίστευα ότι θα πεθάνει από τη ντροπή του. «Ο Ακης πλήρωσε για όλους, ήταν ένοχος αλλά και εξιλαστήριο θύμα» μου είχε πει τότε, παλαιός κορυφαίος υπουργός. Τα χειρότερα όμως για τον Τσοχατζόπουλο, ήταν πίσω. Μπορεί να αποφυλακίστηκε για λόγους υγείας μετά από χρόνια, αλλά η ζωή του ήταν μια κόλαση. Ψυχική, συναισθηματική, κοινωνική μοναξιά και σωματική αδυναμία σε βαθμό οδύνης.
Όταν με πήραν να με ειδοποιήσουν ότι πέθανε ο Ακης Τσοχατζόπουλος, μου ήρθαν στο νου, δύο σκηνές, πολλά χρόνια νωρίτερα:
Η μία, σε ένα κάμπινγκ της νεολαίας του ΠΑΣΟΚ, στη Χαλκιδική. Ο Ακης – πανίσχυρος γραμματέας του κόμματος - στην παραλία, με μαγιό και κάτι άθλια διάφανα πλαστικά παπούτσια που ήταν της μόδας το ’70, ξέγνοιαστος, χαρούμενος, μιλούσε με τους πιτσιρικάδες τα χαράματα και δίπλα του χόρευε ζεϊμπέκικο η τότε γραμματέας της Νεολαίας, Τόνια Αντωνίου.
Η δεύτερη, στη Θεσσαλονίκη, πίσω από τον Αϊ-Δημήτρη, σε ένα μαγαζί που τραγουδούσε ο Μανώλης Μητσιάς – προσωπικός του φίλος. Ο Ακης σηκώθηκε να χορέψει ζεϊμπέκικο (η ηχώ του Ανδρέα…) αλλά οι κινήσεις του ήταν αδέξιες, άγαρμπες. Κι ας νόμιζε ότι χόρευε καλά κι ας χειροκροτούσαν οι κολαούζοι του. Όταν σηκώθηκα να χορέψω εγώ, ήρθε και με αγκάλιασε και μου έλεγε με απορία παιδιού: «Αυτό το πόδι βρε παιδί μου, πώς το σήκωνες έτσι;».