Την τελευταία εβδομάδα χιλιάδες νοικοκυριά σε ένα μεγάλο μέρος της Αττικής, καθώς και των ορεινών περιοχών της Εύβοιας, έμειναν για πολλά εικοσιτετράωρα χωρίς ρεύμα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται εν μέσω σφοδρού ψύχους.
Πολλοί από αυτούς αναγκάστηκαν να μετακομίσουν προσωρινά σε φίλους και συγγενείς για να αντιμετωπίσουν την παγωνιά παρά τους κινδύνους που εγκυμονεί αυτό λόγω της πανδημίας.
Κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων για την αναθεώρηση του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Πολιτικής Προστασίας, για τον οποίον υπήρξα Εισηγητής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ένα από τα πιο δύσκολα ζητήματα ήταν η δημιουργία πανευρωπαϊκών στόχων ανθεκτικότητας. Σκοπός της καινοτομίας αυτής -που παρά τις αντιδράσεις πολλών κρατών μελών τελικά καταφέραμε να υιοθετήσουμε- δεν είναι άλλος από το να διασφαλίζεται ότι σε περίπτωση φυσικών ή άλλων καταστροφών οι βασικές λειτουργίες του κράτους και της κοινωνίας δεν θα διακόπτονται. Μια από αυτές είναι και η παροχή ηλεκτρικού ρεύματος στους πολίτες για την εξυπηρέτηση τουλάχιστον των βασικών τους αναγκών, ακόμα και σε έκτακτες καταστάσεις.
Στη δική μας περίπτωση και ενώ ήταν από μέρες γνωστό ότι η κακοκαιρία θα πλήξει τη χώρα μας, δεν υπήρξε καμία προετοιμασία. Οι αρμόδιες υπηρεσίες, χωρίς κανέναν συντονισμό μεταξύ τους, αρκέστηκαν στο να επιρρίπτουν την ευθύνη ή μία στην άλλη, έχοντας ως δικαιολογία τον κατακερματισμό και την αλληλεπικάλυψη των αρμοδιοτήτων μεταξύ τους. Τα προβλήματα όμως του δικτύου και οι αδυναμίες του ΔΕΔΔΗΕ δεν είναι καινούργιες. Κατά τη διάρκεια των μνημονιακών χρόνων ο προϋπολογισμός για τη συντήρηση του δικτύου μειώθηκε κατά 50%, ενώ στην πράξη οι πραγματικές δαπάνες ήταν πολύ μικρότερες. Ακόμα όμως και τώρα, κυβερνητική προτεραιότητα φαίνεται να ήταν η δημιουργία νέων διευθυντικών θέσεων υψηλών αποδοχών και όχι η ενίσχυση του προσωπικού συντήρησης του δικτύου. Αν όμως δεν θέλουμε να ξαναζήσουμε τα όσα τραγικά συνέβησαν τις τελευταίες ημέρες, χρειάζονται άμεσες λύσεις.
Δυστυχώς, οι εξαγγελίες του πρωθυπουργού έχουν περισσότερο επικοινωνιακό, παρά ουσιαστικό χαρακτήρα. Η μη καταβολή του τέλους για το ΔΕΔΔΗΕ ενός μηνός, που σε ελάχιστες περιπτώσεις ξεπερνάει τα 9 ευρώ, είναι σχεδόν κοροϊδία, για όσους έμειναν τόσες ημέρες χωρίς ρεύμα. Και η κοροϊδία συνεχίζεται, με τη σημερινή δήθεν φιλάνθρωπη κίνηση της ΔΕΗ που ανεβάζει το ποσό των 9€ στα 27€ στις περισσότερες περιπτώσεις. Τα νοικοκυριά αυτά πρέπει να αποζημιωθούν και όχι να εμπαίζονται.
Προφανώς, για να μην επαναληφθούν αντίστοιχες καταστάσεις απαιτείται η υπογειοποίηση των καλωδίων σε πολλά σημεία της χώρας, ως μόνιμη λύση, αν και μακροπρόθεσμη, χρονοβόρα και υψηλού κόστους. Μέχρι όμως την επίτευξη της οριστικής επίλυσης του προβλήματος, αυτό που χρειαζόμαστε άμεσα είναι να αυξήσουμε την ανθεκτικότητα του δικτύου, ώστε να μπορεί να αντιμετωπίσει κάθε είδους προκλήσεις, και όχι απαραίτητα μόνο από φυσικές καταστροφές. Καταρχάς οφείλουμε να ξεκινήσουμε με τη σωστή και άμεση συντήρησή του δικτύου, καθώς και την εγκατάσταση έξυπνων μετρητών, ώστε να γνωρίζει ο διαχειριστής ανα πάσα στιγμή πού και πότε υπάρχει πρόβλημα, για να διενεργεί σωστή προτεραιοποίηση στην αποκατάσταση των βλαβών. Συγχρόνως, μπορούν να προωθηθούν λύσεις, όπως είναι για παράδειγμα η χρήση τοπικών μονάδων παραγωγής και αποθήκευσης, αξιοποιώντας και τις νέες υποδομές φόρτισης ηλεκτρικών οχημάτων, έτσι ώστε να διασφαλίζεται η παροχή της ελάχιστης απαραίτητης ενέργειας για την κάλυψη των βασικών αγαθών των καταναλωτών μέχρι την επιδιόρθωση του όποιου προβλήματος.
Τεχνικές λύσεις υπάρχουν. Το Ταμείο Ανασυγκρότησης από το οποίο η χώρα μας θα λάβει 32 δις ευρώ σε επιδοτήσεις και δάνεια, μας δίνει την δυνατότητα να προχωρήσουμε στις απαραίτητες επενδύσεις για να εκσυγχρονίσουμε το ηλεκτρικό δίκτυο.
Νίκος Ανδρουλάκης, Ευρωβουλευτής Σοσιαλιστών και Δημοκρατών στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο