Είναι απόλυτα κατανοητή και πέρα για πέρα δίκαιη η αντίδραση της κοινής γνώμης στην εισαγγελική πρόταση που ρίχνει στα μαλακά τον κατηγορούμενο για την υπόθεση της 12χρονης στον Κολωνό.
Είναι πράγματι βαρύ να αποδεχθεί κανείς ότι με βάση τα στοιχεία που προέκυψαν από την ακροαματική διαδικασία δεν στοιχειοθετείται -κατά την εισαγγελική έδρα- η κατηγορία του βιασμού για έναν άνδρα που ασελγούσε κατ' εξακολούθηση σε ένα δωδεκάχρονο κορίτσι και το οδηγούσε στην εκπόρνευση. Βαρύ, θλιβερό και για τους περισσότερους αδιανόητο.
Ασφαλώς δεν είμαστε δικαστές, ούτε έχουμε πλήρη γνώση της δικογραφίας, καθώς η δίκη έγινε κεκλεισμένων των θυρών. Είμαστε, όμως, πολίτες και έχουμε κάθε λόγο να διαμαρτυρόμαστε όταν αισθανόμαστε ότι ίσως δεν αποδοθεί Δικαιοσύνη.
Με αφορμή ωστόσο τη δικαιολογημένη οργή μας, καλό θα είναι να αναλογιστούμε ορισμένα πράγματα.
Πρώτον, το περιεχόμενο μιας δίκης που διεξάγεται κεκλεισμένων των θυρών δεν μπορεί να γίνεται αντικείμενο κομματικής σύγκρουσης. Πώς και γιατί θα έπρεπε να γνωρίζει ο υπουργός Δικαιοσύνης την εισαγγελική πρόταση; Και τι ακριβώς προτείνουν οι πολιτικοί αντίπαλοι που του επιτέθηκαν στη Βουλή; Να παρέμβει στην Εισαγγελία για να μεταβάλει το περιεχόμενο της πρότασής της;
Δεύτερον, η Εισαγγελία κάνει μια εισήγηση, το δικαστήριο δικάζει και εκεί υπάρχουν και ένορκοι, οι οποίοι προφανώς ανταποκρίνονται στο λαϊκό αίσθημα, γνωρίζοντας όμως αναλυτικά και τα στοιχεία της δικογραφίας, τα οποία εμείς δεν γνωρίζουμε. Μια δίκαιη δίκη είναι το ζητούμενο κι όχι κάποιο λαϊκό δικαστήριο. Η αυστηρότερη δυνατή ποινή και η έκτισή της από τον κατηγορούμενο θα πρέπει να προκύπτει μέσα από μια νομική διαδικασία που ορίζει ο νόμος και όχι μέσα από εξωθεσμικές πιέσεις παντός είδους, προς οιανδήποτε κατεύθυνση.
Τρίτον, σε συνέχεια των δύο προηγουμένων. Η διάκριση των εξουσιών (νομοθετική, δικαστική, εκτελεστική) είναι κατάκτηση του 19ου αιώνα, από την εποχή της Γαλλικής Επανάστασης και του Μοντεσκιέ. Το να την αμφισβητούμε ακόμη στην πράξη τον 21ο αιώνα είναι πέραν πάσης φαντασίας. Κάποτε οφείλουμε να συνειδητοποιήσουμε ότι η Βουλή νομοθετεί τους Ποινικούς Κώδικες (και είναι γνωστό ποιοι και πότε προχώρησαν σε αυστηροποίηση των ποινών), η Δικαιοσύνη δικάζει και η κυβέρνηση οφείλει να μην εμπλέκεται σε δικαστικές υποθέσεις. Αυτό, βεβαίως, ισχύει για όλες τις δικαστικές υποθέσεις και όχι για αυτήν του Κολωνού. Και η αντιπολίτευση αυτό για το οποίο οφείλει να την ελέγχει είναι για το εάν και πώς εμπλέκεται.
Η διάκριση των εξουσιών έχει έναν αποδεδειγμένο εχθρό στη χώρα μας εδώ και πολλά χρόνια. Είναι ο πολιτικός λαϊκισμός, που ευνοεί τον ποινικό λαϊκισμό και έχει οδηγήσει τα κόμματα να θεωρούν ότι μπορούν να είναι, εκτός όλων των άλλων, και δικαστές. Όλα αυτά μας πάνε πίσω, εκεί που μας οδηγούν -δυστυχώς- και κάποιες ενέργειες της Δικαιοσύνης που επιτρέπουν στους πολίτες να αισθάνονται ότι δεν στέκεται στο ύψος της.