Στις κινηματογραφικές πρεμιέρες της εβδομάδας οι δύο «Πάπες» της υποκριτικής αναμετριούνται σε ένα δραματικό μπρα- ντε- φερ.
Μια εμβληματική ναυμαχία του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου μεταφέρεται στη μεγάλη οθόνη, ενώ δύο ελληνικές ταινίες κάνουν την αθηναϊκή τους πρεμιέρα διεκδικώντας την προσοχή του κοινού.
Οι Δύο Πάπες (The Two Popes)
Σκηνοθεσία: Φερνάντο Μεϊρέγιες
Παίζουν: Τζόναθαν Πράις, Άντονι Χόπκινς
Περίληψη: Πίσω από τα τείχη του Βατικανού, ο συντηρητικός Πάπας Βενέδικτος και ο φιλελεύθερος μελλοντικός Πάπας Φραγκίσκος πρέπει να βρουν κοινό έδαφος για να συνεχίσουν την πορεία της Καθολικής Εκκλησίας.
Ο Φερνάντο Μεϊρέγιες («Πόλη του Θεού», «Ο επίμονος κηπουρός» «Περί τυφλότητας») κινηματογραφεί δυο εμβληματικούς ηθοποιούς σε μια υποκριτική αναμέτρηση οσκαρικών διαστάσεων.
Επιλέγοντας ένα πραγματικό γεγονός της σύγχρονης Ιστορίας, ο Βραζιλιάνος δημιουργός, ρίχνει φως στο παρασκήνιο της διαδοχής του Πάπα Βενέδικτου από τον σημερινό Πάπα Φραγκίσκο.
Ο συντηρητικός Βενέδικτος υπήρξε από τους ελάχιστους Πάπες που παραιτήθηκε- καθώς το αξίωμα είναι ισόβιο- όταν σημαντικά σκάνδαλα και καταγγελίες για παιδεραστία ιερωμένων έπληξαν την Καθολική εκκλησία. Τη θέση του ανέλαβε μέσα από διαδικασίες που δεν είναι γνωστές στο κοινό, ο Αργεντινός και προοδευτικός καρδινάλιος Μπεργκόλιο, με τον οποίο στο παρελθόν είχαν αναμετρηθεί για τον παπικό θώκο.
Ο Μεϊρέγιες και ο σεναριογράφος Άντονι ΜακΚάρτεν («Η Θεωρία των Πάντων», «Η πιο Σκοτεινή Ώρα», «Bohemian Rhapsody»), κινούνται σε δύο άξονες : από τη μια μάς μεταφέρουν στη θερινή κατοικία του Πάπα στη Ρώμη, όπου δυο άνδρες με αντίθετες απόψεις αναμετρώνται σε έναν αγώνα λόγου , βρίσκοντας τελικά όσα τους ενώνουν, κι από την άλλη μέσα από φλας μπακ επιλέγουν να αφηγηθούν την ιστορία του Πάπα Φραγκίσκου, όταν νέος στην Αργεντινή πάλευε με τις εσωτερικές του συγκρούσεις, χόρευε τάνγκο και έβλεπε ποδόσφαιρο αναζητώντας τον Θεό.
Με μια λιτή κινηματογράφηση και χωρίς ποτέ να αποκαλύπτει τις κρυφές πλευρές μιας πολύπλοκης υπόθεσης, ο Μεϊρέγιες δικαιολογεί στο έπακρο τόσο τους ήρωές του- ενδεικτικό το πώς η ταινία τοποθετείται απέναντι στις σχέσεις του Πάπα Φραγκίσκου με το δικτατορικό καθεστώς της Αργεντινής - φροντίζοντας να βγάλει αλώβητο τον θεσμό της Καθολικής Εκκλησίας.
Το δυνατό χαρτί της ταινία είναι αναμφίβολα οι στιβαρές ερμηνείες του Άντονι Χόπκινς και του Τζόναθαν Πράις, που ήδη έχουν προταθεί αμφότεροι για τις Χρυσές Σφαίρες 2020 και όπως όλα δείχνουν θα βρεθούν στην οσκαρική λίστα. Οι δυο σπουδαίοι ηθοποιοί δίνουν ένα μάθημα υποκριτικής λιτότητας και μεστότητας, απογειώνοντας δύο ρόλους που από γραφής μοιάζουν μονοδιάστατοι, και τελικά προσδίδουν κύρος σε μια ταινία, που σε κάθε περίπτωση δεν ξεπερνάει τα πλαίσια μιας ακαδημαϊκής και απολύτως συμβατικής βιογραφίας.
Η Ναυμαχία του Μίντγουεϊ (Midway)
Σκηνοθεσία: Ρόλαντ Έμεριχ
Παίζουν: Εντ Σκράιν, Πάτρικ Γουίλσον, Λουκ Έβανς, Άαρον Έκχαρτ, Νικ Τζόνας, Μάντι Μουρ, Ντένις Κουέιντ, Γούντι Χάρελσον
Περίληψη: Στις κινηματογραφικές πρεμιέρες μια από τις πιο φημισμένες μάχες μεταξύ του αμερικανικού και ιαπωνικού στόλου, που έδωσε στις ΗΠΑ το προβάδισμα στο μέτωπο του Ειρηνικού στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου μεταφέρεται στη μεγάλη οθόνη.
Ο Ρόλαντ Έμεριχ ( «Ημέρα ανεξαρτησίας», «Πατριώτης») μετά αρκετές αποτυχημένες σκηνοθετικές προσπάθειές εμπνέεται από ένα ιστορικό γεγονός, που υπήρξε καθοριστικό για τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και επενδύει στον εμπορικό συνδυασμό πολεμικού δράματος και δράσης.
Οι Αμερικανοί μετά από τον αποδεκατισμό τους στο Περλ Χάρμπορ, χωρίς πολλούς άνδρες και πολεμοφόδια, καλούνται να αντιμετωπίσουν τον αυτοκρατορικό ιαπωνικό στόλο στο μέσο του Ειρηνικού στην ναυμαχία του Μίντγουεϊ. Το κρυφό τους όπλο είναι οι μυστικές τους υπηρεσίες και οι κρυπταναλυτές τους, που θα τους ενημερώσουν για το σημείο, όπου βρίσκεται ο στόλος του εχθρού. Οι γενναίοι πιλότοι της αεροπορίας τους θα εκμεταλλευτούν τις πληροφορίες που έχουν στα χέρια τους και θα καταφέρουν να αιφνιδιάσουν τους Ιάπωνες , οι οποίοι τελικά θα υποχωρήσουν, παραδεχόμενοι την ήττα τους.
Ο Έμεριχ ειδικός στις ταινίες καταστροφής, χρησιμοποιεί την ψηφιακή τεχνολογία γα να αναπαραστήσει τις εναέριες και τις υποθαλάσσιες μάχες Ιαπώνων και Αμερικανών, εξάρωντας την ανδρεία των πρώτων και την αυτοθυσία των δεύτερων.
Σαφώς επηρεασμένος από την επιτυχία της «Δουνκέρκης», ακολουθεί παράλληλες ιστορίες πολλών προσώπων και από τα δύο στρατόπεδα, στρατοπέδων προσπαθώντας να δημιουργήσει δραματική ατμόσφαιρα, πράγμα όμως που σε ελάχιστες στιγμές καταφέρνει.
Η προσήλωσή του στις εντυπωσιακές σκηνές δράσης και η κατάχρηση των εφέ δεν λειτουργούν υπέρ των σχέσεων που διαμορφώνονται κάτω από τις αντίξοες συνθήκες ενός πολέμου ούτε φυσικά προσφέρονται για ενδελεχείς αναλύσεις, οπότε αν και δεν λείπουν μικρά ενσταντανέ που εξυμνούν την ανδρεία και των δύο πλευρών, κατά βάση το μεγαλύτερο μέρος της ταινίας αφιερώνεται σε καταδιώξεις και ανατινάξεις.
Κατά συνέπεια οι ερμηνείες καλών στην πλειοψηφία τους ηθοποιών δεν αναδεικνύονται, οπότε τελικά μόνο μια αναπαράσταση των γεγονότων με κάποιες μελοδράματος και πατριωτικές εξάρσεις , που αναμφίβολα θα ικανοποιήσουν όσους αναζητούν μια ταινία δράσης με ιστορικό περιτύλιγμα.
Τσάρλι
Σκηνοθεσία: Θανάσης Τσαλταμπάσης
Παίζουν: Θανάσης Τσαλταμπάσης, Γώργος Κοψιδάς, Στέλιος Ιακωβίδης, Αγοραστή Αρβανίτη, Δημήτρης Παπανικολάου, Σπύρος Παππάς, Μαριάννα Τουντασάκη, Νίκος Φιλημέγκας, Φοίβος Παπακώστας, Γιώργος Λαμπριανός, Βίκυ Κυριακοπούλου
Περίληψη: Ο Τσάρλι ξεπηδά από το παρελθόν και προσγειώνεται στο σύγχρονο παρόν. Ένα μεσημέρι, καθισμένος στο παγκάκι ενός πάρκου, ξεφυλλίζει μια εφημερίδα στην οποία υπάρχει ένα μήνυμα αποκλειστικά για αυτόν. Εάν περάσει πέντε δοκιμασίες με επιτυχία, τότε ένας μεγάλος θησαυρός θα γίνει δικός του. Χωρίς να χάσει χρόνο, αποδέχεται την πρόκληση και από αυτό το σημείο ξεκινάνε οι περιπέτειές του.
Ο Θανάσης Τσαλταμπάσης στη δεύτερη μεγάλου μήκους απόπειρά του στη μεγάλη οθόνη, που αυτοσυστήνεται ως η πρώτη βωβή έγχρωμη ταινία πατάει στα χνάρια των μεγάλων του είδους, χωρίς όμως να έχει στα χέρια του ένα καλό σενάριο.
Ο Τσάρλι, που δεν είναι ο Τσάρλι Τσάπλιν, αλλά σίγουρα έχει εμπνευστεί από αυτόν , είναι ένας σύγχρονος αλητάκος που τριγυρνάει στην Αθήνα, απένταρος και χωρίς σκοπό, μέχρι που βρίσκει ένα περίεργο μήνυμα σε μια εφημερίδα, που του υπόσχεται ότι θα κερδίσει έναν μεγάλο θησαυρό, αν φέρει εις πέρας μια σειρά από δοκιμασίες. Έτσι ο χαριτωμένος Τσάρλι θα βρεθεί μπλεγμένος σε μια υπόθεση απαγωγής παιδιών αλλά και μιας ζάμπλουτης κληρονόμου, και θα κάνει ό,τι μπορεί για να επικρατήσει το δίκαιο.
Ο Θανάσης Τσαλταμπάσης, ηθοποιός με κωμική φλέβα και εντυπωσιακές δεξιότητες, έχοντας ερμηνεύσει τη βιογραφία του Τσάρλι Τσάπλιν στο θέατρο, αποφάσισε να φτιάξει μια ταινία old style που όμως να εκτυλίσσεται σε ένα σύγχρονο περιβάλλον. Έτσι δημιούργησε έναν τύπο, όπως συνηθιζόταν στον βωβό κινηματογράφο, και τον ερμηνεύει με ακρίβεια. Δυστυχώς όμως παρά τα κωμικά γκανγκ που αφειδώς χρησιμοποιεί, σκηνοθετικά δεν καταφέρνει να συνδυάσει τη μαγεία του βωβού φιλμ με τη σύγχρονη πραγματικότητα. Ταυτόχρονα το σενάριο που υπογράφει ο ίδιος με την Μαρία Κίτρα έχει κενά και ασυνέχειες, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να σταθεί ούτε ως κωμωδία ούτε ως περιπέτεια.
Οι δοκιμασίες του Τσάρλι, ο έρωτάς του για την τυφλή κοπέλα που πουλάει λουλούδια, η σπείρα των κακοποιών που εμπορεύεται παιδιά, οι αναφορές του στη μοντέρνα τέχνη και την κενότητά της, όλα μπερδεύονται με καλές μεν προθέσεις χωρίς αποτέλεσμα, και τελικά ο Τσαλταμπάσης μένει μόνος του σε ένα one man show που αποδεικνύει τις υποκριτικές του ικανότητες, δεν αρκεί όμως για μια ολοκληρωμένη κινηματογραφική πρόταση.
Ζίζοτεκ
Σκηνοθεσία: Βαρδής Μαρινάκης
Παίζουν: Αύγουστος Λάμπρου Νεγρεπόντης, Πηνελόπη Τσιλίκα, Δημήτρης Ξανθόπουλος, Νίκος Γεωργάκης
Περίληψη: Ο Ιάσονας ταξιδεύει μαζί με την μητέρα του σε ένα πανηγύρι στην ελληνική επαρχία, όπου εκείνη τον εγκαταλείπει χωρίς προειδοποίηση. Μετά από περιπλάνηση δύο ημερών, ο Ιάσονας βρίσκει μέσα στο δάσος την καλύβα του Μηνά, ενός άγριου μεσήλικα. Ενώ η μητέρα του δεν δίνει σημάδια ζωής, ο Μηνάς και ο μικρός δημιουργούν τον δικό τους κώδικα επικοινωνίας.
Εννέα χρόνια από το «Μαύρο Λιβάδι» ο Βαρδής Μαρινάκης μεταφέρει ένα όνειρό του στη μεγάλη οθόνη, με τη λογική μιας ποιητικής αλληγορίας.
Ένα μικρό αγόρι, ο Ιάσονας , ταξιδεύει με την καταθλιπτική μητέρα του στη Βόρεια Ελλάδα. Εκείνη τον εγκαταλείπει χωρίς εμφανή λόγο κατά τη διάρκεια ενός πανηγυριού. Ο μικρός αναζητάει καταφύγιο στο δάσος, όπου θα βρει την καλύβα ενός εκκεντρικού ενήλικα, του Μηνά, που δεν μιλάει ποτέ. Εκείνος είναι μπλεγμένος σε παράνομα κυκλώματα μεταναστών και ζει κατ’ επιλογή απομονωμένος από τον κόσμο, όμως σταδιακά θα αναπτύξει μια ιδιαίτερη σχέση με τον μικρό Ιάσονα και θα γίνει η πατρική φιγούρα που του έχει λείψει.
Με επιρροές από κλασικά παραμύθια, αλλά και τη σύγχρονη πραγματικότητα ο Έλληνας δημιουργός , επηρεασμένος από ένα όνειρο που είδε, επαναπραγματεύται την έννοια τη μητρότητας και της οικογένειας, που τελικά μπορεί να υπάρξει στα πιο απίθανα μέρη. Η εξαιρετική διεύθυνση φωτογραφίας της Χριστίνας Μαμούρη και η ονειρική κινηματογράφηση του νεαρού σκηνοθέτη ακολουθούν την πορεία του μικρού Ιάσονα που αναζητάει την αγάπη, μακριά από ψυχαναλυτικές ερμηνείες, εστιάζοντας κυρίως στην ιδιόρρυθμη σχέση δυο πλασμάτων που η κοινωνία τους άφησε στο περιθώριο.
Ισορροπώντας ανάμεσα στον σκληρό ρεαλισμό μιας πραγματικότητας που στέκει ως δαμόκλειος σπάθη πάνω από τους ήρωές του και σε ποιητικές εικόνες , ο Μαρινάκης ακολουθεί την πορεία δυο προσώπων προς τη λύτρωση , όμως το υλικό που έχει στα χέρια του δεν αρκεί για να αναπτύξει δραματουργικά το «όνειρό» του, που μάλλον θα ταίριαζε περισσότερο σε μια μεσαίου μήκους ταινία.
Marianne & Leonard: Λόγια Αγάπης (Marianne & Leonard Words of Love)
Σκηνοθεσία: Νικ Μπρούμφιλντ
Περίληψη: Στις κινηματογραφικές πρεμιέρες ένα ντοκιμαντέρ εμπνευσμένο από τον έρωτα του Λέοναρντ Κοέν και της Μάριαν Ίλχεν, που ξεκίνησε από την Ύδρα και στάθηκε καθοριστική για τη ζωή και το έργο του μεγάλου τραγουδοποιού.
Ο βραβευμένος με BAFTA Νικ Μπρούμφιλντ καταγράφει όχι απλώς μια ερωτική ιστορία, αλλά μια ολόκληρη εποχή μέσα από την σχέση του τραγουδιστή Λέοναρντ Κοέν με τη Μάριαν Ίλχεν.
Το 1960 ο διάσημος τραγουδιστής βρίσκεται στην Ύδρα που έμελλε να ζήσει αρκετά χρόνια της ζωής του. Εκεί γνωρίζει την Μάριαν, που βρίσκεται εγκλωβισμένη σ' έναν γάμο που τη βασανίζει. Ανάμεσά τους γεννιέται ένας μεγάλος έρωτας, η Μάριαν γίνεται η μούσα του και τον εμπνέει για σημαντικά τραγούδια όπως το «So Long, Marianne» «Ηey», «That’s No Way to Say Goodbye» και άλλα. Μέλη και οι δύο της μποέμικης καλλιτεχνικής κοινότητας που είχε εγκατασταθεί στο ελληνικό νησί, μιας πολυσυλλεκτικής παρέας που αποτελούσαν συγγραφείς, ζωγράφοι, μουσικοί αλλά και ντόπιοι, θα ζήσουν μια θυελλώδη σχέση, όμως τελικά θα οδηγηθούν στον χωρισμό. Παρόλα αυτά ποτέ κανείς από τους δυο δεν θα μπορέσει να ξεχάσει τον άλλον.
Στα είκοσί του ο Νικ Μπρούμφλιντ γνώρισε τη Νορβηγή Ίλχεν στην Ύδρα και εκείνη τον προέτρεψε να κάνει μια ταινία για την ερωτική σχέση της με τον Κοέν. Και πράγματι ο Βρετανός ντοκιμαντερίστας ξετυλίγει το νήμα της προσωπικής τους ιστορίας, αλλά και ταυτόχρονα το χρονικό μιας εποχής, όπου η σεξουαλική απελευθέρωση και οι ανοιχτοί γάμοι, επηρεάζουν τον τρόπο σκέψης μιας ολόκληρης γενιάς. Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, ο Κοέν γνωρίζει τον έρωτα και δημιουργεί, κερδίζει την παγκόσμια καταξίωση, ενώ βασανίζεται από τις εξαρτήσεις του και τις εσωτερικές του συγκρούσεις ως γνήσιο παιδί μιας εποχής που πάλευε να βρει την ταυτότητά της.
Μέσα από αφηγήσεις ανθρώπων που γνώριζαν το ζευγάρι και συνεργατών του Κοέν, αλλά και αρχειακό υλικό, ο Μπρούμφιλντ με θαυμασμό και αγάπη για τους πρωταγωνιστές του, σκιαγραφεί το πορτρέτο ενός ρομαντικού έρωτα, παράλληλα με την καλλιτεχνική διαδρομή ενός σημαντικού δημιουργού που έμελλε να σφραγίσει τη μουσική, με αρκετές δόσεις νοσταλγίας, όπως ακριβώς θα ήθελε μάλλον κι ο ίδιος ο Κοέν.
Μαύρα Χριστούγεννα (Black Christmas)
Σκηνοθεσία: Σοφία Τακάλ
Παίζουν: Ίμογκεν Πουτς, Αλείζ Σάνον, Λίλι Ντονόγκουε, Μπρίτανι Ογκρέιντι, Κάλεμπ Έμπερχαρντ, Σάιμον Μιντ και Κάρι Έλγουες
Περίληψη: Στις κινηματογραφικές πρεμιέρες μια παρέα κοριτσιών κολεγίου ετοιμάζεται πυρετωδώς για τα Χριστούγεννα, όταν ένας μασκοφόρος ψυχοπαθής εισβάλλει στο πανεπιστήμιο και δολοφονεί αδιακρίτως όποιον βρει. Τα κορίτσια όμως είναι αποφασισμένα να τον σταματήσουν. Άραγε θα τα καταφέρουν;
Η Σοφία Τακάλ («Always Shine») διασκευάζει τη γνωστή cult ταινία τρόμου του 1974, στην οποία ένας μανιακός δολοφόνος με άγνωστα κίνητρα, σφάγιαζε τα μέλη μιας αδελφότητας.
Τα κορίτσια ενός κολεγίου ετοιμάζονται να υποδεχτούν την εορταστική περίοδο. Τότε αρχίζουν οι φόνοι από έναν ψυχοπαθή με μια ανατριχιαστική μάσκα, που έχει διεισδύσει στο κολλέγιο. Όσο η φρίκη συνεχίζεται, ξεσπάει ο πανικός και η αμοιβαία καχυποψία. Όμως ο δολοφόνος δεν έχει υπολογίσει ότι η αυτή η παρέα είναι πιο δυναμική απ’ όσο περίμενε.
Οι ταινίες τρόμου των μεγάλων studio που έχουν σκηνοθετηθεί από γυναίκα, είναι μετρημένες στα δάχτυλα. Στη συγκεκριμένη περίπτωση όμως, έχουμε ένα θρίλερ για τη δύναμη των γυναικών, με γυναίκες ηρωίδες, που έχει γραφτεί και σκηνοθετηθεί από γυναίκες.
Η παλιά ταινία του 1974 ήδη είχε διαφοροποιηθεί από το genre για την εποχή της, όσον αφορά τη στερεοτυπική απεικόνιση του θηλυκού στοιχείου. Οι επιθυμίες και οι ανησυχίες εκείνων των κοριτσιών, ήταν πολύ διαφορετικές από τις συνηθισμένες scream queens ή τις αφελείς νεαρές γυναίκες που έπαιζαν τα συνήθη θύματα των δολοφόνων. Γι’ αυτό άλλωστε αποτελεί ιδανικό υλικό για ένα sequel, που αποθεώνει τη γυναικεία χειραφέτηση.
Έτσι εδώ το αναίτιο κακό που παίρνει τη μορφή της τοξικής αρρενωπότητας και η αντίσταση της αδελφότητας συμβολίζει με ένα τρόπο σύγχρονο #timesup με τον ψυχαγωγικό τρόπο που μόνο τα γνήσια φιλμ τρόμου ξέρουν να προσφέρουν.
Η εκδίκηση αποκτά κοινωνικά χαρακτηριστικά, το κολλέγιο χρησιμοποιείται ως μια συμβολική αναπαράσταση της σύγχρονης Αμερικής και η συνεργασία των κοριτσιών απέναντι στον μισογυνισμό που πυροδοτεί τα δολοφονικά ένστικτα αποτελούν βασικούς άξονες της Τάκαλ, που με μια αναπάντεχη μεταφυσική τροπή δίνει νέα πνοή σε ένα τυπικό slasher movie.
Ραντεβού στο Belle Époque, La Belle Époque
Σκηνοθεσία: Νικολά Μπεντό
Παίζουν: Ντανιέλ Οτέιγ, Γκιγιόμ Κανέ, Ντόρια Τίλιερ, Φανί Αρντάν, Πιερ Αρντιτί
Περίληψη: Στις κινηματογραφικές πρεμιέρες ένας φιλήσυχος εξηντάρης μέσα από μια ιδιαίτερη μορφή ψυχαγωγίας, ταξιδεύει στον χρόνο κι επιστρέφει στην πιο αξέχαστη εβδομάδα της ζωής του, όταν το 1974 συνάντησε τη γυναίκα που ερωτεύτηκε.
Ο Νικολά Μπεντό («Ο Κύριος και η Κυρία Αντελμάν») παίζει με τον μαγικό ρεαλισμό σε μια ρομαντική δραμεντί με πρωταγωνιστή τον Ντανιέλ Οτέιγ.
Ο Βίκτορ, ένας πρώην διάσημος κομίστας που στα εξήντα του χρόνια η γυναίκα του τον διώχνει από το σπίτι, γνωρίζει τον νεαρό Αντουάν, ο οποίος του προσφέρει μια μοναδική, πρωτοποριακή μορφή ψυχαγωγίας. Χάρη σε έναν μοναδικό συνδυασμό θεατρικών τεχνασμάτων και ιστορικής αναπαράστασης, η εταιρεία του Αντουάν χαρίζει την ευκαιρία στους πελάτες της να επιστρέψουν σε όποια χρονική περίοδο επιλέξουν. Ο Βίκτορ, προσπαθώντας να αποδράσει από την μίζερη πραγματικότητά του, αποφασίζει να ταξιδέψει στη Λυόν του 1974 και να ξαναζήσει την πιο αξέχαστη εβδομάδα της ζωής του: όταν συνάντησε τον μεγάλο έρωτα σαράντα χρόνια πριν.