Στις κινηματογραφικές πρεμιέρες της εβδομάδας, το ενδιαφέρον μονοπωλεί το συναρπαστικό «1917» του Σαμ Mέντες.
Η ταινία «1917» μετά από τον θρίαμβο της στις Χρυσές Σφαίρες θεωρείται πια αδιαφιλονίκητο φαβορί για τα Όσκαρ.
Στους κινηματογράφους και το πολωνικό «Corpus Christi» με την ταινία από τη Ρωσία «Ψηλό κορίτσι» να κονταροχτυπιούνται για το Χρυσό Αγαλματίδιο στην κατηγορία της Ξενόγλωσσης Ταινίας.
1917
Σκηνοθεσία: Σαμ Μέντες
Παίζουν: Ντιν Τσαρλς Τσάπμαν, Τζορτζ ΜακΚέι, Ντάνιελ Μέις, Κόλιν Φερθ
Περίληψη: Στην καρδιά του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, δύο νεαροί Βρετανοί στρατιώτες, ο Σκόφιλντ και ο Μπλέικ αναλαμβάνουν μια δύσκολη και επικίνδυνη αποστολή. Σε μια μάχη ενάντια στο χρόνο, πρέπει να περάσουν στα εδάφη του αντιπάλου και να παραδώσουν ένα μήνυμα που θα σταματήσει μια θανάσιμη επίθεση, που θα κοστίσει τη ζωή σε 1.600 στρατιώτες. Ανάμεσα σε αυτούς είναι και ο αδερφός του Μπλέικ.
Ο Σαμ Μέντες («American Beauty», «Skyfall») βασίζεται στις αφηγήσεις του παππού του που πολέμησε στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και γυρίζει μια από τις καλύτερες αντι-πολεμικές ταινίες όλων των εποχών.
Ήδη με δυο Χρυσές Σφαίρες (Καλύτερης ταινίας και σκηνοθεσίας) το έπος του «1917» θα πρωταγωνιστήσει στα Όσκαρ, όμως εδώ μιλάμε για κάτι παραπάνω από μια πολύ καλή ταινία.
Ο Σαμ Μέντες με την καταλυτική συνδρομή του σπουδαίου Ρότζερ Ντίκινς στη διεύθυνση φωτογραφίας και της Κρίστι Γουίλσον-Κερνς στο σενάριο μάς οδηγεί στα χαρακώματα του πιο σκληρού πολέμου της σύγχρονης Ιστορίας, και δημιουργεί ένα κινηματογραφικό αριστούργημα που έρχεται να μας ξαναθυμίσει τη μαγεία της Έβδομης Τέχνης.
Ακολουθώντας δυο νεαρούς στρατιώτες, τον Σκόφλιντ και τον Μπλέικ που πρέπει να περάσουν τις γραμμές του εχθρού και να παραδώσουν ένα απόρρητο μήνυμα στους Βρετανούς, προκειμένου να σταματήσει μια επίθεση που θα κοστίσει τον θάνατο σε χιλιάδες στρατιώτες, ο Μέντες μακριά από ηρωισμούς και εθνικοπατριωτικές εξάρσεις, χρησιμοποιεί μακράς διαρκείας λήψεις που φαίνονται σαν ένα συνεχές μονοπλάνο – πράγμα εξαιρετικά απαιτητικό από τεχνικής άποψης- δημιουργώντας τελικά μια βιωματική εμπειρία για τον θεατή.
Εδώ δεν υπάρχουν νικητές και ηττημένοι, -μόνο άνθρωποι εγκλωβισμένοι στον ιστό της Ιστορίας, που απλώς πρέπει να επιβιώσουν, γι ’αυτό ο Μέντες σοφά δεν ασχολείται με την πλευρά που ανήκουν οι ήρωές του - θα μπορούσαν κάλλιστα να είναι και οι Γερμανοί. Ακολουθώντας λοιπόν το πρωταγωνιστικό δίδυμο με την κάμερά του, περνάμε μαζί τους όλες τις δοκιμασίες , νιώθουμε την αδρεναλίνη να ανεβαίνει σε αυτό το ανελέητο παιχνίδι επιβίωσης, βιώνουμε την φρίκη και την σκληρότητα ενός πολέμου που θα τελειώσει μόνο ότι με τον «τελευταίο επιζώντα», όπως λέει προφητικά ο στρατηγός Μακένζι.
Εξαιρετικά κάδρα, δύσκολα γυρίσματα που κόβουν την ανάσα, εικόνες απαράμιλλης ποίησης- ο σταυρός που στέκει όρθιος μέσα στις φλόγες, τα ερείπια της πόλης που φλέγονται τη νύχτα, τα πτώματα που έχουν κατακλύσει μια μικρή έκταση γης, είναι μόνο μερικές από αυτές- ένα φανταστικό μουσικό σκορ από τον Τόμας Νιούτον που ακολουθεί αυτή την πορεία στην κόλαση ,- αλλά και στιγμές εξόχως συγκινητικές , αιχμηρά πολιτικές και ταυτόχρονα βαθιά φιλοσοφικές εναλλάσσονται σε αυτή την αγωνιώδη διαδρομή που σε κρατάει από το πρώτο έως το τελευταίο λεπτό.
Ο Ντιν Τσαρλς Τσάπμαν και ο Τζορτζ ΜακΚέι είναι ιδανικές επιλογές για αυτά τα νέα και άπειρα από τη ζωή παιδιά που καλούνται να γίνουν ήρωες χωρίς να το θέλουν, ενώ οι υπόλοιποι χαρακτήρες φωτίζουν ο καθένας και μια πλευρά αυτής της αναίτιας τελικά μάχης: ο σκληροτράχηλος στρατιωτικός, η φοβισμένη γυναίκα με το μωρό, ο εχθρός που ενώ τον σώζουν βγάζει το μαχαίρι και επιτίθεται, ο κυνικός λοχίας, ο ιδεαλιστής λοχαγός – συνθέτουν το παζλ της Ιστορίας που τελικά γράφεται από ένα ανώνυμο πλήθος.
Κι αν η «Διάσωση του στρατιώτη Ράιαν» καταφέρνει να αποτυπώσει τον σκληρό ρεαλισμό ενός πολέμου, ο Μέντες στο « 1917» καταφέρνει να θέσει ένα υπαρξιακό ερώτημα σχετικά με το μοιραίο και το τυχαίο, μέσα από μια ταινία που πλέον θα συγκαταλέγεται στο πάνθεον των μεγάλων δημιουργιών του σινεμά.
Corpus Christi (Boze Cialo)
Σκηνοθεσία: Γιαν Κομάσα
Παίζουν: Μπαρτόζ Μπιελένια, Αλεξάντρα Κονιέζνα, Ελίζα Ρίσεμπελ
Περίληψη: O εικοσάχρονος Ντάνιελ βιώνει πνευματική μεταμόρφωση κατά τη διάρκεια της παραμονής του στο αναμορφωτήριο. Θέλει να γίνει ιερέας αλλά αυτό είναι αδύνατο εξαιτίας του ποινικού του μητρώου. Όταν τον στέλνουν να εργαστεί στο ξυλουργείο μιας κωμόπολης, κατά την άφιξή του προσποιείται τον ιερέα και καταλήγει να αναλάβει καθήκοντα στην τοπική ενορία. Η εμφάνιση του νεαρού χαρισματικού ιεροκήρυκα δίνει την ευκαιρία στην τοπική κοινωνία, που ταλανίζεται από ένα τραγικό συμβάν, να αποκαταστήσει την ισορροπία της.
Μια μεγάλη καλλιτεχνική αλλά και εισπρακτική επιτυχία από την Πολωνία, που έκανε την πρεμιέρα της στο Φεστιβάλ Βενετίας (Βραβείο Europa Cinemas Label στο τμήμα Giornate degli Autori), και βρίσκεται στη short list για το όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας.
Ο Ντάνιελ περνάει τις μέρες στο αναμορφωτήριο, χωρίς να ξέρουμε για ποιο λόγο, κι ενώ ο ίδιος γίνεται συνένοχος σε μια σειρά από βίαιες πράξεις, ταυτόχρονα έρχεται σε επαφή με την πίστη μέσω ενός ιερέα της φυλακής. Αν και η βαθύτερη επιθυμία του είναι να σπουδάσει σε μια ιερατική σχολή, το ποινικό του μητρώο αποτελεί εμπόδιο στον δρόμο που θέλει να ακολουθήσει. Όταν όμως τον στέλνουν να εργαστεί σε ένα εργοστάσιο ξυλείας στην άλλη άκρη της χώρας, θα βρει την ευκαιρία που έψαχνε. Εκεί ο ιερέας της μικρής ενορίας πρέπει να νοσηλευτεί για θεραπεία, οπότε ο Ντάνιελ προσποιείται πως είναι κληρικός και αναλαμβάνει άτυπα τα καθήκοντά του. Έτσι αρχίζει να εξομολογεί ένα απελπισμένο ποίμνιο και να κηρύττει με τον δικό του ανατρεπτικό τρόπο τον Λόγο της αγάπης. Όμως η μικρή κοινωνία ταλανίζεται από ένα θλιβερό συμβάν, που ο νεαρός «παπάς» θα πρέπει να αντιμετωπίσει, βοηθώντας τους κατοίκους να ξαναβρούν τη γαλήνη.
Ο Γιαν Κομάσα με αυτή τη μαύρη σάτιρα ανιχνεύει τα όρια ανάμεσα στη θρησκεία και την πίστη μέσα από έναν αντι-ήρωα, που ενώ συνεχώς διαπράττει αμαρτίες κατά την κοινή λογική, έχει την εγγενή ικανότητα να κάνει το καλό. Οι δομές εξουσίας και οι ταξικές συγκρούσεις εντός και εκτός της φυλακής καταγράφονται με σκληρό ρεαλισμό και βία, ενώ η ελπίδα που δίνει η πίστη τόσο στον Ντάνιελ όσο και στους γύρω του, κινηματογραφούνται σε ένα ιερό φως. Μέσα από αυτή την αντίστιξη ο Κομάσα χωρίς να απαντά στα αιώνια ερωτήματα του ανθρώπου σχετικά με τον Θεό, αναρωτιέται τελικά για τη σημασία της πίστης σ' έναν κόσμο που μοιάζει αφιλόξενος , χωρίς ελπίδα.
Συχνά τα πολλά θέματα και οι αντικρουόμενες πλευρές του Ντάνιελ δημιουργούν μια σύγχυση στον θεατή, όμως αυτή ακριβώς η σύγχυση μοιάζει να είναι το θέμα του Πολωνού σκηνοθέτη, που αν και ξεκινάει από μια ιστορία απολύτως συμβατή με το καθολικό περιβάλλον της χώρας του, βρίσκει τον τρόπο να ανοίξει τον προβληματισμό του σε ένα ευρύ κοινό. Ο Μπαρτόζ Μπιελένια, με το διαπεραστικό βλέμμα και το σκληρό πρόσωπο γίνεται ιδανικός ενσαρκωτής των αντιθέσεων και των αντιφάσεων του Ντάνιελ, αποτυπώνοντας τελικά αυτή την ηθική και πνευματική διαμάχη που ενυπάρχει στον καθένα μας.
Ένα Ψηλό Κορίτσι (Dylda / Beanpole)
Σκηνοθεσία: Καντεμίρ Μπαλάγκοφ
Παίζουν: Βικτώρια Μιροσνιτσένκο, Βασίλισα Περελίτζινα, Αντρέι Μπικόφ
Περίληψη: Μετά από το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου στο Λένινγκραντ, δύο γυναίκες προσπαθούν να επιβιώσουν με πενιχρά μέσα, ενώ αναζητούν τρόπο να ανακτήσουν την αξιοπρέπεια και τον παλιό τους εαυτό.
Ένα στιβαρό δράμα εποχής από τον Καντεμίρ Μπαλάκοφ («Οι Δικοί μου Άνθρωποι»), που αποτελεί και υποψηφιότητα της Ρωσίας για Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας.
Στο Λένινγκραντ, το 1945, μπορεί ο πόλεμος να έχει τελειώσει, όμως η εικόνα της πόλης δεν θυμίζει νικήτρια χώρα. Συντρίμμια και άνθρωποι εξαντλημένοι περιφέρονται στα πρόθυρα της ανέχειας.
Η Ίγια, μια αφύσικα ψηλή κοπέλα, εργάζεται σε ένα νοσοκομείο και περιποιείται τους τραυματίες , ενώ ταυτόχρονα εξαιτίας μιας οδυνηρής επέμβασης υποφέρει από ξαφνικές διαλείψεις. Μεγαλώνει όμως τον γιο μιας συναγωνίστριάς της, της Μάσα, μέχρι που ένα τραγικό συμβάν θα αναστατώσει τις ζωές τους. Οι δυο γυναίκες αποκτούν μια σχέση αλληλεξάρτησης ,ενώ προσπαθούν απελπισμένα να ξαναρχίσουν τη ζωή τους από το μηδέν σ' έναν κόσμο που πλέον έχει οριστικά αλλάξει, όπως άλλωστε και οι ίδιες.
Ο Καντεμίρ Μπαλάγκοφ, βασισμένος στο βιβλίο «Ο πόλεμος δεν έχει πρόσωπο γυναίκας» της βραβευμένης με Νόμπελ Σβετλάνα Αλεξίεβιτς, επιλέγει να μελετήσει το μεταπολεμικό τραύμα από την πλευρά των νικητών, που περιφέρονται σαν φαντάσματα, χωρίς να μπορούν να απολαύσουν την ειρήνη και την ελευθερία τους, αλλά και από τη γυναικεία οπτική που αναζητά τη μητρότητα ως αντίδοτο στην απελπισία. Κι αυτή η επιλογή είναι το αντιπολεμικό σύνθημα μιας ταινίας , γεμάτης από ήρωες εξαθλιωμένους και εξαντλημένους, που οδηγούνται μέσα από ένα κλίμα παραλογισμού σε παράδοξες και συχνά αψυχολόγητες συμπεριφορές.
Καθοδηγώντας τους ηθοποιούς σε μια αντιφατική αλλά τελικά τόσο κοινή υποκριτική γραμμή, ο Μπαλάγκοφ δημιουργεί ρωγμές και τολμάει άλματα ανάμεσα στο γέλιο και τον σπαραγμό, την οδύνη και την ελπίδα, τη βία και την αγάπη, όπως ταιριάζει σε κάθε κοινωνία που αναζητάει την ταυτότητά της μετά από έναν φρικιαστικό πόλεμο.
Ταυτόχρονα επιλέγει στο μεγαλύτερο μέρος να μένει σε εσωτερικούς χώρους και να κινηματογραφεί τα πρόσωπά του σε κλειστά κάδρα, που μοιάζουν με πορτρέτα της φλαμανδικής σχολής, αποτυπώνοντας έτσι με μια ιερότητα την παραδοξότητά τους. Αυτό ακριβώς είναι το πλεονέκτημα και το μειονέκτημα της ταινίας: από τη μια ξαφνιάζει τον θεατή, από την άλλη η αλλόκοτη συμπεριφορά των ηρώων δημιουργεί μια συναισθηματική απόσταση, που η ερμηνευτική δεινότητα των Ρώσων ηθοποιών δεν δύναται πάντα να υπερκεράσει.
Η Ομορφιά της Ύπαρξης (Om det oändliga / About Endlessness)
Σκηνοθεσία: Ρόι Άντερσον
Παίζουν: Μπενγκτ Μπέργκιους, Άνια Μπρομς, Μαρί Μπούρμαν, Αμάντα Ντέιβις, Τατιάνα Ντελάουνεϊ
Περίληψη: Ένας στοχασμός πάνω στην ανθρώπινη ζωή, σε όλη της την ομορφιά και τη σκληρότητα, το μεγαλείο της αλλά και τα κλισέ της.
Ο Ρόι Άντερσον, ο Σουηδός μάστορας του σουρεαλισμού, κλείνει με ένα κινηματογραφικό ποίημα μια άτυπη τριλογία μετά από το «Ένα περιστέρι έκατσε σε ένα κλαδί….» και τα «Τραγούδια από τον δεύτερο όροφο», αποσπώντας το βραβείο καλύτερης σκηνοθεσίας στο φεστιβάλ Βενετίας 2019.
Με οδηγό τη φωνή μιας αφηγήτριας , που θα μπορούσε να είναι μια παραμυθού, όπως η Σεχραζάτ, ο Ρόι Άντερσον καταγράφει μικρά κινηματογραφικά χαϊκού , απλές καθημερινές ιστορίες ή μεγάλα κοσμοϊστορικά γεγονότα, αποτυπώνοντας την μοναξιά, την έλλειψη πίστης του σύγχρονου κόσμου, την ήττα του πολιτισμού, αλλά ταυτόχρονα και τη νίκη της ζωής.
Ένα ζευγάρι ίπταται πάνω από την Κολωνία εν καιρώ πολέμου, ένας πατέρας σταματά μέσα στη βροχή για να δέσει τα κορδόνια της κόρης του ή μια γυναίκα που νόμιζε πως κανείς δεν την περίμενε σε μια αποβάθρα, συνυπάρχουν στο ίδιο σύμπαν με έναν ιερέα που έχει χάσει την πίστη του, έναν στρατό που νικήθηκε και κατευθύνεται προς τη Σιβηρία, ακόμα και τον Χίτλερ που έρχεται αντιμέτωπος με την πτώση.
Ως γνήσιος ποιητής της μεγάλης οθόνης, ο Άντερσον αφήνει τις ψυχρές χρωματικά αλλά πλούσιες συναισθηματικά εικόνες του να μιλούν από μόνες τους, καταγράφοντας έναν παγωμένο κόσμο με πρόσωπα λευκά, σχεδόν νεκρά, που βιώνουν την τραγωδία και παράλληλα την ομορφιά του να είναι κανείς ζωντανός.
Βάζοντας πολλά μείζονος σημασίας θέματα και μικρές στιγμές της καθημερινότητας μαζί, ο Άντερσον σχολιάζει τελικά την Ιστορία και το πώς αυτή επιδρά πάνω στο άτομο, κι ενώ παραμένει μέχρι τέλους βαθιά μελαγχολικός για την ανθρώπινη μοίρα, αφήνει μια χαραμάδα στην ελπίδα, γιατί αυτός ο κόσμος , ακόμα κι αν έχει υποφέρει τα πάνδεινα, πάντα θα έχει χώρο για τρία χαρούμενα κορίτσια που χορεύουν πηγαίνοντας σε ένα πάρτι.
Η Κατάρα (The Grudge)
Σκηνοθεσία: Νίκολας Πέσκε
Παίζουν: Τάρα Γουέστγουντ, Τζάνκο Μπέιλι, Ντέιβιντ Λόρενς Μπράουν
Περίληψη: Μια εκδικητική, πεθαμένη ψυχή, ένα φάντασμα που βρίσκει καταφύγιο σε ένα καταραμένο σπίτι, δημιουργεί μια τρομακτική αλυσίδα θανάτου σε όποιον προσπαθήσει να μπει μέσα, να κατοικήσει και να αναζητήσει την προέλευση του Κακού.
Δεκαπέντε χρόνια μετά από την αμερικάνικη εκδοχή της «Κατάρας» από τον Σαμ Ράιμι, ακόμη μια εκδοχή του «Ju On» (2002) του Τακάσι Σιμίζου.
Ένας ντετέκτιβ ζει με την ανάμνηση της πεθαμένης μητέρας του, δαιτηρώντας το πατρικό τους, όπως ακριβώς το άφησε εκείνη, φεύγοντας. Η θλίψη τον έχει μετατρέπει σε έναν απλησίαστο κι απόμακρο άνθρωπο. Μέχρι που συναντάει μια αστυνομική ερευνήτρια η οποία μεγαλώνει μόνη της τον επτάχρονο γιο της , από τότε που ο σύζυγός της πέθανε. Οι δυο τους θα πρέπει να αντιμετωπίσουν την κατάρα ενός στοιχειωμένου σπιτιού, που σκοτώνει όποιον τολμήσει να περάσει την πόρτα του.
Με αφετηρία το 2004, κλείνοντας ουσιαστικά το μάτι στην πρώτη αμερικανική εκδοχή της, αλλά βάζοντας στο παιχνίδι και την Ιαπωνία, καθώς εμφανίζεται το σπίτι εκείνο που «πρωταγωνιστούσε» και στην ταινία του Σιμίζου, ο Πέσκε ( «The eyes of my mother», «Piercing») που από έφηβος είχε εμμονή με την «Κατάρα» αναλαμβάνει τα σκηνοθετικά ηνία, σε μια σχεδόν αστεία απόπειρα αναβίωσης μια ταινίας που αποτέλεσε σταθμό για το σινεμά του τρόμου.
Και μιλάμε φυσικά για την πρωτότυπη ταινία του Σιμίζου , ο οποίος κατάφερε να αποτυπώσει τον «αόρατο» κόσμο προκαλώντας ρίγη ανατριχίλας. Στη συνέχεια ο Ράιμι ακολουθώντας τη μόδα του Χόλιγουντ να στηρίζεται σε παλιές ταινίες, λόγω έλλειψης σεναρίων, κάνει μια φιλότιμη προσπάθεια χωρίς πολλά αποτελέσματα, όμως ο Πέσκε πραγματικά το τερματίζει, αφού οριακά καταφέρνει τα ξεπεράσει τα όρια της γραφικότητας και να μας βυθίσει σε μια πλήξη άνευ προηγούμενου.
Ουπς! Ο Νώε έφυγε … (Oops… Noah is Gone!)
Σκηνοθεσία: Τόμπι Γκένκελ, σε συνσκηνοθεσία με τον Σον ΜακΚόρμακ
Με τις φωνές των ( στα ελληνικά): Θάνου Λέκκα, Κώστα Αποστολίδη. Ελισάβετ Μουτάφη, Νίκης Γρανά, Φώτη Πετρίδη κ.α
Περίληψη: Αναρωτηθήκατε ποτέ τι απέγιναν όλα τα ζωάκια που δεν κατάφεραν να επιβιβαστούν στην Κιβωτό του Νώε Από αυτή την ιδέα, ξεκινάει η ξεκαρδιστική περιπέτεια μιας αξιαγάπητης παρέας , που θα ανακαλύψει τι σημαίνει φιλία και αγάπη, ενώ ο κόσμος κυριολεκτικά χάνεται!
Η κλασική, διαχρονική ιστορία της Κιβωτού του Νώε -αυτή τη φορά, όμως, από την οπτική ματιά των… χαμένων της υπόθεσης- μετατρέπεται σε μια περιπέτεια, που τολμά να φανταστεί έναν εντελώς καινούργιο κόσμο: αυτόν που υπήρχε πριν από εμάς!
Ο Ντέιβ και ο γιος του, Φίνι, ανήκουν στο περίεργο είδος των φρουφρούληδων, ένα αδέξιο και ιδιαίτερης όψης ζώο που φαινομενικά δεν κάνει για τίποτα - γι’ αυτό μια δεν τους επιτρέπεται η επιβίβαση στην Κιβωτό του Νώε. Δύο γραπίνες, η Χέιζελ και η κόρης της, Λία, τους βοηθούν να περάσουν ως λαθρεπιβάτες. Όταν όμως η Κιβωτός αναχωρήσει, η Λία και ο Φίνι μένουν κατά λάθος έξω και πρέπει να τα βγάλουν πέρα μόνα τους. Το παράδοξο αυτό δίδυμο, παρέα με διάφορα ζωάκια που συναντούν στον δρόμο τους, πρέπει να αντιμετωπίσει μια σειρά από μπελάδες: από τα νερά που ολοένα φουσκώνουν γύρω τους ως άλλα ζώα που τους έχουν βάλει στο μάτι. Στο μεταξύ, οι γονείς τους, που βρίσκονται στην Κιβωτό, κάνουν ό,τι μπορούν για να γυρίσουν πίσω και να σώσουν τα παιδιά τους. Τελικά μερικές φορές πρέπει να αντιμετωπίσεις το τέλος του κόσμου για να βρεις τη θέση σου σε αυτόν.
Η βασίλισσα του χιονιού (The Snow Queen)
Σκηνοθεσία: Vladlen Barbe, Maksim Sveshnikov
Με τις φωνές των (στα ελληνικά): Εβελίνας Αραπίδη, Χριστέλλας Γκιζέλη, Τερέζας Καζιτόρη, Κωνσταντίνου Κακανά, Κώστα Καραμουσαλή, Ελευθέριας Μεταξά, Λίλας Μουτσοπούλου, Ποίμη Πέτρου
Περίληψη: Το κλασικό παραμύθι του Χανς Κρίστιαν Άντερσεν σε μια μοντέρνα animation διασκευή.
Ρωσικό animation, βασισμένο στο διάσημο παραμύθι του Χανς Κρίστιαν Άντερσεν.
Η Βασίλισσα του Χιονιού προσπαθεί να βρει και να καταστρέψει κάθε καλλιτέχνη και κάθε δημιουργικό έργο. Σύντομα στο στόχαστρό της μπαίνει ένας ανυποψίαστος μικρός ζωγράφος, ο οποίος δεν έχει ιδέα πως η ζωή του πρόκειται να πάρει μια περιπετειώδη τροπή. Σε αυτό τον ψυχρό και μαγεμένο κόσμο η μικρή Τζέρντα αναζητά τον χαμένο αδελφό της Κέι. Στη διαδρομή της θα συναντήσει πολλά εμπόδια, αλλά και καινούριους φίλους σε μία περιπέτεια που η αγάπη νικάει τα πάντα.
Η Νύχτα τ’ Άγι’ Αντώνη [Μακρόνησος Β11]
Σκηνοθεσία- Σενάριο: Θανάσης Σκρουμπέλος
Παίζουν: Μαρία Παπαγαβριήλ, Θοδωρής Προκοπίου, Θανάσης Κοντός
Περίληψη: Ο Θανάσης Σκρουμπέλος μέσα από μια arte povera δημιουργία επιστρέφει στη Μακρόνησο.
Ο Θανάσης η Σκρουμπέλος εμπνέεται από την αληθινή ιστορία του αντιστασιακού Δημήτρη Τατάκη.
Ένα βράδυ ο Αντώνης, απόστρατος αξιωματικός, ξεμένει στη Μακρόνησο. Συναντά τον Περικλή και τη Σάρα κι ο χορός του θανάτου αρχίζει. Η νύχτα θα αποκαλύψει τα κρυμμένα μυστικά , που τους συνδέουν και θα λύσει τον γόρδιο δεσμό που τους κρατάει δεμένους από παλιά σε ένα τραγικά λυτρωτικό το ξόδι και για τους τρεις τους.
@9: Στα Εννιά
Σκηνοθεσία: Άγγελος Σπάρταλης
Παίζουν: Δήμητρα Σπάρταλη, Βασίλης Αγουάντ, Σοφία Παπαδοπούλου, Αγγελική Τσαμπάζη, Βασίλης Φακανάς, Άγγελος Παπαδημητρίου, Αλέξανδρος Λογοθέτης, Χιονία Χιωτέλλη
Περίληψη: Μια αλληγορική παραβολή πάνω στην απώλεια.
Ο Άγγελος Σπάρταλης υπογράφει μια ασπρόμαυρη ταινία «φαντασίας» με φόντο την ελληνική κρίση.
Σύμφωνα με έναν ακόμα αστικό μύθο, ένα κορίτσι- φάντασμα, ηλικίας εννέα ετών, καταλαμβάνει τα κατασχεθέντα από τις τράπεζες διαμερίσματα του κέντρου των Αθηνών και επιτίθεται με βία στους μεσίτες και τους νέους αγοραστές. Ένα νεαρό ερωτευμένο ζευγάρι, στο ξεκίνημα της κοινής του ζωής, θα προσπαθήσει να εκμεταλλευτεί το μικρό φάντασμα για δικό του όφελος.
Επαναπροβολές:
Περσόνα (Persona)
Σκηνοθεσία: Ίνγκμαρ Μπέργκμαν
Παίζουν: Μπίμπι Άντερσον, Λιβ Ούλμαν, Μαργκαρέτα Κρουκ, Γιόργκεν Λίντστρομ, Γκούναρ Μπιόρνστραντ
Περίληψη: Ένα φιλοσοφικό δοκίμιο πάνω στο δισυπόστατο, την αναζήτηση της ταυτότητας, αλλά και την αντίθεση ανάμεσα στη σιωπή και στις λέξεις, στη θεραπεία και την ψυχοπάθεια.
Ο μεγάλος Σουηδός σκηνοθέτης υπογράφει μια σπουδή της γυναικείας φύσης και του υπαρξιακού αδιεξόδου.
Η ηθοποιός Ελίζαμπεθ Βόγκλερ, παντρεμένη και μητέρα ενός μικρού αγοριού, καταρρέει κατά τη διάρκεια μιας παράστασης της «Ηλέκτρας» τυο Σοφοκλή. Στη συνέχεια καταφεύγει στη σιωπή και την απομόνωση από τον υπόλοιπο κόσμο. Η νοσοκόμα που την περιποιείται, η Άλμα, τη συνοδεύει στο παραθαλάσσιο σπίτι της γιατρού της, για να βελτιωθούν οι συνθήκες ανάρρωσής της. Η Άλμα προσπαθεί συνεχώς να διαλευκάνει ποιος είναι ο λόγος που η Ελίζαμπεθ έχει επιλέξει τη σιωπή (η οποία μετατρέπεται σιγά σιγά σε κατατονία), μιας και πιστεύει ότι διαθέτει ένα είδος «εσωτερικής δύναμης», που την έχει ωθήσει σε αυτή την επιλογή. Παρότι εντελώς αντίθετοι χαρακτήρες μια περίεργη όσμωση θα δημιουργηθεί ανάμεσα στις δύο γυναίκες. Επειδή ο γιατρός που παρακολουθούσε την Ελίζαμπεθ έχει απαγορεύσει τις επισκέψεις, η Άλμα μιλάει συνεχώς στην ασθενή της, προσπαθώντας να εκμαιεύσει λεπτομέρειες από τη ζωή της. Οι μέρες περνούν και η Άλμα προκειμένου να κάνει την Ελίζαμπεθ να αντιδράσει, της μιλάει διαρκώς, χωρίς ποτέ να λαμβάνει απάντηση. Σύντομα θα αρχίσει να της εξομολογείται όλα της τα μυστικά και τις πιο μύχιες σκέψεις της. Σ’ αυτό το διάστημα της συγκατοίκησης και της απομόνωσης, ανάμεσα στις δυο γυναίκες που μοιάζουν πολύ εξωτερικά, αναπτύσσεται μια παράξενη σχέση, η οποία οδηγεί σταδιακά και με παράξενο τρόπο, στη συγχώνευση των προσωπικοτήτων τους, της μίας μέσα στην άλλη.