Η εικόνα του Αλέξη Τσίπρα να μιλάει στην σχεδόν άδεια αίθουσα της Ολομέλειας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στο Στρασβούργο ήταν αποκαρδιωτική.
Βλέπετε, εκεί δεν μπορούσε να έχει «κλακαδόρους», ούτε μεταφερόμενους υποστηρικτές του ΣΥΡΙΖΑ, όπως έγινε στο Μάτι και στην Ιθάκη. Όμως, η εικόνα με την άδεια αίθουσα του Ευρωκοινοβουλίου, ήταν ντροπιαστική και για την χώρα μας, καθώς φανερώνει πως μια μεγάλη μερίδα των Ευρωπαίων θεωρεί πως η Ελλάδα, δυστυχώς, διαθέτει έναν ανυπόληπτο πρωθυπουργό.
Βρέθηκα στο Στρασβούργο τον περασμένο Απρίλιο, όταν στην αίθουσα της Ολομέλειας βρισκόταν ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν. Τότε η αίθουσα ήταν γεμάτη από ευρωβουλευτές όλων των πολιτικών ομάδων. Ακόμη και οι ευρωβουλευτές της Αριστεράς, που διαφωνούν μαζί του, βρίσκονταν εκεί για να ακούσουν την ομιλία του, κρατώντας πλακάτ στα οποία αναγραφόταν το σύνθημα «κάτω τα χέρια από τη Συρία», αντιδρώντας στην συμμετοχή της Γαλλίας, (μαζί με το Ηνωμένο Βασίλειο και τις ΗΠΑ) σε επιχειρήσεις στη Συρία. Στην συνέχεια, όσοι διαφωνούσαν μαζί του, τον κατακεραύνωσαν με ερωτήσεις. Όμως, οι ευρωβουλευτές βρίσκονταν εκεί για να τον ακούσουν.
Ο κ. Τσίπρας είναι ο ένατος Ευρωπαίος ηγέτης που καλείται να αναπτύξει το όραμα του για την Ευρώπη στο Στρασβούργο. Όμως, οι ευρωβουλευτές του γύρισαν την πλάτη, ακριβώς επειδή ο Έλληνας πρωθυπουργός δεν πήγε εκεί για να μιλήσει για αυτό για το οποίο εκλήθη. Δεν μίλησε για το όραμα του για την Ευρώπη. Ο κ. Τσίπρας πήγε για να ξεδιπλώσει το ταλέντο του στην διχαστική ρητορική και να επιτεθεί στους πολιτικούς του αντιπάλους, κάτι που κανένας άλλος Ευρωπαίος ηγέτης δεν είχε διανοηθεί να πράξει στο παρελθόν μέσα στο Ευρωκοινοβούλιο. Πάντως, την ίδια πρακτική ακριβώς ακολουθεί και ο πολιτικός του σύμμαχος, Νικολάς Μαδούρο, όταν βγαίνει από τη Βενεζουέλα και βρίσκεται στον ΟΗΕ ή σε άλλα σημαντικά διεθνή φόρα.
Όσοι ευρωβουλευτές βρέθηκαν μέσα στην Ολομέλεια, αντιμετώπισαν τον κ. Τσίπρα με την ίδια καχυποψία που είχαν και το 2015, όταν ο πρωθυπουργός είχε πρωταγωνιστήσει στην μεγάλη ελληνική κρίση, την οποία είχε εξαγάγει στην Ευρώπη, εκβιάζοντας τους εταίρους με GREXIT, παράλληλο νόμισμα και πετρέλαιο από τη Βενεζουέλα, αν δεν μας δάνειζαν χρήματα. Την Τρίτη ο εκπρόσωπος του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, ο Ισπανός Εστέμπαν Γκονζάλες Πονς, θύμισε στον πρωθυπουργό τα καμώματα του Βαρουφάκη που κόστισαν στην Ελλάδα 100 δισεκατομμύρια, αλλά και τον επικίνδυνο λαϊκισμό του ΣΥΡΙΖΑ, προειδοποιώντας τον να μη τον επαναλάβει και τώρα.
Ο κ. Τσίπρας, για μια ακόμη φορά, έδειχνε να μην αντιλαμβάνεται που βρισκόταν. Από το βήμα του Ευρωκοινοβουλίου επιτέθηκε στον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Κυριάκο Μητσοτάκη, κατηγόρησε την Νέα Δημοκρατία για τη στάση της στη συμφωνία των Πρεσπών, μιλώντας για «ορισμό του λαϊκισμού και του καιροσκοπισμού». Έφθασε στο σημείο να εξυβρίσει και να προσβάλλει όσους συμμετείχαν στο συλλαλητήριο για τη Μακεδονία, το περασμένο Σάββατο στη Θεσσαλονίκη, χαρακτηρίζοντας τους «ακραία στοιχεία», ισχυριζόμενος μάλιστα ότι επρόκειτο για «τρεις με τέσσερις χιλιάδες». Εξαπέλυσε προσωπική επίθεση στην ευρωβουλευτή της Ν.Δ. Μαρία Σπυράκη για τα ρεπορτάζ που έκανε όταν εκείνη ήταν δημοσιογράφος. Στο τέλος μάλιστα, ο κ. Τσίπρας τόνισε ότι «η κριτική είναι ωφέλιμη για τη Δημοκρατία», αλλά υπενθύμισε με νόημα ότι η κριτική που του ασκείται γίνεται ανήμερα της επετείου του θανάτου του Σαλβαδόρ
Αλιέντε στη Χιλή, εν μέσω του αιματηρού πραξικοπήματος του Αουγούστο Πινοσέτ.
Με την συμπεριφορά του ο κ. Τσίπρας έδειξε για μια ακόμη φορά, ότι ο ίδιος προσωπικά δυσκολεύεται να προσαρμοστεί σε μια ευρωπαϊκή κανονικότητα. Απορρίπτει βασικές αρχές της φιλελεύθερης Δημοκρατίας. Επενδύει στον διχασμό και σε ένα έντονο πολιτικό τοξικό κλίμα. Μεταφέρει στο εξωτερικό τα εσωτερικά πολιτικά του αδιέξοδα. Πιστεύει ότι μπορεί να «εξάγει», ακόμη και στο Ευρωκοινοβούλιο στο Στρασβούργο, την διχαστική του ρητορική «ή εμείς, ή αυτοί».
Όμως, ο Αλέξης Τσίπρας πλέον «δεν κόβει εισιτήρια». Καθώς η Ελλάδα, ευτυχώς, δεν βρίσκεται πλέον στο επίκεντρο του διεθνούς ενδιαφέροντος και ο ίδιος ο κ. Τσίπρας έχει την ιδιότητα του απερχόμενου πρωθυπουργού, σχεδόν κανένας δεν ενδιαφέρεται πλέον να τον ακούσει. Ούτε την διχαστική του ρητορική, αλλά ούτε και το «όραμα» του για την Ευρώπη. Άλλωστε, τι όραμα μπορεί να έχει για την Ευρώπη ένας πολιτικός, που πριν από τρία χρόνια ήθελε να εισβάλει στο Νομισματοκοπείο, εκβίαζε τους Ευρωπαίους εταίρους, διεξήγαγε ένα διχαστικό δημοψήφισμα και έψαχνε για βοήθεια στη Βενεζουέλα του Μαδούρο;
Το εφιαλτικό καλοκαίρι του 2015, όταν ο Αλέξης Τσίπρας είχε βρεθεί και πάλι στην αίθουσα της Ολομέλειας του Ευρωκοινοβουλίου, η αίθουσα ήταν γεμάτη. Όχι γιατί οι ευρωβουλευτές θεωρούσαν τότε τον κ. Τσίπρα μεγάλο ηγέτη. Απλά, επειδή ήταν ο άνθρωπος ο οποίος με την αλλοπρόσαλλη διαπραγμάτευση του με τους δανειστές είχε οδηγήσει την Ελλάδα στο χείλος της χρεοκοπίας και της εξόδου από την ευρωζώνη. Οι ευρωβουλευτές ήθελαν να δουν και να ακούσουν εκείνον τον Έλληνα λαϊκιστή πολιτικό που εκμεταλλευόμενος την ελληνική κρίση κατάφερε να γίνει πρωθυπουργός και να ταράξει τα νερά της Ευρώπης. Ήθελαν να τον ακούσουν και να τον ρωτήσουν γιατί τα έκανε όλα αυτά.
Αυτά τότε. Σήμερα, ο Αλέξης Τσίπρας «δεν κόβει πια εισιτήρια» ούτε στην Ευρώπη.