Είναι εντυπωσιακό ότι σε μια εποχή κατά την οποία η συντριπτική πλειοψηφία της κοινής γνώμης, σύμφωνα με όλες τις μετρήσεις, στέκεται θετικά απέναντι στον θεσμό της αξιολόγησης, η ομοσπονδία των συνδικαλιστικών οργανώσεων στη δημόσια διοίκηση την αντιμάχεται με πάθος.
Η αποχή την οποία για μια ακόμη φορά εξήγγειλε η ΑΔΕΔΥ, παροτρύνοντας αξιολογητές και αξιολογούμενους να μη συμμετέχουν, είναι η επίμονη άρνηση ενός τμήματος της κοινωνίας απέναντι στην ανάγκη υιοθέτησης ενός προτύπου υπεύθυνης και παραγωγικής ατομικής και κοινωνικής συμπεριφοράς. Ενός προτύπου πάνω στο οποίο οικοδομούνται αλλέγγυες κοινωνίες, σύγχρονα κράτη και ισχυρές οικονομίες.
Η κοινή γνωμη απαιτεί την αξιολόγηση, συνδέοντάς την άμεσα με την ανάγκη βελτίωσης των παρεχόμενων υπηρεσιών στις υπηρεσίες του Dημοσίου. Πιστεύει ορθώς ότι η σύγχρονη μεταπολιτευτική πρακτική, με αποκορύφωμα το ανεξέλεγκτο σημερινό καθεστώς, επιτρέπει φαινόμενα διάλυσης, πλημμελούς άσκησης καθηκόντων, ταλαιπωρίας του πολίτη, τα οποία ασφαλώς δεν χαρακτηρίζουν το σύνολο των δημοσίων υπαλλήλων, είναι όμως ικανά για να τους δυσφημούν και να αίρουν την εμπιστοσύνη των πολιτών.
Η ανύπαρκτη σημερινή σύνδεση της συμπεριφοράς, της αποδοτικότητας και παραγωγικότητας ενός υπαλλήλου με την εξέλιξή του ασφαλώς έχει συνέπειες. Η παντελής έλλειψη κυρώσεων σε σχέση με την υπηρεσιακή συμπεριφορά και απόδοση είναι προφανές ότι αποκαρδιώνει τους ευσυνείδητους και αποθρασύνει τους άλλους. Η αναγκαιότητα, κατά συνέπεια, είναι προφανής και το κοινωνικό όφελος προφανέστερο.
Απέναντι σε όλα αυτά, η επίμονη άρνηση της συνδικαλιστικής ηγεσίας εκπέμπει στους ελάχιστους πλέον δημοσίους υπαλλήλους ψηφοφόρους που την νομιμοποιούν, ένα ηχηρότατο μήνυμα πελατειασμού και αναξιοκρατίας: Η ΑΔΕΔΥ δεν θα επιτρέψει σε κανένα να διαταράξει το αναξέλεγκτο καθεστώς, τις θολές εξυπηρετήσεις, τα μικρά καί αδιαφανή κάστρα εξουσίας, την λειτουργία της δημόσιας διοίκησης ως κομματικό και συνδικαλιστικό φέουδο.
Αυτό που είναι «διασκεδαστικό» είναι η στάση της κυβέρνησης. Ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως όλοι θυμούνται, ως αντιπολίτευση αγωνίστηκε σκληρά να αποτρέψει την αξιολόγηση. Σήμερα υποχρεώνεται από το τρίτο και επαχθέστερο μνημόνιο που έφερε μετά το μοιραίο δημοψήφισμά του, να υιοθετήσει την θεσμοθέτηση της ηλεκτρονικής διεξαγωγής της μέσω πλατφόρμας. Και όχι μόνο αυτό, αλλά σύμφωνα με τις μνημονιακές του υποχρεώσεις η διαδικασία θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί μέχρι τον Ιούνιο. Είναι περισσότερο από βέβαιο ότι όταν χάσει την εξουσία θα ξαναπολεμήσει στη Βουλή αλλά και στους δρόμους την αξιολόγηση, θα ξαναστηρίξει αποχές και απεργίες συντασσόμενος με και καθοδηγώντας εκείνα τα τμήματα της κοινωνίας που αντιστέκονται στην πρόοδο και την ατομική και συλλογική προκοπή.
Αυτή είναι η άποψή του για την πολιτική. Ένα μείγμα εθνολαϊκιστικού καιροσκοπισμού και τυχοδιωκτισμού με στόχο την παραπλάνηση και εξαπάτηση των πολιτών.
Είναι προφανές ότι η αξιολόγηση συνιστά ένα πεδίο στο οποίο αναδεικνύονται οι νέες διαιρετικές τομές που αρχίζουν να καθορίζουν την ελληνική κοινωνία.
Από τη μία πλευρά οι κοινωνικές δυνάμεις της εργασίας, της προκοπής που επενδύουν στην αξιοκρατία και την αριστεία και αγωνίζονται με τις προσωπικές τους δυνάμεις να ζήσουν με αξιοπρέπεια και να πετύχουν και οι πολιτικές δυνάμεις εκείνες που με το πρόγραμμά τους υπηρετούν αυτούς τους στόχους.
Από την άλλη οι κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις που αντιστέκονται στην πρόοδο , την προκοπή και την αριστεία εξασφαλίζοντας για τους εαυτούς τους νησίδες παρασιτισμού απ όπου παραχαράσσοντας σύμβολα και αρχές, επιχειρούν να διαμορφώσουν ένα σύστημα δικής τους κοπής και εξυπηρέτησης αποκομμένο από κάθε έννοια προόδου και εξέλιξης. Εκ του ασφαλούς συνήθως και πάντως οι καθοδηγητές αυτών των δυνάμεων παρουσιάζονται ως οι εκφραστές των μη προνομιούχων , αλλά στην πράξη αγωνίζονται για να διαφυλάξουν τα δικά τους προνόμια σε βάρος του κοινωνικού συνόλου και της χώρας.
Είναι εκείνοι που σε πείσμα της ρητορικής και των συνθημάτων τους εκπροσωπούν αυθεντικά σήμερα την συντήρηση και αντιμάχονται με πάθος την πρόοδο.