Αν ανατρέξουμε σε όλη την τριετή θητεία της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ, υπάρχει ένα προεξέχον στοιχείο που μπορεί να πει κανείς ότι τη χαρακτηρίζει.
Και δεν έχει να κάνει απαραίτητα με το περιεχόμενο της πολιτικής που ακολουθεί, αλλά με τον τρόπο προσέγγισης και χειρισμού κρίσιμων θεμάτων. Η προχειρότητα είναι ακριβώς το κύριο χαρακτηριστικό αυτής της κυβέρνησης που βέβαια δεν αφορά μόνο στη διαδικασία, αλλά καταλήγει να έχει επίπτωση και στην ουσία της διακυβέρνησης, η οποία εν τέλει δεν επιφέρει τα επιδιωκόμενα ή προσδοκώμενα αποτελέσματα, ακριβώς λόγω της κακής ή λειψής προετοιμασίας που προηγήθηκε ή και λόγω της παντελούς έλλειψης προετοιμασίας.
Κοινό χαρακτηριστικό σε όλες τις περιπτώσεις είναι επίσης το γεγονός ότι οι υπουργοί και τα κυβερνητικά στελέχη που χειρίστηκαν με προχειρότητα τα αντίστοιχα ζητήματα ούτε ανέλαβαν ποτέ κάποια ευθύνη για τις ατυχείς εξελίξεις αλλά ούτε και τους καταλόγισε οποιαδήποτε ευθύνη ο πρωθυπουργός.
Κορυφαίο δείγμα αυτής της παθογένειας είναι ασφαλώς το πρώτο εξάμηνο του 2015, με την πρόχειρη και γενικόλογη κάθε φορά επεξεργασία (με ολιγοσέλιδες προτάσεις προς τους δανειστές), των όρων και προβλέψεων του δεύτερου μνημονίου (αυτό που ο τότε υπουργός των οικονομικών ονόμασε «δημιουργική ασάφεια») που οδηγούσε σε αλλεπάλληλες καθυστερήσεις και σε ένα ατέλειωτο και προσχηματικό «πήγαινε έλα», που έφτασε να φέρει τη χώρα λίγο πριν τη χρεοκοπία και τις τράπεζες να υφίστανται την επιβολή αυστηρών κεφαλαιακών ελέγχων που ακόμη εξακολουθούν, αλλά κυρίως κατέληξε στη ψήφιση το καλοκαίρι του 2015 ενός μνημονίου σημαντικά επαχθέστερου σε σχέση με αυτό που καλούνταν να αποδεχθεί η κυβέρνηση στις αρχές του ίδιου χρόνου. Το κόστος της καθυστέρησης εκείνης της περιόδου δεν είναι εύκολο να εκτιμηθεί επακριβώς (ο πρόεδρος του Euroworking Group Τόμας Βίζερ το αποτίμησε πρόσφατα σε τουλάχιστον 200 δις), αλλά σίγουρα θα αποτελέσει αντικείμενο έρευνας, από κάθε άποψη, στο μέλλον.
Η προχειρολογία βέβαια και οι καθυστερήσεις εκείνης της περιόδου δεν ήταν μόνο αποτέλεσμα αδυναμίας ως προς την προετοιμασία αλλά επιτηδευμένη στάση με στόχο την δοκιμασία των διαθέσεων και αντοχών των δανειστών και με επιδίωξη την υποχώρησή τους προς όφελος των θέσεων της κυβέρνησης ή και με στόχο τη διερεύνηση, όπως αποδείχθηκε αργότερα, των δυνατοτήτων εξόδου της χώρας από την ευρωζώνη. Πρόχειρη, αβασάνιστη και επιπόλαιη αποδείχθηκε η εκτίμηση από την κυβέρνηση των επιπτώσεων αυτής της τακτικής. Ηταν αυτό που αργότερα ο Α. Τσίπρας χαρακτήρισε με άνεση ως «αυταπάτες», στην προσπάθειά του να ωραιοποιήσει την κατάσταση και να μην αποδεχθεί τις τεράστιες ευθύνες του.
Στη δεύτερη θητεία της κυβέρνησης που ξεκίνησε μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2015, χαρακτηριστικό δείγμα ελλιπούς προετοιμασίας και πρόχειρης προσέγγισης ήταν το θέμα της οριστικής έγκρισης των τηλεοπτικών αδειών που ο ΣΥΡΙΖΑ του είχε προσδώσει εμβληματικό χαρακτήρα στη μάχη του υποτίθεται κατά της διαπλοκής και υπέρ της διαφάνειας. Η κυβέρνηση επικαλούμενη μία μελέτη ενός ινστιτούτου με έδρα τη Φλωρεντία, έκρινε ότι θα πρέπει να προκηρυχθεί η έγκριση μόνο τεσσάρων αδειών, με διαδικασία παράδοξη αλλά και εξευτελιστική για τους συμμετέχοντες, η οποία όπως ήταν αναμενόμενο, κατέληξε σε φιάσκο γιατί πέραν της ατυχούς επιλογής ως προς την προκήρυξη μόνο τεσσάρων αδειών, αγνόησε ή υποτίμησε η κυβέρνηση τις προβλέψεις του Συντάγματος και παρέκαμψε εντελώς ως προς την ακολουθούμενη διαδικασία το αποκλειστικά αρμόδιο κατά το Σύνταγμα Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης. Το αποτέλεσμα ως γνωστόν ήταν να ακυρωθεί η όλη διαδικασία από το ΣτΕ και σχεδόν δύο χρόνια μετά το θέμα να μην έχει ακόμη λυθεί οριστικά.
Αποσπασματική και πρόχειρη είναι επίσης και η ενασχόληση της κυβέρνησης με το μείζον θέμα της αναθεώρησης του Συντάγματος που το έχει θυμηθεί αρκετές φορές όταν θέλει να αλλάξει την «ατζέντα» ανοίγοντας τον διάλογο για μεγάλα ζητήματα (σχέσεις Κράτους – Εκκλησίας, τρόπος εκλογής ΠτΔ, ποινική ευθύνη υπουργών κ.λ.π.) και το ξεχνά με ευκολία στη συνέχεια, κρατώντας το πάντα ως εφεδρεία για τη συνέχεια.
Στο θέμα της Μακεδονίας που επανήλθε πρόσφατα στο προσκήνιο προφανώς μετά από απαίτηση του Νάτο, η κυβέρνηση ξεκίνησε με βασική θέση και προαπαιτούμενο την αλλαγή των διατάξεων του Συντάγματος της FYROM που περιέχουν αλυτρωτισμό, ως προϋπόθεση για την επίτευξη οποιουδήποτε συμβιβασμού για την ονομασία, προφανώς χωρίς να ελέγξει ή και χωρίς να αξιολογήσει σωστά τις διαθέσεις του γειτονικού κράτους ως προς το ζήτημα αυτό και στην πορεία, μετά από πιέσεις, κατέληξε να παραπέμπει τη συζήτηση για τη συνταγματική αναθεώρηση για το μέλλον, καταγράφοντας μια θεαματική υποχώρηση σε σχέση με τις αρχικές θέσεις της και υφιστάμενη ασφαλώς και πολιτικό κόστος για αυτό.
Στο άλλο μεγάλο ζήτημα του φερόμενου ως σκανδάλου της Novartis η κυβέρνηση επέσπευσε τις διαδικασίες και ενήργησε, χωρίς να τηρήσει καν τα προσχήματα, ώστε να διαβιβασθεί στη βουλή ο φάκελος την επομένη του συλλαλητηρίου για τη Μακεδονία, ενώ εξαίρεσε πολιτικά πρόσωπα με τρόπο ανακόλουθο με τη (στρεβλή) επιχειρηματολογία της, που ήταν ότι με αφετηρία δήθεν τις πολιτικές ευθύνες όσων χειρίστηκαν τα σχετικά θέματα τις αντίστοιχες περιόδους θα διερευνηθούν και οι τυχόν ποινικές ευθύνες τους. Ούτε καν τον νυν υπουργό της που είχε χρηματίσει σε κρίσιμο χρονικό διάστημα υπουργός υγείας προηγούμενης κυβέρνησης δεν είχε το θάρρος να συμπεριλάβει μεταξύ των ονομάτων των πολιτικών προσώπων που διαβιβάσθηκαν στη βουλή, με αποτέλεσμα να δημιουργήσει αμφισβήτηση ως προς τις πραγματικές προθέσεις της και να δώσει την εικόνα μιας κυβέρνησης που χειραγωγεί τη δικαιοσύνη.
Για να μην αναφερθούμε επίσης στον επιπόλαιο τρόπο προσέγγισης των ελληνοτουρκικών θεμάτων, από τις βιαστικές υποσχέσεις του πρωθυπουργού αμέσως μετά το περιστατικό με τους Τούρκους αξιωματικούς για την έκδοσής τους στην Τουρκία που τον εμφάνισε ανακόλουθο με τις υποσχέσεις του (και για ένα θέμα που είναι αποκλειστική αρμοδιότητα της δικαιοσύνης), από την ελλιπή προετοιμασία της επίσκεψης Ερντογάν και τις ατυχείς αναφορές στη συνθήκη της Λωζάνης, έως τις επανειλημμένες «ηρωικές» επισκέψεις του υπουργού Αμυνας στα Ιμια κάθε φορά στην επέτειο του θανάτου των αεροπόρων μας το 1996, που είχαν ως απάντηση τις πρόσφατες επιθετικές, για να μην πούμε πολεμικές, πράξεις των Τούρκων στην περιοχή με αποκορύφωμα το χτύπημα στο σκάφος του Λιμενικού μας.
Ο Α. Τσίπρας είχε επικαλεσθεί σε ανύποπτο χρόνο τη ρήση του Μάο «μεγάλη αναταραχή, θαυμάσια κατάσταση». Ας ελπίσουμε μετά τα πολλαπλά παθήματά του να μην την ενστερνίζεται πλέον, γιατί σε διαφορετική περίπτωση, ίσως μας περιμένουν ακόμη μεγαλύτερα δεινά.