Ειλικρινά δεν γνωρίζω αν ο Αλέξης Τσίπρας είχε την ευκαιρία, μέχρι σήμερα, να δει σε κάποια παράσταση το κλασσικό έργο (όπερα-μπαλέτο) των Κούρτ Βάϊλ και Μπέρτολτ Μπρέχτ «Τα 7 θανάσιμα αμαρτήματα των μικροαστών».
Ούτε μπορεί να είμαι βέβαιος ότι η διάχυτη καχυποψία για τον «μικροαστό», που διατρέχει την κλασσική μαρξιστική θεωρία, είναι εκείνη που επηρέασε καθοριστικά τον ίδιο, κατά τα χρόνια της νεανικής του δράσης στο κομμουνιστικό κίνημα.
Άλλωστε, στην πολιτική δεν κρίνεται κανείς από τις προθέσεις του, αλλά από τα, εκάστοτε, παραγόμενα αποτελέσματα των πράξεων και των αποφάσεών του.
Θα το γράψουμε, λοιπόν, ξεκάθαρα: Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ έχει ως στρατηγικό στόχο τον θανάσιμο τραυματισμό και -στο τέλος – την καταστροφή της μεσαίας τάξης, όπως με απόλυτο πολιτικό κυνισμό το ομολόγησαν κορυφαίοι υπουργοί, πριν από λίγες εβδομάδες.
Αναμφίβολα, η μεσαία τάξη δέχθηκε ισχυρά πλήγματα και στο παρελθόν. Αλλά αυτά ήσαν, κατά κύριο λόγο, ορισμένες από τις δραματικές παράπλευρες επιπτώσεις των μνημονιακών πολιτικών και όχι κεντρικές στοχεύσεις των κυβερνήσεων, που προηγήθηκαν.
Γύρω μας, τα αποτελέσματα είναι ήδη ορατά: Ταχύτατη -και σε πλήρη εξέλιξη- φτωχοποίηση της μεγάλης πλειοψηφίας των μικροαστικών και μεσοαστικών στρωμάτων, που αποτέλεσαν το πιο παραγωγικό κομμάτι της Ελληνικής κοινωνίας από τον β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και μετά.
Η εξοντωτική υπερφορολόγηση, οι δυσβάστακτες ασφαλιστικές εισφορές και ο τιμωρητικός για τον μικρομεσαίο ιδιοκτήτη ακίνητης περιουσίας ΕΝΦΙΑ, έχουν εξουθενώσει εκατοντάδες χιλιάδες δημιουργικούς πολίτες.
Οι νοικοκυραίοι του χθες, που δούλεψαν, προσπάθησαν και επένδυσαν τον κόπο τους στη χώρα, είτε σε μια επιχείρηση, είτε σε ένα ελεύθερο επάγγελμα είτε σε ακίνητη περιουσία, είτε σε αποταμίευση, τιμωρούνται τώρα και γίνονται οι «νεόπτωχοι», οι «προλετάριοι» του σήμερα και του αύριο. Εξωθούνται σε ένα ιδιότυπο κοινωνικό περιθώριο παθητικότητας και απελπισίας. Να προσπαθούν να κλείσουν τις υποχρεώσεις τους και να ανταποκριθούν σε βάρη που είναι ασήκωτα, καταρρακωμένοι ψυχολογικά και κοινωνικά.
Ξεχειλίζουν η απέχθεια και η περιφρόνηση για τη μεσαία τάξη ανάμεσα στους κυβερνητικούς ιθύνοντες. Κάποιοι επικαλούνται τις παθογένειες των μικρό-μεσοαστών: «Στην ταξική πάλη αμφιταλαντεύονται ανάμεσα στην αστική και την προλεταριακή πολιτική και στρατηγική». Κάποιοι θυμούνται τις κοινωνικές νόσους της μεσαίας τάξης, που χτύπησαν «κόκκινο» στα χρόνια του Χρηματιστηρίου. Τα κοινωνικά σύνδρομα της Porsche -Cayenne και της… «αστακομακαρονάδας».
Ναι και αυτά υπήρξαν! Αλλά οι όποιες παθογένειες, ακόμη και οι πλέον κραυγαλέες, δεν αναιρούν το γεγονός ότι «σπονδυλική στήλη» της Ελληνικής κοινωνίας ήταν η μεσαία τάξη.
Άλλωστε και όταν φοροδιέφευγε (γιατί, στο παρελθόν, πράγματι συνέβαινε αυτό και αφορούσε το συγκεκριμένο επιζήμιο « άθλημα» πολυάριθμες επαγγελματικές κατηγορίες), το προϊόν της φοροδιαφυγής είτε αποταμιευόταν στις Τράπεζες ή στα στρώματα, είτε ξοδευόταν στην εσωτερική αγορά ως κατανάλωση ή υπερκατανάλωση.
Σε τελευταία ανάλυση, χωρίς μεσαία τάξη δεν υπάρχει αστική δημοκρατία!. Και η αποδυνάμωση της μεσαίας τάξης υπονομεύει την ύπαρξη και τη λειτουργία της ίδιας της κοινωνίας των πολιτών.
Αποτελεί ντροπή για όλους μας, δημοσιογράφους, πολιτικούς και απλούς πολίτες, να δεχόμαστε να εγκωμιάζονται στον δημόσιο βίο τα περιβόητα «υπερ-πλεονάσματα» και να επαίρονται οι κυβερνητικοί αρμόδιοι για την επιτυχία τους. Τα «υπερ-πλεονάσματα» αυτά στραγγίζουν την Ελληνική κοινωνία από την τελευταία παραγωγική ικμάδα της, καταστρέφουν ό,τι παραγωγικό και δημιουργικό απομένει στη μεσαία τάξη και την οδηγούν στην αδράνεια και στην παθητικότητα του…φραπέ, καθώς και στην επαιτεία των επιδομάτων!....
Ορθώς η Νέα Δημοκρατία έχει ανακοινώσει ότι με ισοδύναμα μέτρα θα μειώσει τους φόρους και τις εισφορές. Δεν αρκεί όμως αυτό. Πρέπει άμεσα να δεσμευθεί ότι θα καταργήσει τον ΕΝΦΙΑ, δηλαδή το προπατορικό της αμάρτημα, που το βρήκε και το εκτόξευσε στα ύψη ο ΣΥΡΙΖΑ. Και ότι θα τον αντικαταστήσει με έναν λογικό φόρο ακίνητης περιουσίας, που δεν θα τιμωρεί τον νοικοκύρη, ούτε θα απαλλοτριώνει σταδιακά την περιουσία του.
Είναι αναγκαία για την χώρα η προσέλκυση ξένων μεγάλων επενδύσεων. Αλλά, αν δεν πάρει και πάλι μπροστά ο μικρομεσαίος, η ανάπτυξη δεν θα τρέξει γρήγορα, για να δημιουργήσει νέες θέσεις απασχόλησης και να μας βγάλει από τη μαζική ψυχολογία του Λεξοτανίλ.