Σε νέα αναθεώρηση των εκτιμήσεων της για το φετινό πληθωρισμό και το ΑΕΠ, προχώρησε η Τράπεζα της Ελλάδας, χωρίς να κρύβει την επιφύλαξη της για τη συνταγή της αύξησης επιτοκίων από την ΕΚΤ.
Σύμφωνα με την Έκθεση Νομισματικής Πολιτικής, ο πληθωρισμός, αναμένεται να διαμορφωθεί σε 7,6% το 2022, κυρίως λόγω της ανοδικής πορείας των ενεργειακών αγαθών, αλλά και των ανατιμήσεων στα είδη διατροφής, ενώ θα αποκλιμακωθεί το 2023 και περαιτέρω το 2024.
Σημειωτέον ότι η πρόβλεψη αυτή αφορά στον Εναρμονισμένο Δείκτη, που χρησιμοποιεί η Eurostat, κάτι που σημαίνει ότι ο μέσος Εθνικός Δείκτης θα ξεπεράσει το 8% σε ετήσια βάση. Το πλέον ανησυχητικό είναι ότι ο πυρήνας του πληθωρισμού -δηλαδή χωρίς να συνυπολογιστούν ενέργεια και τρόφιμα- θα είναι και αυτός υψηλός το 2022 και, παρότι θα αποκλιμακωθεί το 2023 και το 2024, θα παραμείνει σχετικά υψηλός, υπερβαίνοντας μάλιστα το γενικό δείκτη, λόγω της σταδιακής ενσωμάτωσης των έντονων πληθωριστικών πιέσεων του 2022 στον πυρήνα.
Σε μια στιγμή που τα χρηματιστήρια «κοκκινίζουν» υπό το φόβο υφεσιακών πιέσεων λόγω της επιθετικής αύξησης επιτοκίων από τις Κεντρικές Τράπεζες, η ΤτΕ δείχνει πως δεν είναι πεπεισμένη ότι αυτή η στρατηγική είναι η δέουσα για να αντιμετωπιστεί όχι μια υπερθέρμανση των οικονομιών που προκαλεί πληθωρισμό, αλλά μια στρέβλωση στην αγορά που οδηγεί στα ύψη το ενεργειακό κόστος και ανατροφοδοτεί τον πληθωρισμό.
«Παρότι η άνοδος του πληθωρισμού σε αυτή τη φάση προέρχεται κυρίως από μια αρνητική διαταραχή της συνολικής προσφοράς, την οποία οι κεντρικές τράπεζες δεν μπορούν εύκολα να αντισταθμίσουν, εντούτοις αντιδρούν με αύξηση των επιτοκίων, προκειμένου να συγκρατήσουν τις πληθωριστικές προσδοκίες και τις δευτερογενείς επιδράσεις», είναι η αιχμή του Γ. Στουρνάρα.
Οι τρέχουσες αρνητικές εξελίξεις δεν θα μπορούσαν να αφήσουν ανεπηρέαστη τη δυναμική της ανάπτυξης. Σύμφωνα με τις πλέον πρόσφατες προβλέψεις του βασικού σεναρίου της Τράπεζας της Ελλάδος, ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας το 2022 αναμένεται να διαμορφωθεί σε 3,2%, αναθεωρημένος προς τα κάτω σε σχέση με την πρόβλεψη (3,8%) που είχε δημοσιευθεί στην Έκθεση του Διοικητή τον Απρίλιο του 2022. Η αναθεώρηση αντανακλά την περαιτέρω αύξηση της αβεβαιότητας στην οικονομία, λόγω της συνεχιζόμενης πολεμικής σύγκρουσης μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, και την αύξηση του κόστους και των τιμών εν γένει.
Οι προβλέψεις οικονομικής μεγέθυνσης του βασικού σεναρίου θα μπορούσαν διαμορφωθούν υψηλότερα του 3,2% εάν ο ισχυρός ρυθμός μεγέθυνσης του πρώτου τριμήνου συνεχιστεί και κατά τα επόμενα τρίμηνα του έτους. Ωστόσο, οι κίνδυνοι υπερισχύουν σε σχέση με τα θετικά ενδεχόμενα.
Κινδύνους αποτελούν η περαιτέρω κλιμάκωση της γεωπολιτικής αστάθειας, η επιδείνωση του διεθνούς οικονομικού κλίματος, η διαταραχή στην προσφορά ενέργειας και η συνακόλουθη περαιτέρω αύξηση των τιμών της. Το 2023 ο ρυθμός ανάπτυξης αναμένεται να επιταχυνθεί στο 4,1%, ενώ και για το 2024 εκτιμάται σχετικά υψηλός, στο 3,6%, υπό την προϋπόθεση ότι η γεωπολιτική κρίση θα αποκλιμακωθεί έως το τέλος του 2022 και ότι οι τιμές της ενέργειας θα μειωθούν.