Η αρχή των συσκέψεων έγινε με τους εκπροσώπους των super markets και η συνέχεια θα δοθεί με τους μεγάλους προμηθευτές.
Και ο λόγος είναι ότι αυτοί είναι οι οποίοι λίγο ως πολύ δίνουν τον τόνο των αυξήσεων στην αγορά.
Εν αναμονή των στοιχείων από την ΕΛΣΤΑΤ για τον πληθωρισμό του Δεκεμβρίου, που άγγιξε ή ξεπέρασε το 5% σπάζοντας τα κοντέρ, αλλά και με δεδομένο το πρώτο κύμα ανατιμήσεων στα ράφια των super markets για τη νέα χρονιά, το υπουργείο Ανάπτυξης έκανε την πρώτη τηλεδιάσκεψη διερευνητικού κυρίως χαρακτήρα, με εκπροσώπους της αγοράς. «Μας επεσήμαναν ότι απορροφούν όσο μπορούν από το αυξημένο κόστος τους» ανέφερε στο iefimerida αρμόδια πηγή, μεταφέροντας το κλίμα αυτής της πρώτης τηλεδιάσκεψης, με την οποία ανοίγει ένας κύκλος διαβουλεύσεων με το σύνολο των παραγόντων της αγοράς, έχοντας ως στόχο- τι άλλο;- το πώς θα αποφευχθούν οι υπέρμετρες επιβαρύνσεις στο καλάθι της νοικοκυράς.
Τηλεδιάσκεψη με τους μεγάλους προμηθευτές
Η επόμενη τηλεδιάσκεψη, σύμφωνα με πληροφορίες, θα γίνει με τους μεγάλους προμηθευτές, δηλαδή κατά βάση με τις μεγάλες βιομηχανίες τροφίμων, οι οποίες έχουν αποστείλει ήδη αναθεωρημένους προς τα πάνω τους τιμοκαταλόγους για τις πρώτες παραγγελίες του νέου έτους. Ζαχαρώδη, ζυμαρικά, σάλτσες, μπισκότα, άλευρα, δημητριακά, λάδια, μαργαρίνες, κατεψυγμένα, αλλά και είδη προσωπικής υγιεινής, φτάνουν στα super markets ακόμα και με διψήφια ποσοστά αυξήσεων, κάτι που σημαίνει πολύ απλά ότι ακόμα και με συνδυαστικές προσφορές, οι καταναλωτές δύσκολα θα αποφύγουν τις ανατιμήσεις.
Οι αιτίες που οι αυξήσεις μετακυλίονται στους καταναλωτές
«Το ενεργειακό κόστος, οι αυξήσεις στις πρώτες ύλες, αλλά και τα “φουσκωμένα” μεταφορικά έξοδα, είναι οι αιτίες για την πίεση στα κόστη τους, που μετακυλίονται στους καταναλωτές», ανέφερε η ίδια πηγή, μεταφέροντας τη δέσμη των επιχειρημάτων που επικαλούνται οι παράγοντες της αγοράς, προκειμένου να αιτιολογήσουν τις ανατιμήσεις. Η ίδια πηγή σημείωσε, πάντως, ότι στον κύκλο αυτών των διαβουλεύσεων- που μόλις άνοιξε- θα εξεταστεί και τι έχει συμβεί από το 2019 ως σήμερα, αφήνοντας έτσι να εννοηθεί ότι θα μπουν στο τραπέζι και ενδεχόμενες αδικαιολόγητες αυξήσεις σε συνάρτηση με τις προ πανδημίας υψηλές κερδοφορίες. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού, άλλωστε, έχει στην ατζέντα της τη διενέργεια ελέγχων στην αγορά, όπως ακριβώς συνέβη το Σεπτέμβριο, προκειμένου να διαπιστωθεί αν υπάρχουν εναρμονισμένες πρακτικές.
Η αλματώδης αύξηση του αλουμινίου κατά 45% μέσα σε ένα 12μηνο αναμφίβολα επιβαρύνει το κόστος των συσκευασιών, το ράλι των τροφίμων (+23,1% μέσα σε ένα χρόνο) επιτείνει την πίεση, η αύξηση του πετρελαίου κατά 45% εκτοξεύει το κόστος των μεταφορικών, ωστόσο αυτό που «καίει» πάνω απ’ όλα είναι η αλματώδης αύξηση της τιμής του φυσικού αερίου, που συμπαρασύρει και την τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος.
Παραμένει αυξημένο κατά 390% το φυσικό αέριο σε σχέση με πέρσι
Το φυσικό αέριο, που «έπιασε» τα 180 ευρώ πριν από τα Χριστούγεννα και προκάλεσε έμφραγμα στις οικονομίες, υποχώρησε γύρω στα 86 ευρώ, καθώς σε πείσμα των γεωπολιτικών παιχνιδιών και παζαριών, ο ευρωπαϊκός Χειμώνας ως τώρα αποδεικνύεται πιο ήπιος από το αναμενόμενο. Παράλληλα, η μείωση της ζήτησης κατά περίπου 5% από τις ευρωπαϊκές βιομηχανίες ελέω «Ο», συνδράμει στην υποχώρηση των τιμών. Θα ήταν, όμως, ολέθριο να υποστηρίξει κανείς ότι η κρίση έλαβε τέλος, καθώς ακόμα κι έτσι η τιμή του φυσικού αερίου είναι αυξημένη κατά περίπου 390% σε σχέση με πέρσι.