Στα 200 δισ. ευρώ μέχρι το 2100 αναμένεται να ανέλθει το κόστος της κλιματικής αλλαγής στην Ελλάδα στο ενδεχόμενο να μη ληφθούν όλα τα απαραίτητα μέτρα, σύμφωνα με τον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Γιάννη Στουρνάρα.
Ο κ. Στουρνάρας παρεβρέθη την Παρασκευή στην παρουσίαση των ενδιάμεσων αποτελεσμάτων της μελέτης για την τρωτότητα και τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην Ελλάδα.
Αναλυτικά όσα δήλωσε ο κ. Στουρνάρας
«Θα ήθελα να σας καλωσορίσω και να σας ευχαριστώ για την παρουσία σας στη σημερινή εκδήλωση. Η Τράπεζα της Ελλάδος, συνεχίζοντας την πολυετή ενασχόλησή της με τα θέματα του κλίματος και της βιωσιμότητας, παρουσιάζει σήμερα τα πρώτα –ενδιάμεσα–αποτελέσματα των μελετών για την εξέλιξη της αλλαγής του κλίματος, την τρωτότητα και τις επιπτώσεις στην Ελλάδα.
To 2011, όταν η Επιτροπή Μελέτης των Επιπτώσεων της Κλιματικής Αλλαγής (ΕΜΕΚΑ) της Τράπεζας της Ελλάδος, έπειτα από μελέτες και έρευνες δύο και πλέον ετών, δημοσίευσε τα πρώτα της αποτελέσματα, δημιούργησε μία νέα θεώρηση στα θέματα της κλιματικής αλλαγής στην Ελλάδα. Η ΕΜΕΚΑ αποτίμησε το κόστος των προβλεπόμενων κλιματικών μεταβολών για την ελληνική οικονομία, το κόστος της τυχόν αδράνειας, σχεδόν 200 δισεκ. ευρώ έως το 2100 με 2% προεξοφλητικό επιτόκιο, αλλά και το όφελος, της τάξης του 30%, από τη λήψη μέτρων προσαρμογής. Κατέδειξε επερχόμενους κινδύνους αλλά αναγνώρισε παράλληλα ευκαιρίες, και κυρίως τη σημασία της προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή, ένα θέμα στο οποίο εστιάσαμε τις μελέτες μας από εκεί και έπειτα, με την υπογραφή μνημονίου συνεργασίας με το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, τη συγγραφή του σχεδίου της Εθνικής Στρατηγικής Προσαρμογής στην Κλιματική Αλλαγή και τη συμμετοχή μας στο πρόγραμμα LIFE-IP AdaptivGreece.
Στο διάστημα που μεσολάβησε από τις πρώτες μελέτες της ΕΜΕΚΑ μέχρι σήμερα, η ανθρωπότητα αντιμετώπισε πολλαπλές κρίσεις, που επηρέασαν τη γεωπολιτική, οικονομική και κοινωνική σταθερότητα, με την κλιματική αλλαγή να έχει αναδειχθεί στη σημαντικότερη πρόκληση της εποχής μας. Μετά και τις πρόσφατες φυσικές καταστροφές που έπληξαν φέτος την Ελλάδα, καθίσταται εμφανές ότι τα ακραία καιρικά φαινόμενα επιφέρουν απώλειες, τόσο βραχυχρόνια όσο και μακροχρόνια, στο φυσικό, οικονομικό και ανθρώπινο κεφάλαιο, μειώνοντας περαιτέρω την ανθεκτικότητα της οικονομίας και της κοινωνίας στην κλιματική αλλαγή.
Καθώς οι χρόνιες επιπτώσεις θα συνεχίσουν να κλιμακώνονται, η λήψη άμεσων μέτρων από τους φορείς χάραξης πολιτικής καθίσταται αναγκαία, εκτός από το επίπεδο του μετριασμού της κλιματικής αλλαγής και στο επίπεδο της προσαρμογής σε αυτήν. Ειδικά στο μέτωπο της προσαρμογής, η πρόοδος σε παγκόσμιο επίπεδο βαίνει μειούμενη, με τις εκτιμήσεις για το ύψος των επενδύσεων που απαιτούνται να αυξάνονται, ενώ ταυτόχρονα οι κλιματικοί κίνδυνοι διευρύνονται.1 Περαιτέρω καθυστέρηση στη συλλογική εφαρμογή μέτρων και πολιτικών, θα εμβαθύνει τις συνέπειες της κρίσης, ενώ για την αντιμετώπισή της θα απαιτηθούν μεγαλύτερες κεφαλαιακές ροές στο μέλλον.
Ακόμα κι αν η δράση για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης αφορά κυρίως τις πολιτικές ηγεσίες των κρατών, οι κεντρικές τράπεζες έχουν ήδη αναλάβει ενεργό ρόλο στα θέματα του κλίματος και της βιωσιμότητας, πάντα εντός των ορίων της εντολής τους. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στοχεύει με τη δράση της στην κατανόηση και διαχείριση κινδύνων που απορρέουν από την κλιματική αλλαγή, στην υποστήριξη της πράσινης μετάβασης σε μία οικονομία μηδενικών ρύπων και στην προώθηση ευρύτερων συνεργασιών με Ευρωπαίους και διεθνείς εταίρους σε θέματα κλίματος και βιώσιμης χρηματοδότησης. Για την επίτευξη των παραπάνω στόχων, βρίσκεται ήδη σε ισχύ από το 2021, ένα ολοκληρωμένο και φιλόδοξο σχέδιο δράσης για την περαιτέρω ενσωμάτωση κλιματικών παραμέτρων στη στρατηγική της και τη συστηματικότερη συνεκτίμηση των ζητημάτων βιωσιμότητας στις δράσεις της.2
Στην Τράπεζα της Ελλάδος, όπως ανέφερα ήδη, ασχολούμαστε συστηματικά τα τελευταία 15 χρόνια με τα θέματα του κλίματος και της βιωσιμότητας. Αρχικά το 2009 με τη δημιουργία της ΕΜΕΚΑ και από το 2014 με τη συνεισφορά μας στη διαμόρφωση των πολιτικών προσαρμογής. Μάλιστα, τον Ιούνιο του 2021 δημιουργήσαμε το Κέντρο Κλιματικής Αλλαγής και Βιωσιμότητας της Τράπεζας της Ελλάδος, με κύριο έργο το συντονισμό των σχετικών δραστηριοτήτων μας, ενώ τον Νοέμβριο του ίδιου έτους, στο πλαίσιο της Διάσκεψης των Ηνωμένων Εθνών για την Κλιματική Αλλαγή (COP26), δημοσιεύσαμε τη δέσμευσή μας να συμβάλλουμε, στο πλαίσιο της εντολής μας, στην εφαρμογή της Συμφωνίας των Παρισίων, με σχετικές ενέργειες στα πεδία που δραστηριοποιούμαστε.3
Η συνεισφορά μας στην έρευνα συνεχίζεται με τη δημοσιοποίηση σήμερα των αποτελεσμάτων των μελετών για την εξέλιξη της μεταβολής του κλίματος, την τρωτότητα και τις επιπτώσεις, που πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο των εργασιών της ΕΜΕΚΑ και του έργου LIFE-IP AdaptivGreece. Εντός του επόμενου έτους, αναμένεται να ολοκληρωθεί το σύνολο των σχετικών μελετών, που θα περιλαμβάνει μεταξύ άλλων τις επιπτώσεις ανά τομέα οικονομικής δραστηριότητας, την τρωτότητα και το κόστος της κλιματικής αλλαγής και θα τροφοδοτήσει την αναθεώρηση της Εθνικής Στρατηγικής για την Προσαρμογή.
Κλείνοντας αυτό τον σύντομο χαιρετισμό, θα ήθελα να ευχαριστήσω τα μέλη της ΕΜΕΚΑ και τους συντάκτες των μελετών για την πολύτιμη συνεισφορά τους. Εύχομαι η δημοσίευση των αποτελεσμάτων να συμβάλλει ουσιαστικά στο διάλογο για τα θέματα της προσαρμογής και κυρίως στην ενίσχυση της κλιματικής δράσης στην Ελλάδα».