Για την Ευρώπη το... τενεκεδάκι δεν μπορεί να πάει παρακάτω. Μετά από μήνες αναποφασιστικότητας και αναβολών, ήρθε η ώρα των αποφάσεων.
Τι κι αν η τιμή του φυσικού αερίου υποχώρησε στα 87 ευρώ, μετά το κλείσιμο του ματιού στις πληρωμές σε ρούβλια -έστω με by pass- από τις ευρωπαϊκές εταιρίες ενέργειας; Παραμένει 251% υψηλότερη από πέρσι και συνεχίζει να απειλεί με ηλεκτροσόκ τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις σε όλη την Ευρώπη.
Τι προβλέπει ο κεντρικός σχεδιασμός της ΕΕ
Ο κεντρικός σχεδιασμός από τις Βρυξέλλες προβλέπει ότι προς αποφυγήν δυσάρεστων εκπλήξεων τον ερχόμενο χειμώνα, η Ευρώπη θα πρέπει να προλάβει να γεμίσει τις αποθήκες της. Με τις... καραβιές LNG να πληθαίνουν και τις ροές φυσικού αερίου να συνεχίζονται, ο δείκτης πλήρωσης έχει ανέβει περίπου στο 45%, δηλαδή στο μέσο όρο των τελευταίων 5 ετών. Θα προλάβει να φτάσει στο επιθυμητό επίπεδο για να μην εξαρτάται από τις διαθέσεις του Κρεμλίνου;
Σε μια εβδομάδα από τώρα οι Ευρωπαίοι ηγέτες θα πρέπει επιτέλους να αποφασίσουν τι πρέπει να γίνει από κοινού, όχι για τα εύκολα, δηλαδή το πώς κινηθεί η Ευρώπη μεσοπρόθεσμα για να απεξαρτηθεί από τα ορυκτά καύσιμα και δη τα ρωσικά, αλλά για τα δύσκολα, δηλαδή πώς θα προστατευθούν εδώ και τώρα τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις από τα εκρηκτικά τιμολόγια του ηλεκτρικού ρεύματος, αλλά και του φυσικού αερίου που χρησιμοποιείται στη βιομηχανία, στη θέρμανση, στην καθημερινότητα των πολιτών. Η βασική εισήγηση της Κομισιόν φαντάζει αυτονόητη αλλά η απόφαση κάθε άλλο παρά δεδομένη μπορεί να θεωρείται: πλαφόν στην τιμή του φυσικού αερίου και αποσύνδεση από τις τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος.
Ο ελληνικός μηχανισμός, οι εξαιρέσεις και η ανάγκη για κοινή ευρωπαϊκή παρέμβαση
Ισπανία-Πορτογαλία, λόγω της περιορισμένης διασυνδεσιμότητας με το ευρωπαϊκό δίκτυο, πήραν ήδη εξαίρεση, ενώ η Ελλάδα ετοιμάζεται να ενεργοποιήσει το δικό της Μηχανισμό από τον Ιούλιο με στόχο τη σταθεροποίηση των τιμολογίων ρεύματος στα προ πολέμου επίπεδα. Ωστόσο, η παρέμβαση δεν γίνεται χωρίς κόστος -2 δισ. ευρώ ως το τέλος του έτους- κι ως εκ τούτου, η ανάγκη μιας κοινής ευρωπαϊκής παρέμβασης είναι προφανής, πόσο μάλλον όταν το «πακέτο» των 300 δισ ευρώ που ανακοίνωσε η Κομισιόν δεν προορίζεται για την ανακούφιση νοικοκυριών- επιχειρήσεων, αλλά για τη χρηματοδότηση ενεργειακών υποδομών και «πράσινες» μορφές ενέργειας.
Πριν φτάσουμε στις αποφάσεις για τα ενεργειακά, οι Ευρωπαίοι θα πρέπει να αποφασίσουν ή έστω να επιταχύνουν τις αποφάσεις τους για το πώς θα διευκολυνθούν οι κυβερνήσεις απέναντι στην διπλή πρόκληση: 1) προστασία νοικοκυριών- επιχειρήσεων από την κρίση τιμών 2) προστασία οικονομιών από τον κίνδυνο βαθιάς επιβράδυνσης ή και ύφεσης. Σήμερα και αύριο, οι υπουργοί Οικονομικών θα σταθμίσουν την κατάσταση, όπως αυτή διαμορφώνεται μετά από 3 μήνες πολέμου, που έχουν ανατρέψει τα περισσότερα σχέδια επί χάρτου. Οι Εαρινές Προβλέψεις της Κομισιόν είναι μόνο το «ορεκτικό» αυτών των συζητήσεων, αφού σύμφωνα με πληροφορίες η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα εισηγηθεί την παράταση της ρήτρας διαφυγής και για το 2023.
Οι έντονες ενστάσεις απομακρύνουν τη λήψη απόφασης στη διπλή συνεδρίαση Eurogroup-ECOFIN
Αρμόδιες πηγές εκτιμούν ότι δεν πρόκειται να ληφθούν αποφάσεις στη διπλή συνεδρίαση Eurogroup-ECOFIN, καθώς υπάρχουν έντονες ενστάσεις και επιφυλάξεις από μπλοκ χωρών για την αναγκαιότητα και τη σκοπιμότητα μιας τέτοιας παράτασης. Η βασική ανησυχία πηγάζει από τη μεγάλη αύξηση του Χρέους, που προκάλεσε η πανδημία και τον κίνδυνο να σταλεί μήνυμα περαιτέρω «χαλάρωσης» ειδικά στις χώρες του Νότου. Το μόνο σίγουρο είναι ότι η κλεψύδρα αδειάζει κι ότι οι Ευρωπαίοι θα πρέπει να ξεκαθαρίσουν το αργότερο στη συνεδρίαση του Ιουνίου, ποιοι δημοσιονομικοί θα ισχύσουν το 2023, έτσι ώστε οι κυβερνήσεις να γνωρίζουν με τι πλάνο θα στήσουν τους Προϋπολογισμούς τους.
Σήμερα η 14η Έκθεση Αξιολόγησης για την Ελλάδα -Σηματοδοτεί το τέλος της ενισχυμένης εποπτείας
Όσο για την Ελλάδα, ο Ιούνιος θα είναι ο μήνας που θα σηματοδοτήσει το επίσημο τέλος της μακροχρόνιας περιπέτειας των Μνημονίων. Η 14η Έκθεση Αξιολόγησης, που αναμένεται σήμερα, δεν ανάβει απλώς το «πράσινο» φως στην εκταμίευση μιας ακόμα δόσης, αλλά επί της ουσίας σφραγίζει το τέλος της Ενισχυμένης Εποπτείας από τον ερχόμενο Αύγουστο. Από εκεί και πέρα, η Ελλάδα θα υπόκειται στους κανόνες ελέγχου του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου, όπως οι υπόλοιπες χώρες της Ένωσης.