Το χρήμα (και) στις τράπεζες ρέει άφθονο και φτηνό με τις… ευλογίες της ΕΚΤ, τα «κόκκινα» δάνεια με τη βοήθεια (και) του «Ηρακλή» οδεύουν σε μονοψήφιο ποσοστό, το προφίλ της χώρας αναβαθμίζεται με ρυθμούς πολυβόλου, οι απώλειες της πανδημίας δείχνουν να αποκαθίστανται ταχύτερα από το αναμενόμενο, οι πρώτες «ενέσεις» από το Ταμείο Ανάκαμψης δημιουργούν προσδοκίες (και) για επενδυτικό «μπουμ».
Η χαμηλή ρευστότητα
Κι όμως, υπάρχει κάτι που σκιάζει την εικόνα. Οι χαμηλές ροές «ζεστού» χρήματος από το τραπεζικό σύστημα προς την αγορά και δη τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που ναι μεν άντεξαν -τουλάχιστον οι περισσότερες- χρειάζονται, όμως, την αναγκαία χρηματοδοτική ώθηση για να περάσουν στην «επόμενη ημέρα». Οι αριθμοί δεν δικαιώνουν αυτές τις προσδοκίες και ανάγκες.
Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδας, τον Ιούλιο οι καθαρές χρηματοδοτικές ροές προς τον ιδιωτικό τομέα ήταν αρνητικές κατά 534 εκ ευρώ και ειδικά προς τις επιχειρήσεις κατά 341 εκ ευρώ. Αν προσθέσει, μάλιστα, κανείς στην εξίσωση και το κόστος αυτού του νέου χρήματος, τότε το πράγμα ζορίζεται ακόμα περισσότερο. Στα επιχειρηματικά δάνεια ως 250.000 ευρώ, το επιτόκιο ανέβηκε κατά 1 μονάδα, στο 5,26%, ενώ το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο των νέων δανείων «τσίμπησε» στο 3,99% από 3,95%, με το περιθώριο επιτοκίου (διαφορά καταθέσεων- χορηγήσεων) να ανεβαίνει στο 3,94%. Αυτό ακριβώς είναι που προβληματίζει, αν όχι ενοχλεί, το υπουργείο Οικονομικών που έχει προ πολλού ξεκινήσει το στενό μαρκάρισμα στις τράπεζες.
Τα συνεχή «τζατζαρίσματα» του Σταϊκούρα με τις τράπεζες
Προφανώς μετά την πολυετή μνημονιακή περιπέτεια, την «έκρηξη» των «κόκκινων» δανείων και τις αλλεπάλληλες ανακεφαλαιοποιήσεις, οι τράπεζες εφάρμοσαν εν πολλοίς την παροιμία που λέει ότι «όποιος καεί στο χυλό, φυσάει και στο γιαούρτι». Πλην όμως, η ομαλοποίηση της κατάστασης δεν δικαίωσε τις προσδοκίες της αγοράς που ένιωθε «ασφυξία» εν μέσω πανδημίας. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο ενεργοποιήθηκαν ειδικά «εργαλεία» με την εγγύηση του ελληνικού Δημοσίου, γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο δόθηκαν απευθείας δάνεια κι επιχορηγήσεις από τον Προϋπολογισμό, γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο συστήθηκε ειδική Επιτροπή για την παρακολούθηση της ρευστότητας, με τις πληροφορίες να αναφέρουν ότι ουκ ολίγες φορές ο Χ. Σταϊκούρας «τζατζαρίστηκε» με τα τραπεζικά στελέχη, τα οποία επέμειναν ότι η πρόσβαση των μικρομεσαίων σε νέα δάνεια θα πρέπει να γίνει με όρους βιωσιμότητας και φερεγγυότητας.
Επί τάπητος το ζήτημα της παροχής ρευστότητας
Η «συζήτηση» μεταφέρεται τώρα στη Βουλή με πρωτοβουλία του υπουργού Οικονομικών. Πριν περάσουν 24 ώρες μετά τη δέσμευσή του, από το βήμα της Βουλής, ότι θα ζητήσει ειδική συνεδρίαση της Επιτροπής Οικονομικών Υποθέσεων, προκειμένου να συζητηθεί, με τη συμμετοχή του τραπεζικού συστήματος, το θέμα της ρευστότητας, ο Χρήστος Σταϊκούρας απέστειλε το σχετικό αίτημα προς τον Πρόεδρο της Επιτροπής, Σταύρο Καλογιάννη. Στην επιστολή του ο υπουργός Οικονομικών ζητά να κληθούν τα μέλη της Επιτροπής Οικονομικών Υποθέσεων, προκειμένου να γίνει ενημέρωση, συζήτηση και κατάθεση απόψεων και θέσεων επί του ζητήματος της παροχής ρευστότητας στην πραγματική οικονομία εκ μέρους των τραπεζικών ιδρυμάτων. Ζητά, επίσης, να κληθούν να συμμετάσχουν, με σχετικές εισηγήσεις, η Τράπεζα της Ελλάδος και η Ελληνική Ένωση Τραπεζών και η συνεδρίαση να πραγματοποιηθεί μετά την ολοκλήρωση της συζήτησης του Προσχεδίου του Κρατικού Προϋπολογισμού για το 2022.
Το θέμα- η κόντρα κατά άλλους- αποκτά νέες διαστάσεις αν λάβει κανείς υπόψιν ότι τέθηκαν σε διαβούλευση οι όροι επιλεξιμότητας για τα δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης, τα οποία θα «περάσουν» από τις τράπεζες. Πρόκειται για μια κρίσιμη μάζα 12,7 δις ευρώ, τα οποία με τη συμμετοχή ιδιωτικών και τραπεζικών κεφαλαίων, θα ξεπεράσουν τα 30 δις ευρώ.