Σε έναν τεράστιο πόλο έλξης για τους ζάπλουτους εξελίσσεται τον τελευταίο χρόνο η Σιγκαπούρη.
Την ώρα που η πανδημία του κορωνοϊού σαρώνει τη νοτιοανατολική Ασία και πολιτικές αναταραχές απειλούν το Χονγκ Κονγκ, η Σιγκαπούρη - παγκόσμιος ηγέτης στις κρουαζιέρες αυτή την περίοδο- έχει μετατραπεί σε ασφαλές καταφύγιο για δισεκατομμυριούχους και τις οικογένειές τους, με τις τιμές των ακινήτων να έχουν εκτιναχθεί στα ύψη, όπως και οι πωλήσεις πολυτελών αυτοκινήτων όπως οι Bentley, οι Rolls Royce, οι Porsce και οι Mercedes.
Ο ιδιοκτήτης αντιπροσωπείας αυτοκινήτων Κιθ Οχ στη Σιγκαπούρη έμεινε άναυδος όταν διάβασε πρόσφατα ένα μήνυμα στο Facebook, όπου ένας Κινέζος πελάτης παρήγγειλε μια Bentley αξίας 830.000 δολαρίων. «Ρώτησαν απλώς την τιμή και πότε θα μπορούσαμε να τους παραδώσουμε το αυτοκίνητο. Μπορεί να είναι τεράστιο ποσό για μας, αλλά για εκείνους πιθανώς τίποτε», δήλωσε στο Bloomberg. Και πράγματι από τα μέσα της περασμένης χρονιά ς οι πωλήσεις πολυτελών αυτοκινήτων αυξήθηκαν κατά 50% με 60% σύμφωνα με τον Βίνσεντ Ταν, ιδρυτής της αντιπροσωπείας Vincar. «Οι περισσότεροι είναι Κινέζοι» και ως επί το πλείστον πληρώνουν με μετρητά. Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία ο αριθμός των Bentley και Rolls Royce που κυκλοφορούν στη Σιγκαπούρη εκτινάχθηκε σε πάνω 1.300 πέρυσι, το μεγαλύτερο άλμα από το 2013, μια τάση που συνεχίζεται και φέτος στην πόλη-κράτος των 5,7 εκατ. κατοίκων.
H μεγάλη ζήτηση για πολυτελή αυτοκίνητα είναι ένα ακόμη παράδειγμα της ευημερίας που γνωρίζει η Σιγκαπούρη. Το χρήμα συρρέει εκεί όπως ποτέ στο παρελθόν, αφού όπως λέει ο Στέφαν Ρέπκοφ, ιδρυτής της Wealth Management Alliance, για τους πλούσιους «που μπορούν να αποφασίσουν που θέλουν να ζήσουν, η Σιγκαπούρη είναι ιδανική επιλογή τώρα». Όπως σημειώνει ο ίδιος, δύο από τους αλλοδαπούς πελάτες του μετακόμισαν εκεί τον τελευταίο χρόνο κι έπονται κι άλλοι.
Η πανδημία άλλαξε την κατάσταση
Η Σιγκαπούρη τραβούσε εδώ και καιρό σαν μαγνήτης πλούσιους Κινέζους, Ινδονήσιους και Μαλαίους, που κατέφθαναν για ολιγοήμερα ταξίδια προκειμένουν να κάνουν τα ψώνια τους, να παίξουν στα καζίνο ή να κάνουν ιατρικές εξετάσεις στις παγκοσμίου φήμης κλινικές, που απέχουν ελάχιστα από μπουτίκ ειδών πολυτελείας και καταστήματα της Gucci και της Rolex. Αλλά η πανδημία άλλαξε τα πράγματα καθώς πολλοί ζάπλουτοι αποφάσισαν να παραμείνουν στη Σιγκαπούρη επί μήνες μέχρι να τελειώσει ο υγειονομικός εφιάλτης και σε κάποιες περιπτώσεις να εγκατασταθούν μόνιμα.
Κι όχι άδικα, αφού η πόλη κράτος έχει καταφέρει να διαχειριστεί πολύ καλύτερα την πανδημία, με τον δείκτη θνησιμότητας να είναι από δέκα έως 30 φορές χαμηλότερος σε σύγκριση με γειτονικές χώρες όπως η Μαλαισία και η Ινδονησία, σύμφωνα με στοιχεία του Πανεπιστημίου Johns Hopkins. Έτσι από τα τέλη του περασμένου χρόνου διπλασιάστηκε ο αριθμός των οικογενειακών επιχειρήσεων στη Σιγκαπούρη – περιλαμβανομένων και εκείνων που έστησαν πρόσφατα ο συνιδρυτής της Google Σεργκέι Μπριν και ο Κινέζος δισεκατομμυριούχος Σου Πινγκ της Haidilao International Holding Ltd.
Τραπεζικοί όμιλοι όπως εκείνος της UBS επεκτείνονται για να διαχειριστούν τη μαζική εισροή χρήματος στη Σιγκαπούρη, οι εγγραφές σε ιδιωτικές λέσχες γκολφ έχουν εκτοξευθεί, οι τιμές των ακινήτων καταγράφουν την υψηλότερη αύξηση εδώ και τρία χρόνια ενώ τα βραβευμένα με αστέρια Michelin εστιατόρια είναι κατάμεστα. Στο Odette με τα τρία αστέρα Michelin, που θεωρείται ένα από τα καλύτερα ρεστοράν της Ασίας και όπου ένα γεύμα για δύο άτομα μπορεί να ξεπεράσει τα χίλια δολάρια, οι θέσεις ήταν κλεισμένες επί μνήμες μέχρι που οι Αρχές αποφάσισαν να κατεβάσουν ρολά στην εστίαση. Η ροή του χρήματος έχει ωθήσει στα ύψη και τις τιμές εγγραφής στα πολυτελή γκολφ κλαμπ: μισό εκατομμύριο δολάρια Σιγκαπούρης στοιχίζει η εγγραφή στο Sentosa Golf Club για τους ξένους, αύξηση της τάξης του 40% σε σχέση με τα προ πανδημίας επίπεδα.
Και μπορεί η πρόσφατη έξαρση των κρουσμάτων στη Σιγκαπούρη, που οδήγησε σε αυστηρότερα μέτρα, να βάλει ένα φρένο στη μετανάστευση των πλουσίων εκεί, αλλά πιθανότατα θα είναι προσωρινό. Αν και τα κρούσματα αυξήθηκαν σε μερικές δεκάδες ημερησίως, απέχουν μακράν από τα νούμερα που καταγράφουν άλλες χώρες, ενώ η εμβολιαστική εκστρατεία προχωρά με ταχύτατους ρυθμούς, καθώς έχει ήδη κάνει το εμβόλιο περίπου το 30% του πληθυσμού, διπλάσιο ποσοστό σε σχέση με την Κίνα και ακόμη μεγαλύτερη σε σύγκριση με τη Μαλαισία και την Ινδονησία.