Την κατάργηση του Φόρου Πολυτελείας στα κοσμήματα και τα πολύτιμα μέταλλα, μεταξύ άλλων, ζητεί ο Σύλλογος Αργυροχρυσοχόων Αθηνών.
Παρουσιάζοντας το σύνολο δραστηριοτήτων του κλάδου στους δημοσιογράφους σε εκδήλωση στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών, ο σύλλογος τόνισε ότι η επιβολή του φόρου συρρίκνωσε έναν δυναμικό τομέα της ελληνικής οικονομίας που έχει ιστορία όσο ο ελληνικός πολιτισμός. Όπως ανέφερε ο πρόεδρος του Συλλόγου, Κωνσταντίνος Κουζούπης, η χώρα είναι η μοναδική στον κόσμο με 6.000 αδιάλειπτης ιστορίας στο κόσμημα ενώ παράλληλα διατηρεί παγκοσμίως υψηλότατη θέση ως προς την ποιότητα και την υψηλή αισθητική.
Ωστόσο σε μια περίοδο έντονης τουριστικής ανάπτυξης όπου ζητούμενο είναι η προώθηση παραγόμενων προϊόντων υψηλής αξίας, το ελληνικό κόσμημα πλήττεται λόγω της υπερφορολόγησης. Με δεδομένο ότι ο φόρος πολυτελείας ανέρχεται στο 10% για προϊόντα που ξεπερνούν τα 1000 ευρώ και πάνω σε αυτό επιβάλλεται και ο ΦΠΑ τα ελληνικά προϊόντα καθίστανται λιγότερα ανταγωνιστικά καθώς αντιμετωπίζουν πέρα των άλλων φορολογία που ανέρχεται στο 33%.
ΣΑΑ: Στην Τουρκία δεν επιβάλλουν φόρο πολυτελείας
«Πάνε στην Τουρκία οι επιβάτες κρουαζιέρας και τους ενημερώνουν με ταμπέλες στα καταστήματά τους ότι δεν επιβάλλουν φόρο πολυτελείας. Σκεφτείτε τι ανταγωνισμό έχουμε σε μια κατηγορία πελατών που είναι και αυτοί που αγοράζουν κατά κόρον» αναφέρουν τα μέλη του Συλλόγου τονίζοντας ότι έτσι η χώρα χάνει πολύτιμο συνάλλαγμα. Είναι ενδεικτικό ότι ένα κόσμημα αξίας 2.500 ευρώ στην Ελλάδα, πωλείται στην Ιταλία 2000 ευρώ και στην Τουρκία 1600 ευρώ.
Όπως αναφέρθηκε, οι πωλήσεις στις τουριστικές περιοχές μειώνονται, πέφτει η εισροή συναλλάγματος, αυξάνεται η παράνομη διακίνηση αλλά και οι εισαγωγές με αποτέλεσμα να συρρικνώνεται ένας ιστορικός κλάδος. Ειδικά όταν με την κρίση πολλοί κατέφευγαν σε παράνομα ενεχυροδανειστήρια κι έτσι η αγορά χρυσού επιμολύνθηκε με «παράνομες» πρώτες ύλες που έχτισαν μια παράνομη αλυσίδα αξίας.
Είναι ενδεικτικό ότι από το 1917 υπάρχει ο Σύλλογος των Αθηνών, ενώ πλέον σήμερα έχουν μείνει 24 σύλλογοι από τους 47 που υπήρχαν. Ο κλάδος απασχολεί 50.000 εργαζόμενους σε 10.000 επιχειρήσεις, που όμως τα τελευταία χρόνια έχουν συρρικνωθεί.