Η αύξηση των επενδύσεων, η ζήτηση που αν και θα σημειώσει οριακή υποχώρηση θα συνεχίσει να καταγράφει αυξητικό ρυθμό, η ενίσχυση της απασχόλησης, οι αυξήσεις των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων και το «ξεπάγωμα» των τριετιών, είναι οι μοχλοί στήριξης της ελληνικής οικονομίας προκειμένου να αναπτυχθεί με ρυθμό 2,9% το 2024.
Επίσης τα έργα που έχουν ενταχθεί ή πρόκειται να συμπεριληφθούν στο Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, όπως και αυτά για την αποκατάσταση των ζημιών από τις πλημμύρες στη Θεσσαλία, θα είναι εκ των πυλώνων της ανάπτυξης.
Αυτό αναφέρεται στο τελικό σχέδιο του Προϋπολογισμού του 2024, που κατέθεσε σήμερα η οικονομική ηγεσία της κυβέρνησης στη Βουλή.
Όπως επισημαίνεται ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας είναι υψηλότερος του μέσου όρου της Ευρωζώνης (κατά 1,7 ποσοστιαία μονάδα), ενώ το ΑΕΠ αναμένεται στο τέλος του 2024 να ανέλθει στο υψηλότερο επίπεδο από το 2010. Σε ονομαστικούς όρους εκτιμάται να διαμορφωθεί στα 233,8 δισ. ευρώ και να υπερβεί κατά 3,5% το μέσο επίπεδο της τελευταίας πενταετίας πριν την είσοδο της Ελλάδας στο πρώτο πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής.
Σύμφωνα με το κείμενο του προϋπολογισμού, εκφάνσεις της δυναμικής αποτελούν οι προβλέψεις για τη συνεχιζόμενη επέκταση της αγοράς εργασίας και για ενεργό ζήτηση σε ιστορικό υψηλό των τελευταίων 14 ετών.
Σε επίπεδο των συνιστωσών του ΑΕΠ, έναντι του προσχεδίου του κρατικού προϋπολογισμού 2024, προκύπτει για το 2024 μικρή προς τα κάτω αναθεώρηση της ιδιωτικής κατανάλωσης και των εξαγωγών, ως απόρροια τόσο της χαμηλότερης εξωτερικής ζήτησης όσο και της οριακά ανοδικής αναθεώρησης της πρόβλεψης για τον ετήσιο ρυθμό πληθωρισμού.
Κατά το μεγαλύτερο μέρος της, η καθοδική πίεση στις ως άνω συνιστώσες του ΑΕΠ αντισταθμίζεται από την αναμενόμενη επιτάχυνση υλοποίησης του σχεδίου «Ελλάδα 2.0», που ωθεί υψηλότερα τις επενδύσεις, από κοινού με την αποκατάσταση των υποδομών στις περιοχές που επλήγησαν από τις πλημμύρες τον Σεπτέμβριο 2023.
Οι δαπάνες από επιχορηγήσεις και δάνεια του ΤΑΑ προβλέπεται το 2024 να επιταχύνουν τη συμβολή τους στην ενίσχυση της παραγωγικότητας και στον μετασχηματισμό προς ένα παραγωγικό μοντέλο υψηλής προστιθέμενης αξίας, μέσω φιλόδοξων επενδύσεων (και των συναφών τους διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων) στους τομείς της πράσινης οικονομίας, του ψηφιακού μετασχηματισμού, του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, της εξαγωγικής ικανότητας, του ανθρώπινου κεφαλαίου και της αγοράς εργασίας.
Αύξηση των επενδύσεων και η απασχόληση
Σημαντική συμβολή στην ανάπτυξη προέρχεται από τις επενδύσεις, οι οποίες το 2024 αναμένεται να αυξηθούν με ρυθμό 15,1% (έναντι 12,1% στο προσχέδιο του κρατικού προϋπολογισμού 2024). Ως απόρροια, το πραγματικό επενδυτικό κενό μεταξύ Ελλάδας και Ευρωζώνης προβλέπεται να μειωθεί το 2024 σε 5%, το χαμηλότερο ποσοστό για όλη την περίοδο από το 2010, όπως αποτυπώνεται στο Διάγραμμα 1.6. Η συμβολή του «Ελλάδα 2.0» στον ρυθμό ανάπτυξης του 2024 αναμένεται να αγγίξει τις 1,9 ποσοστιαίες μονάδες.
Κατά δεύτερον, η συνεχιζόμενη αύξηση της απασχόλησης, αν και με ηπιότερο ρυθμό σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος, λόγω της αυξανόμενης στενότητας στην αγορά εργασίας (+0,9% το 2024 έναντι +1,4% το 2023), αναμένεται να συνεχίσει να στηρίζει το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών.
Σε αυτή τη βάση, η πραγματική ιδιωτική κατανάλωση προβλέπεται για το 2024 να διατηρηθεί σε ανοδική τροχιά ύψους 1,3% σε ετήσια βάση, σε συμφωνία με την πρόβλεψη για ελαφρώς πιο αργή επαναφορά του πληθωρισμού στον μεσοπρόθεσμο στόχο της ΕΚΤ.
Τα κυβερνητικά μέτρα στήριξης της οικονομίας, με έναρξη εφαρμογής το 2024, δημιουργούν επιπλέον συνέργειες με τις ισχύουσες πολιτικές ενίσχυσης των εισοδημάτων και της οικονομικής δραστηριότητας, στοχεύοντας, όπως και η αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής, στη μείωση των ανισοτήτων και των στρεβλώσεων.
Σημαντική ενίσχυση για το διαθέσιμο εισόδημα αναμένεται από τις αυξήσεις στο μισθολόγιο των δημοσίων υπαλλήλων, την εκ νέου αύξηση των συντάξεων, την άρση του «παγώματος» των τριετιών, την αύξηση του αφορολόγητου κατά 1.000 ευρώ για οικογένειες με παιδιά, την αύξηση του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος κατά 8%, την επέκταση του επιδόματος μητρότητας για αυτοαπασχολούμενους και αγρότες, το ετήσιο βοήθημα προς τους νέους (youth pass), την κατάργηση της συμμετοχής στο κόστος των φαρμάκων για τους πρώην δικαιούχους του Επιδόματος Κοινωνικής Αλληλεγγύης Συνταξιούχων (ΕΚΑΣ) και από μία σειρά άλλων δημοσιονομικών μέτρων.
Η συνεχιζόμενη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας αναμένεται να διαμορφώσει την ανεργία στο χαμηλότερο ποσοστό επί του εργατικού δυναμικού από το 2009, σε 10,6% βάσει της μεθοδολογίας της έρευνας εργατικού δυναμικού και σε 9,3% βάσει των εθνικών λογαριασμών.
Βάσει των αναθεωρημένων στοιχείων εθνικών λογαριασμών για το 2022, τα 4,9 εκατομμύρια απασχολούμενων που προβλέπονται κατά μέσο όρο για το 2024, αντιστοιχούν σε ιστορικό υψηλό για όλη την περίοδο διαθέσιμων στοιχείων από το 1995, αντανακλώντας αντίστοιχη εικόνα για τους μισθωτούς (με αύξηση του αριθμού των τελευταίων κατά 1,0% το 2024 σε ετήσια βάση). Ο αριθμός των ανέργων αναμένεται να μειωθεί σε επίπεδα προ της οικονομικής προσαρμογής, παρά το εκτιμώμενο ιστορικά υψηλό ποσοστό συμμετοχής του πληθυσμού ηλικίας 15 - 64 ετών στο εργατικό δυναμικό (82,5%).
Εν μέσω της ελεγχόμενης δημοσιονομικής πολιτικής, η δημόσια κατανάλωση το 2024 αναμένεται να υποχωρήσει κατά 1,6% έναντι του 2023 (έτος για το οποίο ωστόσο εκτιμάται 6,7% υψηλότερα από το προ πανδημίας επίπεδο, σύμφωνα με τα αναθεωρημένα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ).
Το εμπορικό ισοζύγιο
Η συμβολή του εξωτερικού τομέα στην πραγματική ανάπτυξη αναμένεται να κυμανθεί σε οριακά θετικό έδαφος (0,2% του ΑΕΠ, από 0,4% του ΑΕΠ στο προσχέδιο), με την αναθεώρηση να οφείλεται κυρίως στην επιβράδυνση των εξαγωγών αγαθών εξαιτίας της χαμηλότερης εκτιμώμενης ανάπτυξης στην ΕΕ και των χαμηλότερων εξαγωγών αγροτικών προϊόντων λόγω των καιρικών φαινομένων του προηγούμενου διαστήματος.
Ο όγκος των εισαγωγών αγαθών αναμένεται να έχει σημαντική αύξηση, 5,4% σε ετήσια βάση, σε σύνδεση με τις ανάγκες εισαγωγών για την πραγματοποίηση επενδύσεων του σχεδίου «Ελλάδα 2.0», την πραγματοποίηση έργων υποδομών στις περιοχές που επλήγησαν από τα καιρικά φαινόμενα το 2023 και την υποκατάσταση της απολεσθείσας αγροτικής παραγωγής των πληγεισών περιοχών προς κάλυψη των εγχώριων αναγκών.
Σε εθνικολογιστικούς όρους, το έλλειμμα του ονομαστικού ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών αναμένεται να επιβαρυνθεί ελαφρώς, ανερχόμενο ως ποσοστό του ΑΕΠ σε 5,4% από 5% το 2023, ως αποτέλεσμα της επιδείνωσης του ισοζυγίου αγαθών. Από την άλλη πλευρά, το πραγματικό ισοζύγιο υπηρεσιών προβλέπεται να έχει θετική επίδραση στο ΑΕΠ, ύψους 1,2 ποσοστιαίων μονάδων, η οποία υπερκαλύπτει την εξέλιξη στο ισοζύγιο αγαθών σε όρους όγκου, χάρη στην εκτιμώμενη αύξηση τόσο των πραγματικών εισπράξεων από τον εξωτερικό τουρισμό όσο και των εξαγωγών μεταφορών και λοιπών υπηρεσιών.
Πηγή: Economistas.gr