Στη γραμμή της τελευταίας του Έκθεσης για την Ελλάδα, κινείται το ΔΝΤ και όσον αφορά στις δημοσιονομικές προβλέψεις του Fiscal Monitor Απριλίου, κάτι που σημαίνει ότι ο Ευκλείδης Τσακαλώτος στις επαφές του στην Ουάσινγκτον δεν θα έχει άλλο «πονοκέφαλο» πλην της συμφωνίας για την προεξόφληση των δανείων του Ταμείου.
Επί της ουσίας, το ΔΝΤ κινείται πάνω στις παραδοχές για τη Βιωσιμότητα του Χρέους, έχοντας εγκαταλείψει προ πολλού τις εκτιμήσεις για χαμηλότερα πλεονάσματα από τους στόχους, μετά από τις υπεραποδόσεις των φόρων που οδήγησαν στα θηριώδη κι εν πολλοίς αντιαναπτυξιακά υπερπλεονάσματα.
Τουτέστιν, το Ταμείο δεν βάζει αστερίσκο στους στόχους για 3,5% ως το 2022, συντασσόμενο απολύτως με την επίσημη γραμμή περί σταδιακής μείωσης στο 3% το 2023 και στο 2,8% το 2024.
Από την 1η Μεταμνημονιακή του Έκθεση προκύπτει ότι το ΔΝΤ κινείται στην επίσημη γραμμή, λαμβάνοντας υπόψιν ότι θα εφαρμοστούν τα προσυμφωνημένα μέτρα για την επόμενη χρονιά, κοινώς η μείωση του αφορολογήτου, η οποία συν τοις άλλοις δεν θεωρείται αυστηρά δημοσιονομικό αλλά και διαρθρωτικό μέτρο. Στην παρούσα Έκθεση δεν γίνεται η παραμικρή σχετική νύξη.
Στην ίδια γραμμή κινείται το Ταμείο και ως προς τις προβλέψεις του για το Χρέος, αν και για φέτος (174,2%) υπάρχει μια διαφορά 3 ποσοστιαίων μονάδων από τις εκτιμήσεις των Ευρωπαίων (171,1%).
Στις υπόλοιπες προβλέψεις, μέσω της έκθεσης Fiscal Monitor το ΔΝΤ προβλέπει σταδιακή αποδυνάμωση των φορολογικών εσόδων ως ποσοστό του ΑΕΠ (από 47,5% του ΑΕΠ φέτος σε 45,2% το 2021 και σε 44% του ΑΕΠ το 2024), με παράλληλη δραστική μείωση και των δημοσίων δαπανών (από 47,7% του ΑΕΠ φέτος σε 45,1% το 2021 και 44,7% του ΑΕΠ το 2024), που θα πρέπει να αποδοθούν στην εκτιμώμενη αύξηση του παρανομαστή, δηλαδή του ΑΕΠ.