Τα πράγματα είναι απλά ή τουλάχιστον έτσι φαίνονται. Αν η οικονομία «τρέξει» με πολύ μεγαλύτερη ταχύτητα από αυτή που έχουν υπολογίσει ως τώρα στο υπουργείο Οικονομικών, ανοίγει ο δρόμος για νέες ελαφρύνσεις, πέρα από τα 3,5 δις ευρώ του «πακέτου» της ΔΕΘ για τη διετία 2021- 2022.
Και κάπου εδώ αρχίζουν τα ερωτήματα αλλά και οι πονοκέφαλοι για το οικονομικό επιτελείο και την κυβέρνηση συνολικά.
Η αναθεώρηση για το ΑΕΠ
Η αναθεώρηση των προβλέψεων για το φετινό ΑΕΠ στο 5,9%, από 3,6%, χαρακτηρίζεται ακόμα κι από το υπουργείο Οικονομικών ως συντηρητική. Στο Προσχέδιο του Προϋπολογισμού στις 4 Οκτωβρίου δεν θα υπάρξει νέα αναθεώρηση, ωστόσο είναι ορθάνοικτο το ενδεχόμενο να υπάρξει αλλαγή στο τελικό σχέδιο. Το πρώτο ερώτημα που τίθεται είναι αν η ενδεχόμενη νέα αναθεώρηση θα αφορά μόνο στο φετινό ΑΕΠ ή και το ΑΕΠ του 2022. Και κάπου εδώ τίθεται το δεύτερο ερώτημα: υπάρχει σκέψη για έκτακτη εισοδηματική ενίσχυση ως το τέλος του 2021 ή η συζήτηση αφορά μόνο σε πρόσθετες ελαφρύνσεις το 2022;
Ως ήταν αναμενόμενο, τα στόματα στο υπουργείο Οικονομικών είναι ερμητικά κλειστά, όχι απαραίτητα για να μη διαρρεύσουν σκέψεις και σενάρια αλλά προφανώς γιατί η κατάσταση παραμένει ρευστή. Κοινή παραδοχή είναι ότι τα όποια μέτρα ελάφρυνσης- όπως έχει γίνει ως τώρα- τίθενται προς διαβούλευση με τους Θεσμούς, καθώς η «οδηγία» είναι ότι μόνο μέτρα προσωρινού χαρακτήρα μπορούν να «περάσουν» από τις Βρυξέλλες, ακόμα και σε συνθήκες «εξουδετέρωσης» του Συμφώνου Σταθερότητας.
Πώς μπορούν να «περάσουν» μέτρα μόνιμου χαρακτήρα
Δεύτερη παραδοχή είναι ότι για να «περάσουν» τα όποια μέτρα μόνιμου χαρακτήρα από τη βάσανο των Ευρωπαίων και πολύ περισσότερο από το «μάτι» των αγορών, θα πρέπει να «πατάνε» πάνω σε σταθερές βάσεις κι εν προκειμένω σε παραμέτρους του ΑΕΠ με μόνιμο άρα δομικό χαρακτήρα και όχι π.χ. στην αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης ως εκδήλωση αποσυμπίεσης των περιορισμών της πανδημίας.
Ο μανδύας του «προσωρινού»
«Όλα θα συνεκτιμηθούν όταν έρθει η ώρα. Αυτήν τη στιγμή δεν υπάρχει τίποτα στο τραπέζι» απαντούν κυβερνητικές πηγές στα παραπάνω ερωτήματα, ωστόσο οι πληροφορίες συγκλίνουν στο ότι για να ξεπεραστεί ο σκόπελος των Ευρωπαίων, η κυβέρνηση θα κινηθεί στη λογική μέτρων, με το μανδύα του «προσωρινού», δηλαδή μέτρων one- off, που θα επιβαρύνουν δημοσιονομικά μια και μόνο χρονιά, έστω ως πρώτο βήμα. Το αρχικό ερώτημα, βέβαια, παραμένει: μιλάμε για νέες ελαφρύνσεις το 2022 ή υπάρχουν και σκέψεις για έκτακτη εισοδηματική ενίσχυση πριν τελειώσει το 2021 π.χ. σε ευάλωτα νοικοκυριά για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων του εισαγόμενου πληθωρισμού σε είδη πρώτης ανάγκης;
Γιατί «ξίνισαν» οι Ευρωπαίοι
Ηλίου φαεινότερο είναι, πάντως, ότι εάν δημιουργηθεί ο αναγκαίος χώρος και το 2022, η κυβέρνηση θέλει να επεκτείνει την αναστολή της εισφοράς αλληλεγγύης και σε Δημόσιο- συνταξιούχους, παρά το ότι στην πρώτη κρούση που έγινε στους Θεσμούς η αντίδραση ήταν αρνητική. Το κόστος- μιλάμε πάντα για αναστολή που θα χαρακτηριστεί «προσωρινή», όπως ακριβώς ισχύει στον ιδιωτικό τομέα- δεν είναι απαγορευτικό, καθώς υπολογίζεται σε 400- 500 εκατ. Ευρώ και δεν ήταν αυτός ο λόγος που «ξίνισαν» οι Ευρωπαίοι.
Η ένσταση των Ευρωπαίων ήταν και παραμένει ότι δεν μπορείς να παίρνεις ένα δημοσιονομικό μέτρο επιβαρυντικό για τον Προϋπολογισμό, χωρίς αυτό να αφορά σε αποκατάσταση απωλειών από την πανδημία, με δεδομένο ότι δημόσιοι υπάλληλοι και συνταξιούχοι δεν υπέστησαν μείωση εισοδήματος όπως μισθωτοί του ιδιωτικού τομέα, επαγγελματίες, επιχειρήσεις. Το αντεπιχείρημα είναι ότι κάθε δημοσιονομικό μέτρο, που ενισχύει το διαθέσιμο εισόδημα, έχει αναπτυξιακό αντίκρισμα αφού μεταξύ άλλων τονώνει την ιδιωτική κατανάλωση.