Στο δημοσιονομικό κόστος «σκοντάφτει» ο σχεδιασμός για ριζικό λίφτινγκ στην εισφορά αλληλεγγύης των συνταξιούχων, παρά το ότι ως έχει, δημιουργεί αδικίες και στρεβλώσεις.
«Κάτι πρέπει να γίνει», λένε χαρακτηριστικά αρμόδιες πηγές από το υπουργείο Εργασίας. «Δεν υπάρχει αυτήν τη στιγμή κανένα σενάριο», απαντούν από το ΓΛΚ, όπου αναμένουν την Παρασκευή τις δημοσιονομικές κατευθύνσεις για την επόμενη τετραετία, από την Κομισιόν.
Αυτήν τη στιγμή η εισφορά αλληλεγγύης επιβαρύνει περίπου 400 χιλιάδες συνταξιούχους και υπολογίζεται ως εξής: 3% για συντάξεις 1.400-1.700 ευρώ, 6% για συντάξεις 1.701-2.000 ευρώ, 7% για συντάξεις 2.001-2.300 ευρώ, 9% για συντάξεις 2.301-2.600 ευρώ και φτάνει στο 14% όσο υψηλότερη είναι η σύνταξη. Ποιο είναι το δομικό πρόβλημα; Οι παραπάνω συντελεστές δεν εφαρμόζονται προοδευτικά, όπως στη φορολογική κλίμακα, αλλά αν κάποιος υπερβεί το “σκαλοπάτι”, ο υψηλότερος συντελεστής δεν υπολογίζεται επί της διαφοράς, αλλά στο σύνολο του ποσού.
Το σενάριο των παρεμβάσεων με ουδέτερο δημοσιονομικό αποτέλεσμα δεν φαίνεται να μπορεί να “περπατήσει”, καθώς αν επιχειρηθεί να περιοριστεί το “βάρος” στις υψηλότερες συντάξεις, θα πρέπει να αυξηθούν αναλογικά οι συντελεστές στα χαμηλότερα κλιμάκια.
Δημοσιονομικό κόστος έχει και το έτερο σενάριο, που προβλέπει ότι η σημερινή κλίμακα θα παραμείνει ως έχει ή έστω με οριακές αλλαγές συντελεστών, αλλά θα εφαρμόζεται προοδευτικά, δηλαδή όπως η φορολογική κλίμακα. Σε ένα τέτοιο σενάριο, κάποιος που παίρνει σύνταξη 1.800 ευρώ δεν θα επιβαρύνεται με εισφορά 6% για το σύνολο του ποσού αλλά μόνο στα 100 ευρώ που υπερβαίνει το “σκαλοπάτι” των 1.700 ευρώ και το υπόλοιπο ποσό θα επιβαρύνεται με συντελεστή 3%.
Στη χειρότερη περίπτωση, όπως λένε αρμόδιες πηγές, θα πρέπει να ανέβουν τα όρια για την εφαρμογή της εισφοράς. Με απλά λόγια, η προγραμματισμένη αύξηση των συντάξεων από 1/1/2025 να συμπαρασύρει αναλόγως και τα “σκαλοπάτια” της εισφοράς αλληλεγγύης.
Συντάξεις χηρείας
«Πονοκέφαλο» προκαλεί και η «καυτή πατάτα» των συντάξεων χηρείας στον ιδιωτικό τομέα, καθώς δεν έχει εφαρμοστεί ακόμα η διάταξη που προβλέπει μείωση από το 70% στο 35%, με τη συμπλήρωση 3ετίας από τον νόμο του 2016, για όσους παίρνουν σύνταξη εξ ιδίου δικαιώματος ή εργάζονται.
Υπάρχει περίπτωση να μην εφαρμοστεί η διάταξη; Από τη στιγμή που έχουν γίνει οι σχετικές μειώσεις στις συντάξεις του Δημοσίου και του πρώην ΟΓΑ, είναι μάλλον αδύνατο. Συνεπώς προκύπτει κατ’ αρχάς ζήτημα αναδρομικών, από το 2020 ως σήμερα. Αρμόδιες πηγές σημειώνουν ότι αυτά θα μπορούσαν να καταβληθούν σε 120 δόσεις, δηλαδή σε ορίζοντα 10ετίας, συμπληρώνοντας ότι το πρόβλημα είναι ακόμα πιο σύνθετο.
Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι εξετάζεται η αποσύνδεση αυτών των περικοπών από το αν κάποιος παίρνει σύνταξη ή εργάζεται (περίπου 40.000 αυτήν τη στιγμή), ενώ τα σενάρια που θέλουν η μείωση της σύνταξης χηρείας κατά 50% να υπολογίζεται μόνο στην Εθνική Σύνταξη, βάζουν στο τραπέζι και το άλλο μεγάλο “αγκάθι”: την καταβολή μιας και μόνο Εθνικής Σύνταξης, ακόμα κι αν κάποιος δικαιούται δύο ή τρεις συντάξεις.
Συντάξεις αναπηρίας
Εν τω μεταξύ, το υπουργείο Εργασίας με εγκύκλιο του δίνει νέες οδηγίες και διευκρινίσεις για τις περιπτώσεις αναπηρίας.
Αν ο ασφαλισμένος είχε αναπηρία πριν από την υπαγωγή του στην ασφάλιση (προϋπάρχουσα αναπηρία), θεωρείται άτομο με αναπηρία, εφόσον η αναπηρία του επιδεινώθηκε μετά την ασφάλισή του και η μεταγενέστερη της υπαγωγής στην ασφάλιση αναπηρία (ποσοστό επιδείνωσης) φτάνει τουλάχιστον το 40% της αναπηρίας βάσει της οποίας ζητεί τη χορήγηση σύνταξης. Εφόσον δηλαδή η μεταγενέστερη της ασφάλισης αναπηρία φθάνει τουλάχιστον το 40% της κατά περίπτωση αναπηρίας.
Σε κάθε περίπτωση, είτε πρόκειται για νέα πάθηση είτε για επιδείνωση προϋπάρχουσας, οι Υγειονομικές Επιτροπές γνωματεύουν το συνολικό ποσοστό αναπηρίας που καθορίζεται από όλες τις παθήσεις του ασφαλισμένου και ένα επιπλέον ποσοστό αναπηρίας που οφείλεται μόνο στην επιδείνωση, ή τη νέα πάθηση, που εκδηλώθηκε κατά τη διάρκεια της ασφάλισης.
Διευκρινίζεται ότι, το συνολικό ποσοστό δεν είναι το άθροισμα των ποσοστών παλαιάς και νέας πάθησης. Η σύνταξη χορηγείται εφόσον κατ' ελάχιστον υφίσταται συνολικό ποσοστό αναπηρίας 50% και το ποσοστό της επιδείνωσης ή της νέας πάθησης ανέρχεται τουλάχιστον σε 20% (=40%Χ50%). Επομένως, καθοριστικοί παράγοντες για την απονομή σύνταξης αναπηρίας και τον καθορισμό της βαθμίδας αναπηρίας αποτελούν: α) το συνολικό ποσοστό αναπηρίας που πρέπει να είναι τουλάχιστον 50%, β) το ποσοστό της επιδείνωσης ή της νέας πάθησης που συμμετέχει στον καθορισμό της βαθμίδας αναπηρίας το οποίο πρέπει να είναι τουλάχιστον 20%.
Για παράδειγμα, ασφαλισμένη με ποσοστό πιστοποιημένης προϋπάρχουσας αναπηρίας 30% και ποσοστό από νέα πάθηση 20% θα δικαιούται σύνταξης μόνο εάν, οι Υγειονομικές Επιτροπές ΚΕ.Π.Α. κρίνουν ότι οι παθήσεις της συνεκτιμώνται και της καθορίζουν τουλάχιστον 50% συνολικό ποσοστό αναπηρίας. Στη περίπτωση που αποφανθούν ότι, το συνολικό ποσοστό είναι μικρότερο του 50%, δε θα της χορηγηθεί σύνταξη.