Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) αύξησε τα επιτόκια κατά μισή ποσοστιαία μονάδα, στο 3%, την Πέμπτη, τηρώντας όσα είχε πει, ακόμη και τη στιγμή που οι φόβοι για μια νέα χρηματοπιστωτική κρίση αναστατώνουν τις αγορές τις τελευταίες ημέρες.
Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής επέλεξαν να δώσουν προτεραιότητα στη συνεχόμενη μάχη κατά του πεισματικά υψηλού πληθωρισμού έναντι των ανησυχιών για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, σημειώνοντας ότι «ο πληθωρισμός προβλέπεται να παραμείνει πολύ υψηλός για πάρα πολύ καιρό».
Μετά την κατάρρευση δύο αμερικανικών τραπεζών και την αναταραχή στον ελβετικό τραπεζικό κολοσσό Credit Suisse, οι ανησυχίες για μια πιθανή τραπεζική κρίση «τρόμαξαν» τις αγορές και δημιούργησαν αμφιβολίες για το εάν η ΕΚΤ θα διατηρήσει την προηγουμένως σηματοδοτημένη πορεία των επιτοκίων της.
Η Λαγκάρντ κινδυνεύει με κριτική ότι επαναλαμβάνει τα λάθη του παρελθόντος
Ωστόσο, η απόφαση να διατηρηθεί σταθερή η αύξηση των επιτοκίων μπορεί να εκθέσει την πρόεδρο της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, στην κριτική ότι επαναλαμβάνει τα λάθη που έκανε ένας από τους προκατόχους της, ο Ζαν-Κλοντ Τρισέ, ο οποίος αύξησε τα επιτόκια στην κρίση του δημόσιου χρέους του 2011, υποστηρίζοντας ότι η σταθεροποίηση των προσδοκιών για τον πληθωρισμό είναι ο καλύτερος τρόπος για να τονωθεί η εμπιστοσύνη στη ζώνη του ενιαίου νομίσματος. Αυτή η κίνηση έχει μείνει στην ιστορία ως ένα κραυγαλέο πολιτικό λάθος που σημάδεψε την αξιοπιστία της ΕΚΤ επί χρόνια.
«Θα κατηγορηθούν ότι έκαναν ένα λάθος, και θα μπορούσαν, αλλά για να είμαστε δίκαιοι, έχουν κατηγορηθεί για αυτό από τότε που αποχώρησαν από το NIRP [πολιτική αρνητικών επιτοκίων]», έγραψε ο οικονομολόγος της Pantheon Macroeconomics, Claus Vistesen, μετά την ανακοίνωση.
«Έχουμε υπόψη μας την ιστορία και τι έχει γίνει στο παρελθόν, αλλά είμαστε όλοι βέβαιοι ότι η απόφαση που λάβαμε σήμερα είναι μια σθεναρή απόφαση», είπε η Λαγκάρντ σε συνέντευξη Τύπου, προσθέτοντας ότι «η εργαλειοθήκη πολιτικής της ΕΚΤ είναι πλήρως εξοπλισμένη για την παροχή στήριξης ρευστότητας στο χρηματοπιστωτικό σύστημα της ζώνης του ευρώ εάν χρειαστεί και για τη διατήρηση της ομαλής μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής».
ΕΚΤ: Αποφασισμένη να επαναφέρει τον πληθωρισμό στο 2%
Τη στιγμή που προχωρούσε με την αύξηση των επιτοκίων, πάντως, η ΕΚΤ αναγνώρισε την τρέχουσα αβεβαιότητα και απέρριψε την αναφορά περί ανάγκης για περαιτέρω «σημαντική» αύξησης των επιτοκίων.
Ωστόσο, η Λαγκάρντ προειδοποίησε ότι αυτό δεν πρέπει να εκληφθεί ως ένδειξη ότι η ΕΚΤ μπορεί να υποχωρήσει στη μάχη της κατά του πληθωρισμού: «Δεν λυγίζουμε στη μάχη κατά του πληθωρισμού και είμαστε αποφασισμένοι να επαναφέρουμε τον πληθωρισμό στον στόχο του 2% μεσοπρόθεσμα. Αυτό δεν πρέπει να αμφισβητηθεί».
Η Λαγκάρντ σημείωσε ότι τα επιτόκια θα πρέπει να αυξηθούν περαιτέρω εάν η οικονομία αναπτυχθεί όπως υποδεικνύεται από τις τελευταίες προβλέψεις -αν και αυτές έχουν γίνει πιο δύσκολες λόγω της τρέχουσας αβεβαιότητας.
Σε μια πρόσθετη ένδειξη ότι οι «κραταιοί» του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ συνεχίζουν να κυριαρχούν στη συζήτηση, η Λαγκάρντ αποκάλυψε ότι «η απόφαση για την αύξηση των επιτοκίων εγκρίθηκε με πολύ μεγάλη πλειοψηφία».
Οικονομολόγοι: Το 2011 η ΕΚΤ δεν έλαβε υπόψη την αυξανόμενη κρίση από την αναδιάρθωση του ελληνικού χρέους
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ του Politico, οι τελευταίες προβλέψεις της ΕΚΤ βλέπουν πλέον τον μετρούμενο πληθωρισμό να μειώνεται ταχύτερα από ό,τι αναμενόταν προηγουμένως, κυρίως λόγω της πτώσης των τιμών της ενέργειας. Το προσωπικό της ΕΚΤ βλέπει τον πληθωρισμό κατά μέσο όρο στο 5,3% το 2023, στο 2,9% το 2024 και στο 2,1% το 2025. Ταυτόχρονα, οι εκτιμήσεις για την υποκείμενη πληθωριστική πίεση αναθεωρήθηκαν προς τα πάνω, υποδηλώνοντας ότι οι τιμές αυτές θα μπορούσαν να αποδειχθούν πιο στάσιμες από ό,τι πιστευόταν προηγουμένως.
Ωστόσο, η ΕΚΤ τόνισε ότι οι προβλέψεις είχαν ολοκληρωθεί πριν από την έναρξη των πρόσφατων εντάσεων στην αγορά, υπονοώντας ότι η βασική γραμμή περιβάλλεται από εξαιρετική αβεβαιότητα.
Εν όψει της κίνησης της Πέμπτης για τα επιτόκια, οι πρώην «ειρηνευτές» στη χάραξη πολιτικής της ΕΚΤ, Λορέντσο Μπίνι Σμάγκι και Βίτορ Κονστάντσιο, είχαν προειδοποιήσει ότι η κεντρική τράπεζα πρέπει να αποφύγει την επανάληψη της καταστροφικής πολιτικής του 2011. «Η ΕΚΤ θα πρέπει να αποφύγει να επαναλάβει το λάθος του 2011, όταν συνέχισε να αυξάνει τα επιτόκια χωρίς να λαμβάνει υπόψη την αυξανόμενη κρίση από την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους», δήλωσε ο Μπίνι Σμάγκι στη γερμανική Börsen-Zeitung. Σε παρόμοιο τόνο, ο Κονστάντσιο έγραψε στο Twitter ότι οι κεντρικές τράπεζες «δεν πρέπει να αγνοούν τα σημάδια από τις αγορές».
Οι διαφορές του 2021 με το σήμερα στη νομισματική και χρηματοπιστωτική πολιτική
Για να είμαστε δίκαιοι, ωστόσο, τώρα ο συμβιβασμός μεταξύ χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και σταθερότητας των τιμών φαίνεται πολύ λιγότερο προφανής από ό,τι ήταν το 2011 -τουλάχιστον εκ των υστέρων: Ενώ τώρα οι ευρωπαϊκές τράπεζες βρίσκονται στην καλύτερη κατάσταση εδώ και χρόνια, και ούτε μία τράπεζα της ευρωζώνης δεν έχει χρειαστεί ακόμη υποστήριξη, τότε η ευρωζώνη άρχισε να διασώζει την τρίτη χώρα μέλος της.
Αντίθετα, σήμερα ο πληθωρισμός εξακολουθεί να είναι τριπλάσιος του στόχου του 2% της ΕΚΤ αφού έφτασε σε διψήφιο ποσοστό, ενώ το 2011 ο πληθωρισμός ξεπέρασε μόλις το 3%.
Ένας άλλος πρώην υπεύθυνος χάραξης πολιτικής, ο Γιοργκ Άσμουσεν, χαιρέτισε την κίνηση για τα επιτόκια. «Η ΕΚΤ αντιμετώπισε μια δύσκολη σύγκρουση συμφερόντων: να συνεχίσει να καταπολεμά τον επίμονο πληθωρισμό ή να ηρεμήσει τις χρηματοπιστωτικές αγορές», έγραψε στο Twitter. «Δεδομένου ότι η νομισματική σταθερότητα είναι ο πρωταρχικός στόχος της ΕΚΤ και η χρηματοπιστωτική σταθερότητα ο δεύτερος, η σημερινή κίνηση αύξησης των επιτοκίων κατά 50 μονάδες βάσης είναι η σωστή κίνηση», πρόσθεσε.
Ορισμένοι αναλυτές υποστήριξαν ότι η αλλαγή της στρατηγικής θα μπορούσε να είχε δημιουργήσει ακόμη περισσότερους κινδύνους χρηματοπιστωτικής σταθερότητας: «Η υποχώρηση από μια ήδη ανακοινωθείσα αύξηση των επιτοκίων με ειδοποίηση σε ένα τόσο σύντομο χρονικό διάστημα κινδυνεύει να εγείρει περαιτέρω ερωτήματα και ανησυχίες σχετικά με τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος της ζώνης του ευρώ», είπε πριν την ανακοίνωση της Πέμπτης ο οικονομολόγος της Societe Generale, Anatoli Annenkov.
Ωστόσο, οι τελευταίες ημέρες υπενθύμισαν στην ΕΚΤ ότι τα επόμενα βήματα για την καταπολέμηση του πληθωρισμού θα είναι πολύ πιο δύσκολα από αυτά που έγιναν μέχρι τώρα, υποστήριξε ο οικονομολόγος της ING, Carsten Brzeski.
«Κάθε επιπλέον αύξηση των επιτοκίων αυξάνει τον κίνδυνο να "χαλάσει" κάτι. Ως εκ τούτου, αναμένουμε από την ΕΚΤ να "χαλαρώσει" περισσότερο σήμερα και τις επόμενες εβδομάδες, υπονοώντας πιθανώς μια επιβράδυνση του ρυθμού και του μεγέθους τυχόν περαιτέρω αυξήσεων των επιτοκίων», σημείωσε.