Η μια οπτική, όταν αναλύει κανείς τις εξελίξεις στην αγορά ακινήτων, είναι να δει πόσο «τρέχουν» οι τιμές.
Η άλλη όψη του ίδιου νομίσματος είναι να εξετάσει αν η αύξηση των μισθών ή των εισοδημάτων εν γένει «τρέχει» παράλληλα με τις αυξήσεις των τιμών ή ανοίγει η «ψαλίδα», προφανώς σε βάρος όσων κινούνται στα χαμηλότερα εισοδηματικά κλιμάκια.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του indomio, η μέση ζητούμενη τιμή πώλησης στην Αττική τον Ιούλιο διαμορφώθηκε στα 3.052 ευρώ/τμ. Πέρυσι, τέτοια εποχή, η μέση τιμή ήταν 2.847 ευρώ/τμ., τον Ιούλιο του 2022 ήταν 2.488 ευρώ/τμ., τον Ιούλιο του 2021 ήταν 2.228 ευρώ/τμ., τον Ιούλιο του 2020 διαμορφωνόταν στα 2.184 ευρώ/τ.μ, τον Ιούλιο του 2019 στα 2.121 ευρώ/τμ. και τον Ιούλιο του 2018 όταν η αγορά άρχισε να ξυπνάει από το λήθαργο της δεκαετούς κρίσης, μόλις που έφτανε στα 2.060 ευρώ/τμ.
Με έναν απλό υπολογισμό, αυτή η «διαδρομή» στην εξαετία «σημαδεύθηκε» από μια αύξηση 48,15%. Προσοχή, όμως. Μιλάμε για την αύξηση στη μέση ζητούμενη τιμή, που αφορά στο σύνολο της Αττικής, αλλά αν δούμε τις διαφορές από περιοχή σε περιοχή, κυρίως εκεί που καταγράφεται «πυρετός» λόγω βελτίωσης ή νέων υποδομών, οι αυξήσεις τιμών είναι εξωπραγματικές.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα τα νότια προάστια, όπου η μέση ζητούμενη τιμή διαμορφώνεται, πλέον, στα 4.211 ευρώ/τμ., δηλαδή σχεδόν 72% υψηλότερα από τα επίπεδα του 2018 όταν δειλά-δειλά η κτηματαγορά άρχισε να ανεβαίνει!
Η αναλογία τιμών - μισθών
Αποκαλυπτική είναι η μελέτη του Green Estate, που φωτίζει την άλλη όψη του νομίσματος, δηλαδή τι συνεπάγεται αυτή η αύξηση τιμών, αναλογικά με το πόσο παραπάνω θα χρειαζόταν να εργαστεί κανείς για να καλύψει αυτήν την αύξηση. Ως βάση υπολογισμού ελήφθησαν υπόψιν τα επίσημα στοιχεία της ΕΡΓΑΝΗΣ, δηλαδή ο βασικός μισθός (830 ευρώ) και ο μέσος μισθός των 1250 ευρώ.
Στις περιοχές με την ακριβότερη μέση κατοικία (Βάρη- Βουλιαγμένη- Βούλα όπου αγγίζει τις 7.500 ευρώ/τμ.) προκύπτει ότι η αξία τους αυξήθηκε κατά 32.323 ευρώ, δηλαδή κατά 2,8 έτη δουλειάς για κάποιον που λαμβάνει τον βασικό μισθό και κατά 1,9 έτη για κάποιον που λαμβάνει τον μέσο μισθό.
Στην περιοχή της Γλυφάδας (μέση τιμή γύρω στα 5.300 ευρώ/τμ.) η εντυπωσιακή αύξηση των τιμών- προφανώς λόγω Ελληνικού- εκτόξευσε την ανάγκη περισσότερων ετών εργασίας στα 9 χρόνια για όσους αμείβονται με τον κατώτατο μισθό και στα 6 χρόνια για όσους κινούνται στο μέσο μισθό. Αν και πρόκειται καθαρά για ένα θεωρητικό σχήμα, επιβεβαιώνει με τον πλέον κατηγορηματικό ότι η απόκτηση κατοικίας ειδικά στις αποκαλούμενες «ακριβές» περιοχές, είναι, πλέον, άπιαστο όνειρο για τους πολλούς.
Αντίστοιχα για τις φθηνότερες περιοχές, οι αυξήσεις τιμών ισοδυναμούν με 8 μήνες περισσότερης δουλειάς για κάποιον που εργάζεται με τον βασικό μισθό και 5,5 μήνες με τον μέσο μισθό.
Ακριβότερες και φθηνότερες περιοχές
Σύμφωνα με τη μελέτη, μεταξύ 2022 και 2023, την κούρσα των ακριβότερων περιοχών, όπως αναμενόταν οδηγούν η Γλυφάδα και τα 3Β (Βουλιαγμένη, Βάρη, Βάρκιζα). Ειδικά για την Γλυφάδα είναι και ο δευτεραθλητής στην αύξηση της αξίας με ποσοστό 42%.
Η τριάδα συμπληρώνεται με τον Δήμο Φιλοθέης-Ψυχικού, όπου οι αξίες σταθεροποιούνται και για τον λόγο αυτό αρχίζει να απειλείται από τον Δήμο Αλίμου, τον Δήμο Ελληνικού-Αργυρούπολης και τον Δήμο Παλαιού Φαλήρου που οι αυξήσεις των αξιών τρέχουν με 29%, 28% και 14% αντίστοιχα. Οι εικοσάδα συμπληρώνεται κυρίως με περιοχές των Βορείων Προαστίων, των Νοτίων Προαστίων που βρίσκονται κοντά στο κέντρο της Αθήνας και τον Δήμο Αθηναίων.
Όσον αφορά στις φθηνότερες περιοχές, οι εικοσάδα αποτελείται, όπως αναμενόταν, από Δήμους της Δυτικής Αττικής και Αθήνας, τα Προάστια του Πειραιά και της Ανατολικής Αττικής. Στις 14 από τις παραπάνω περιοχές παρατηρείται αύξηση με διψήφιο ποσοστό, ενώ στις 11 η αύξηση ξεπερνά το 25%.