Δεν είμαστε ούτε Γαλλία, όπου το «βάρος» στους εργαζόμενους φτάνει στο 47% του εισοδήματος τους, αλλά ούτε και Ολλανδία, όπου ο συνδυασμός φόρων- εισφορών μόλις που ξεπερνά το 35%.
Σύμφωνα με τις μετρήσεις του ΟΟΣΑ, όπως τις καταγράφει νέα συγκριτική μελέτη του Tax Foundation, η Ελλάδα βρίσκεται στη 19η θέση των σχετικών επιβαρύνσεων, ωστόσο όπως προκύπτει διαχρονικά από τα στοιχεία του Οργανισμού, υπάρχει μια στρέβλωση σε βάρος των εργαζομένων με παιδιά, καθώς φοροαπαλλαγές και ενισχύσεις δεν καλύπτουν αναλογικά το βάρος φόρων και εισφορών.
Τι προβλέπει ο σχεδιασμός για το αφορολόγητο
Ο σχεδιασμός προβλέπει από την Πρωτοχρονιά του 2024 αύξηση του αφορολογήτου των παιδιών κατά 1.000 ευρώ για το καθένα από αυτά, έτσι ώστε να ενισχυθούν οι οικογένειες. Τι σημαίνει αυτό πρακτικά; Ότι περίπου 622.000 οικογένειες με 1 παιδί θα έχουν αφορολόγητο 10.000 ευρώ και 580.000 οικογένειες με 2 παιδιά θα έχουν αφορολόγητο 11.000 ευρώ. Το ετήσιο κόστος δεν θα ξεπεράσει τα 80 εκατ ευρώ.
Ειδικά για τους εργαζομένους στο Δημόσιο, το πρώτο βήμα ελάφρυνσης του φορολογικού βάρους τους έγινε με την κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης, κάτι που λογικά θα αποτυπωθεί την επόμενη χρονιά στα συγκριτικά στοιχεία του ΟΟΣΑ. Η ελάφρυνση αφορά σε περίπου 500.000 υπαλλήλους και λειτουργούς του Δημοσίου κι έχει δημοσιονομικό κόστος περί τα 200 εκατ. Ευρώ. Μια ακόμα άρση φοροεπιβάρυνσης στο Δημόσιο “τρέχει” και με την κατάργηση της ειδικής εισφοράς 1% υπέρ του Ταμείου Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων. Το μέτρο αυτό καλύπτει 600.000 υπαλλήλους, οι οποίοι ωφελούνται με περίπου 50 εκατ ευρώ.
Ειδικά όσον αφορά σε όσους εργάζονται στο Δημόσιο κι έχουν παιδιά, πέρα από την αύξηση του αφορολογήτου, θα ωφεληθούν κι από την αύξηση του επιδόματος τέκνων, κατά 20 ευρώ για 1 παιδί (στα 70 ευρώ από τη νέα χρονιά) και κατά 50 ευρώ για οικογένειες με περισσότερα παιδιά (π.χ. στα 120 ευρώ για 2 παιδιά).
Ο πανευρωπαϊκός «χάρτης» των επιβαρύνσεων στους εργαζόμενους
Μια ακόμα αλλαγή στο συγκριτικό πίνακα των επιβαρύνσεων για τους εργαζόμενους, αναμένεται να επιφέρει και η σταδιακή, περαιτέρω μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά μία ποσοστιαία μονάδα.
Σύμφωνα με τη μελέτη του Tax Foundation, ορισμένες μεμονωμένες χώρες έχουν κάνει ουσιαστικές αλλαγές στους φόρους εισοδήματος και μισθοδοσίας τις τελευταίες δύο δεκαετίες. Η Ουγγαρία, η χώρα του ΟΟΣΑ με μία από τις υψηλότερες φορολογικές επιβαρύνσεις στην εργασία το 2000, είχε την πιο αξιοσημείωτη μείωση στη φορολογική της σφήνα, από 54,7% σε 41,2% το 2022. Αυτό οφείλεται εν μέρει στην καθιέρωση ενός ενιαίου φόρου εισοδήματος , γεγονός που μείωσε τη φορολογική επιβάρυνση σε σχέση με το συνολικό κόστος εργασίας. Επιπλέον, η Ουγγαρία μείωσε τους φόρους μισθοδοσίας σε σχέση με το συνολικό κόστος εργασίας. Η Σουηδία και η Λιθουανία μείωσαν επίσης τις φορολογικές τους επιβαρύνσεις στην εργασία σημαντικά κατά 7,7 και 7,5 ποσοστιαίες μονάδες, αντίστοιχα.
Το Βέλγιο έχει την υψηλότερη φορολογική επιβάρυνση στην εργασία με 53% (επίσης την υψηλότερη από όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ), ακολουθούμενη από τη Γερμανία και τη Γαλλία με 47,8% και 47% αντίστοιχα. Από την άλλη, η Ελβετία είχε τη χαμηλότερη φορολογική επιβάρυνση με 23,4%.
Οι ευρωπαϊκές χώρες παρέχουν ορισμένες στοχευμένες φορολογικές ελαφρύνσεις για οικογένειες με παιδιά, συνήθως μέσω χαμηλότερων φόρων εισοδήματος. Στη Γερμανία, ένας άγαμος εργαζόμενος που κερδίζει τον μέσο μισθό της χώρας αντιμετωπίζει φορολογική επιβάρυνση 47,8%. Οικογένεια με δύο παιδιά και έναν ενήλικα θα αντιμετώπιζε φορολογική επιβάρυνση 32,9%. Η Τουρκία είναι η μόνη χώρα στην Ευρώπη που δεν φορολογεί τις οικογένειες με χαμηλότερο συντελεστή από τους άγαμους εργαζόμενους (με τον μέσο μισθό). Άλλες χώρες του ΟΟΣΑ, όπως η Χιλή, η Κόστα Ρίκα και το Μεξικό δεν φορολογούν τις οικογένειες με χαμηλότερο συντελεστή από τους άγαμους εργαζόμενους.