Η πρόθεση των ηγετών του ευρωπαϊκού Νότου να κινηθούν συντεταγμένα για μέτρα-αντίδοτο στο ράλι των τιμών στην Ενέργεια, δεν είναι τυχαία, καθώς αναλύσεις και μελέτες καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι τουλάχιστον ως το καλοκαίρι του 2022 η κατάσταση δεν αναμένεται να βελτιωθεί.
Μετά το σοκ που προκάλεσε η πανδημία στην οικονομική δραστηριότητα (και) στην Ευρώπη, την απώλεια εισοδημάτων από χιλιάδες νοικοκυριά, το «φρενάρισμα» στη μείωση της ανεργίας, την όξυνση των κοινωνικών ανισοτήτων, το τελευταίο που θα ήθελαν οι κυβερνήσεις και πολύ περισσότερο τα νοικοκυριά, είναι «παραφουσκωμένοι» λογαριασμοί ηλεκτρικού ρεύματος ή και θέρμανσης. Ωστόσο, αυτό το σενάριο μόνο ακραίο δεν μπορεί να θεωρηθεί.
Η πορεία ολοταχώς προς την «πράσινη μετάβαση», η επιτάχυνση των οικονομιών βγαίνοντας από τις καραντίνες αλλά και τα γεωπολιτικά παιχνίδια στην Ευρώπη, εκτίναξαν τη ζήτηση για φυσικό αέριο, η οποία δεν μπόρεσε να καλυφθεί από την προσφορά και κάπως έτσι το «καύσιμο μετάβασης», όπως το χαρακτηρίζουν πήρε «φωτιά». Η τιμή του σε σχέση με πέρσι είναι υπερδιπλάσια και το ερώτημα που τίθεται αφορά στην πορεία της τους επόμενους μήνες, όταν δηλαδή ο Χειμώνας θα αυξήσει κατακόρυφα τη ζήτηση και την κατανάλωση.
Σύμφωνα με την Trading Economics, η τιμή του φυσικού αερίου θα διατηρηθεί λίγο πιο κάτω από τα 5 δολάρια/ ΜΜBtu ως το τέλος της χρονιάς κι εν συνεχεία θα υποχωρήσει ελαφρά, στα 4,16 δολάρια, ως τον Ιούλιο του 2022. Αυτό σημαίνει, όμως, πολύ απλά ότι θα διατηρηθεί σε διπλάσια επίπεδα από τα 2 δολάρια του Φθινοπώρου του 2020.
Ένας ακόμα παράγοντας που προκαλεί πονοκέφαλο σε κυβερνήσεις και νοικοκυριά είναι οι τιμές δικαιωμάτων εκπομπών ρύπων. Με απλά λόγια, όσο η Ευρώπη οδεύει προς «πράσινες» μορφές Ενέργειας, τόσο πιο ακριβό θα είναι το αντίτιμο χρήσης «βρώμικων» μορφών Ενέργειας, όπως οι λιγνίτες και το πετρέλαιο. Με δεδομένο, όμως, ότι η ζήτηση για το καύσιμο μετάβασης, δηλαδή το φυσικό αέριο, υπερκαλύπτει τη διαθεσιμότητα του και το καθιστά πιο ακριβό, ενώ οι Ανανεώσιμες Πηγές (αιολική και ηλιακή) δεν επαρκούν, η χρήση των παραδοσιακών μορφών ενέργειας καθίσταται αναπόφευκτη, παρά το υψηλό κόστος.
Η αύξηση των τιμών δικαιωμάτων εκπομπών ρύπων είναι της τάξης του 81% από την αρχή της χρονιάς, ενώ αν ανατρέξει κανείς στα αντίστοιχα περσινά επίπεδα, οι τιμές έχουν υπερδιπλασιαστεί. Σύμφωνα με τα μοντέλα της Trading Economics, οι τιμές για τους επόμενους μήνες όχι μόνο δεν πρόκειται να υποχωρήσουν αλλά θα ξεπεράσουν τα 73 ευρώ, έναντι περίπου 20 ευρώ το περσινό Φθινόπωρο και περίπου 60 ευρώ σήμερα. Αναλυτές εκτιμούν ότι ακόμα και αυτές οι προβλέψεις είναι συντηρητικές, καθώς η «επέλαση» αμερικανικών κυρίως hedge funds, που μυρίστηκαν «αίμα», μπορεί να σπρώξει τις τιμές ακόμα και στα 100 ευρώ!
Ο συνδυασμός υψηλών τιμών φυσικού αερίου- τιμών ρύπων είναι αυτός που έχει προκαλέσει ήδη «πυρετό» στις χονδρικές τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος στην Ευρώπη- υπερδιπλασιάστηκαν- και οδήγησε στα καθ’ ημάς στην παρέμβαση για την απορρόφηση των πρώτων κραδασμών ήτοι στην επιδότηση νοικοκυριών κι επιχειρήσεων με τιμολόγια χαμηλής τάσης.
Με δεδομένο ότι οι παράγοντες που ώθησαν τις τιμές του ηλεκτρικού στα σημερινά επίπεδα δεν αναμένεται να εκλείψουν τουλάχιστον ως τα μέσα του 2022, η χρονική επέκταση της επιδότησης μοιάζει αναπόφευκτη, χωρίς να μπορεί να αποκλειστεί η ενίσχυση της, ειδικά για τα ευάλωτα νοικοκυριά.