Υποτίθεται ότι η περίφημη υπόθεση της διαχείρισης των κόκκινων δανείων εξελίσσεται καλά. Οι πωλήσεις δανείων σε funds προχωρά, οι ισολογισμοί των τραπεζών σταδιακά εξυγιαίνονται και το «σχέδιο Ηρακλής» προετοιμάζεται να υποδεχθεί το δίδυμο αδερφάκι του,ένα «σχέδιο Ηρακλής 2,3…».
Ολη αυτή η ειδυλλιακή εικόνα εμφάνισε μια ρωγμή στον πρόσφατο ανασχηματισμό, αλλά γρήγορα καλύφθηκε από τη σιωπή και την αδιαφορία. Και των μίντια, αλλά -και αυτό είναι το ενδιαφέρον- και των κομμάτων της αντιπολίτευσης. Ο εμπνευστής του «Ηρακλής», ο αρμόδιος υφυπουργός Οικονομικών, αποπέμφθηκε στο μαύρο σκοτάδι. Ούτε διευκρινίσεις δόθηκαν, ούτε η αποπομπή του δικαιολογήθηκε. Το μόνο που ακούσθηκε ήταν ένα χαμόγελο βαθιάς ικανοποίησης από τα στελέχη των τραπεζικών ιδρυμάτων.
Τέλος πάντων ο άνθρωπος ας πάει εκεί που επιθυμεί, αλλά για τη διαχείριση των κόκκινων δανείων αρχίζουν να ακούγονται ψίθυροι -που σύντομα θα γίνουν κραυγές - στην «αμαρτωλή Ιερουσαλήμ» της τραπεζικής και της επιχειρηματικής αγοράς.
Με κυριότερη την ακραία επιθετική τακτική που ακολουθούν τα ξένα funds διαχείρισης δανείων προς τους δανειολήπτες. Γιατί ακούγονται οι ψίθυροι; Ως γνωστόν το σχέδιο πώλησης των κόκκινων δανείων σε funds εξυπηρετούσε δύο σκοπούς. Πρώτον, την εξυγίανση των ισολογισμών των τραπεζών και δεύτερο, την αναδιάρθρωση του δανεισμού των επιχειρήσεων, οι οποίες είτε με «κουρέματα», είτε με νέες ρυθμίσεις, θα μπορούσαν να μετατρέψουν σε βιώσιμο το χρέος τους και να ορθοποδήσουν επιχειρηματικά.
Χωράει πολύ συζήτηση γιατί αυτή την υπόθεση δεν την ανάλαβαν εξ αρχής τα ίδια τα τραπεζικά ιδρύματα και εφευρέθηκε η λύση ενός «τρίτου» διαμεσολαβητή, αλλά αυτό δεν είναι της παρούσης.
Τα funds λοιπόν αγόρασαν φθηνά τα δάνεια από τις τράπεζες, πολλές φορές σε ποσοστό 20% -30% της αρχικής τους αξίας και στράφηκαν στους δανειολήπτες με πρωτοφανή επιθετικότητα. Απαιτώντας την αποπληρωμή ακόμη και του 100% του δανεισμού, σε περιπτώσεις που υπάρχουν ισχυρές εγγυήσεις (πχ.ακίνητα) και προσφέροντας εκπτώσεις που δεν εξυπηρετούν τους επιχειρηματίες και δεν παρέχουν ορίζοντα βιωσιμότητας στις επιχειρήσεις τους.
Για να πάρουμε ένα απλό παράδειγμα. Ενα fund αγοράζει δάνειο αξίας 100 ευρώ έναντι 30 ευρω και στη συνέχεια το προσφέρει στον δανειολήπτη στα 90 ευρώ. Το fund στοχεύει σε κερδοφορία της τάξης του 600% και ο δανειολήπτης συνήθως δεν έχει καμμιά δυνατότητα να απαλλαγεί από ένα σημαντικό βάρος και να προσπαθήσει να λειτουργήσει την επιχείρησή του. Και αυτή είναι η συνήθης πρακτική τους τελευταίους 12 μήνες στην αγορά.
Η Τράπεζα της Ελλάδος παρακολουθεί μάλλον παθητικά την κατάσταση, αρκούμενη σε «κώδικες δεοντολογίας» που τα στελέχη των funds τους έχουν γραμμένους εκεί που δεν πιάνει το μελάνι. Το αποτέλεσμα είναι η βασική προϋπόθεση του σχεδίου διαχείρισης των κόκκινων δανείων, το οποίο δεν είναι ασφαλώς η άνευ ορίων-άνευ όρων υπερκερδοφορία των επενδυτικων κεφαλαίων, αλλά η αναδιάρθρωση, η επιβίωση και η ανάπτυξη των επιχειρήσεων, να μην εξυπηρετείται.
Να υπενθυμίσουμε ότι όλο αυτό το αλισβερίσι μεταξύ funds και επιχειρηματιών προσφέρει τεράστια περιθώρια και για «υπόγειες» συνεννοήσεις, με ευανάγνωστους σκοπούς. Πληθαίνει η «φημολογία» για παιγνίδια πάνω και κάτω από το τραπέζι και ρυθμίσεις δανείων που αγνοούν κάθε κανόνα δεοντολογίας.
Μάλιστα υπάρχει και το εξής χαρακτηριστικό. Πολλοί από τους σημερινούς
διαχειριστές των εταιρειών των κόκκινων δανείων είναι πρώην ανώτερα τραπεζικά στελέχη (το φαινόμενο των «περιστρεφόμενων θυρών»). Πολλές φορές οι ίδιοι που ενέκριναν τα δάνεια, τα οποία στη συνέχεια «κοκκίνισαν» και σήμερα ρυθμίζονται. Είναι προφανές ότι η «οικειότητα» διευκολύνει αρκετές καταστάσεις.
Πάντως ο γενικός κανόνας είναι ότι ένα σχέδιο που φάνταζε ως λύση για την εξυγίανση των τραπεζών και το κλείσιμο της σελίδας των κόκκινων δανείων να εμφανίζει σήμερα προβλήματα. Κυρίως λόγω της επιθετικής και αδιάλλακτης συμπεριφοράς των funds έναντι επιχειρήσεων που είχαν την «ατυχή» έμπνευση να προσφέρουν αξιόπιστες εγγυήσεις.