«Ένα βήμα τη φορά», είναι αυτό που λένε από το οικονομικό επιτελείο, απαντώντας στην αγωνία επιχειρήσεων και νοικοκυριών για το πώς θα αντιμετωπιστούν οι επιπτώσεις στην οικονομία από την παράταση της υγειονομικής κρίσης.
Ένα από τα θέματα, που «έκαιγε» εκατοντάδες χιλιάδες φορολογούμενους, ήταν το πώς θα αποπληρωθούν οι υποχρεώσεις, οι οποίες είχαν «παγώσει» στη διάρκεια της πρώτης καραντίνας, ειδικά αν επιχειρήσεις κι εργαζόμενοι δεν θα είχαν προλάβει να σταθούν στα πόδια τους το Μάιο. Το πλήρωμα του χρόνου ήρθε κι από τη στιγμή που δεν επιβεβαιώθηκαν οι προσδοκίες, ότι η κρίση θα αρχίσει να «σβήνει» από το Μάρτιο, το υπουργείο Οικονομικών ενεργοποίησε το έκτακτο σχέδιο που είχε ήδη έτοιμο στο συρτάρι.
Η απόφαση που ελήφθη κινείται σε δύο κατευθύνσεις:
- «πάγος» ως το τέλος του χρόνου στις τρέχουσες βεβαιωμένες οφειλές προς την εφορία, που δεν τελούσαν σε καθεστώς ρύθμισης, οι οποίες δεν πληρώθηκαν την περίοδο Μαρτίου - Ιουνίου 2020 από φυσικά και νομικά πρόσωπα που ανήκουν στους πληττόμενους κλάδους, καθώς αυτά έκαναν χρήση της παράτασης καταβολής και της αναστολής είσπραξης έως 30/4/2021 των οφειλών αυτών. Επί της ουσίας οι οφειλές αυτές έμειναν στο «ψυγείο» για οκτώ ακόμα μήνες
- πληρωμή αυτών των οφειλών σε ορίζοντα τετραετίας, καθώς διπλασιάστηκε ο αριθμός των δόσεων εξόφλησης. Συγκεκριμένα, σε 24 άτοκες δόσεις ή 48 δόσεις με επιτόκιο ύψους 2,5%, αντί για 12 άτοκες δόσεις ή 24 δόσεις με επιτόκιο ύψους 2,5%, που προέβλεπε η σχετική διάταξη του Οκτωβρίου
Τι σημαίνει πρακτικά αυτή η παρέμβαση για τα κρατικά ταμεία;
Σύμφωνα με αρμόδιες πηγές, τα παραπάνω χρέη, υπολογίζονται σε περίπου 600 εκατ. ευρώ, ενώ εάν συμπεριληφθούν και οι ρυθμισμένες φορολογικές οφειλές, των οποίων παρατείνεται η καταβολή και αναστέλλεται η είσπραξη (οι δόσεις αυτών των ρυθμίσεων που αντιστοιχούν στους μήνες της πρώτης και της δεύτερης καραντίνας, έχουν πάει στο τέλος των ρυθμίσεων) το συνολικό ποσό αγγίζει το 1 δισ. ευρώ. Αν συνυπολογίσει κανείς τις αντίστοιχες ασφαλιστικές υποχρεώσεις, ο λογαριασμός ανεβαίνει περίπου στο 1,5 δις ευρώ. Η ζημιά μόνο για το φετινό Προϋπολογισμό υπολογίζεται επισήμως στα 220 εκατ. Ευρώ κι αυτή προκαλείται από το γεγονός ότι δεν θα εισπραχθούν οι δόσεις, που υπολόγιζε το υπουργείο Οικονομικών, ότι θα καταβληθούν από το Μάιο- που έληγε το moratorium- ως το Δεκέμβριο.
Πολλοί περίμεναν ότι το υπουργείο Οικονομικών θα «στήσει» μια νέα ρύθμιση 100 ή 120 δόσεων. Ωστόσο όπως λένε όσοι γνωρίζουν πρόσωπα και πράγματα, κάτι τέτοιο δεν υπήρχε στο σχεδιασμό, πόσο μάλλον όταν οι Θεσμοί είναι μεν δεκτικοί σε παρεμβάσεις για την ανακούφιση των επιπτώσεων της πανδημίας, αλλά κρούουν συχνά- πυκνά το κώδωνα του κινδύνου για την περιβόητη κουλτούρα πληρωμών, κάτι που έχουν φροντίσει να κάνουν σαφές και στα εν εξελίξει παζάρια για το πρόγραμμα επιδότησης των επιχειρηματικών δανείων.
Πέραν τούτου, υπάρχει πάντα ανοικτό το «μέτωπο» των χρεών, που γεννήθηκαν στην πανδημία, δηλαδή των φορολογικών και ασφαλιστικών οφειλών από τον Ιούλιο και μετά, καθώς οι αναστολές δεν κάλυψαν παρά μόνο τις δόσεις ρυθμίσεων. Με βάση τα στοιχεία της ΑΑΔΕ, ως το Νοέμβριο αυτές οι εκκρεμότητες ξεπερνούσαν τα 3,2 δις ευρώ κι επί του παρόντος μπορούν να ρυθμιστούν μόνο με την πάγια ρύθμιση των 24 δόσεων. Θα είναι, άραγε, σε αυτό το πεδίο η επόμενη παρέμβαση, με βάση αντικειμενικά κριτήρια όπως π.χ. η πτώση τζίρου και εισοδήματος;