«H Ευρώπη καλείται να λάβει άμεσα μέτρα για τον αντίκτυπο του ενεργειακού προβλήματος» σημειώνει σε άρθρο του στο νέο τεύχος του περιοδικού του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών, ο πρόεδρος του επιμελητηρίου Γιάννης Μπρατάκος.
Ο κ. Μπρατάκος συγκεκριμένα αναφέρει τα εξής: «Αστρονομικές αυξήσεις στο φυσικό αέριο, εκτοξευόμενο κόστος άνθρακα, και δυσοίωνες προβλέψεις για τιμή του πετρελαίου μέχρι και 100 δολάρια το βαρέλι: Όλα αυτά ενόψει του χειμώνα, σε μια χρονιά κατά την οποία η φράση «κλιματική αλλαγή» αντικαταστάθηκε από την «κλιματική κρίση», ώστε να περιγράφει ακριβέστερα τις πρωτόγνωρες και απρόβλεπτες καιρικές συνθήκες που απειλούν ολόκληρο τον πλανήτη.
Οι τιμές-ρεκόρ που πληρώνουν το τελευταίο διάστημα οι προμηθευτές στην Ευρώπη και οι ελλείψεις στην παροχή φυσικού αερίου σε ολόκληρη την ήπειρο, έχουν σημάνει συναγερμό για μια πιθανή ενεργειακή κρίση, με έντονο κοινωνικό και οικονομικό αντίκτυπο. Και αν οι ραγδαίες αυξήσεις των συγκεκριμένων πρώτων υλών είναι συχνό φαινόμενο εποχιακά, η παρούσα συγκυρία αναδεικνύει μία δομική αδυναμία σε μια ήπειρο με απόλυτη σχεδόν εξάρτηση από το εισαγόμενο φυσικό αέριο.
Η συγκεκριμένη πρώτη ύλη θεωρείται από τη βιομηχανία ως το μεσοπρόθεσμο στάδιο που θα μας οδηγήσει από τον υδρογονάνθρακα στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Τα κράτη μέλη έχουν δεσμευτεί για τη μετάβασή τους σε καθαρότερες μορφές ενέργειας, αποτελώντας έναν σταθερό αγοραστή για το φυσικό αέριο. Ταυτόχρονα όμως, η ίδια πράσινη μετάβαση έχει οδηγήσει σε μείωση της παραγωγής και αύξηση των επενδύσεων στην αιολική ή ηλιακή ενέργεια, μορφές που απέχουν πολύ από το να καλύψουν τις ενεργειακές ανάγκες της ηπείρου. Η ταυτόχρονη αύξηση της ζήτησης με την περιορισμένη προσφορά οδηγούν σε επικίνδυνες κορυφώσεις της τιμής, επιβαρύνουν τα τιμολόγια των νοικοκυριών, και φρενάρουν την αισιοδοξία για οικονομική ανάκαμψη μετά την πανδημία.
Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις καλούνται να λάβουν άμεσα μέτρα, προκειμένου να ανακόψουν την επίδραση των τιμών και να περιορίσουν τον κοινωνικό και οικονομικό αντίκτυπο. Η εργαλειοθήκη τους, αν και περιορισμένη λόγω της καθολικότητας του φαινομένου, μπορεί να ανακουφίσει τους οικονομικά ευάλωτους, εφόσον προβλέψει διεύρυνση των εισοδηματικών κριτηρίων για τα κοινωνικά τιμολόγια ώστε να συμπεριληφθούν κατά το δυνατό περισσότεροι πολίτες, διενέργεια ελέγχων που θα περιορίσουν τυχόν στρεβλώσεις στις τιμές της αγοράς, δημιουργία ενός κεντρικού μηχανισμού παρέμβασης στην περίπτωση απότομων ραγδαίων αυξήσεων όπως έχει ήδη προαναγγελθεί από το υπουργείο Οικονομικών, αλλά και τον σχεδιασμό ευρωπαϊκού «μονοψωνίου», το οποίο θα μπορούσε να πιέσει τις τιμές προς όφελος του αγοραστή».