Τις επιπτώσεις από τη μεγάλη άνοδο των τιμών του πετρελαίου αναλύει στο iefimerida ο Μιχάλης Μαθιουλάκης, σύμβουλος ενεργειακής στρατηγικής, Ακαδημαϊκός Διευθυντής του Greek Energy Forum, και Επιστημονικός Συνεργάτης για θέματα του ενεργειακού τομέα στο ΕΛΙΑΜΕΠ και στο Παρατηρητήριο Ευρωμεσογειακής Ασφάλειας και Συνεργασίας.
Θα μας κάψει το πετρέλαιο;
Οι διεθνείς τιμές του πετρελαίου βρίσκονται πλέον στο υψηλότερο σημείο των τελευταίων τριών ετών, αγγίζοντας, στα σημερινά 68-70$ το βαρέλι, τα επίπεδα του Ιουνίου 2018, όπου η απειλή της πανδημίας μάς ήταν ακόμα άγνωστη.
Μετά λοιπόν από τις περσινές αποτυχημένες -και εν πολλοίς αστείες- εκτιμήσεις πολλών αναλυτών για την πλήρη κατάρρευση του πετρελαίου, φτάνουμε τώρα στην άλλη άκρη, όπου πρέπει να ανησυχούμε για την πιθανότητα να «καούμε» στο καλοκαίρι του 2021 από τις υπερβολικά ψηλές τιμές του. Με την έντονα ανοδική πορεία των τελευταίων μηνών και με την αναμενόμενη έκρηξη δραστηριότητας όσο προχωρά η άρση των περιορισμών της πανδημίας -τουλάχιστον σε Ευρώπη και ΗΠΑ- αυτές οι ανησυχίες θα πρέπει να θεωρούνται εύλογες.
Πληθωρισμός και επιτόκια επηρεάζονται από το πετρέλαιο
Για την ΕΕ ειδικότερα, το ζήτημα θα μπορούσε να έχει και άλλες αρνητικές προεκτάσεις, καθώς η επανεμφάνιση του πληθωρισμού κοντά στο 2% -επίπεδο που αποτελεί καμπανάκι για τη σταθερότητα του ευρώ και την επιτοκιακή πολιτική της ευρωζώνης- είναι σοβαρότατος παράγοντας ανησυχίας, και ο πληθωρισμός, ως γνωστόν, επηρεάζεται πολύπλευρα από τις τιμές του πετρελαίου.
Αν η πολυαναμενόμενη αύξηση της οικονομικής δραστηριότητας σε συνδυασμό με την περαιτέρω ενίσχυση των τιμών πετρελαίου σπρώξουν τον πληθωρισμό σε επίπεδα ψηλότερα από το 2%, τότε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα κινδυνεύει να θυμίζει… Ερντογάν με το να επαναλαμβάνει ότι θα διατηρήσει -ντε και καλά- τα επιτόκια χαμηλά.
Από την άλλη πλευρά, μια αύξηση των ευρωπαϊκών επιτοκίων θα στείλει ανατριχίλες στη Γερμανία, θέτοντας σε κίνδυνο την εφαρμογή και το μέλλον του ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης, τα ομόλογα του οποίου σχεδιάζεται να βγουν για πρώτη φορά στις αγορές μέσα στον μήνα που διανύουμε.
Ναι λοιπόν, εκτός από το αυξημένο κόστος μεταφορών, τις ανατιμήσεις σε μια σειρά προϊόντα, το πλήγμα στη βιομηχανική παραγωγή και τη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος των καταναλωτών, μία συνέχιση της ανοδικής πορείας του πετρελαίου μπορεί να εκτροχιάσει ακόμα και τους κεντρικούς σχεδιασμούς της ΕΕ για ανάκαμψη στους οποίους η Ελλάδα βασίζει και το δικό της μέλλον.
Αντίστοιχα προβλήματα, βεβαίως, δημιουργούνται και για τις ΗΠΑ από αυτή την κατάσταση.
Αξίζει να θυμηθούμε ότι το 2018 και το 2019, όταν το πετρέλαιο έφτανε κοντά στις τρέχουσες περιοχές τιμών, ο τότε Αμερικανός πρόεδρος άρχιζε τα απειλητικά tweet σε OPEC και Σαουδική Αραβία. Ενώ αυτή η μέθοδος «άσκησης πιέσεων» θα μπορούσε να χαρακτηριστεί έως και αστεία, παραμένει ενδεικτική των πιέσεων που ασκούνται στην πολιτική ηγεσία -και- στις ΗΠΑ, όταν οι αυξημένες τιμές πετρελαίου αρχίζουν να γίνονται εμφανείς στις τσέπες των ψηφοφόρων.
Από πού μπορεί να έρθει αποκλιμάκωση
Τι θα γίνει λοιπόν με τις τιμές του πετρελαίου; Η μόνη σωστή και αξιόπιστη απάντηση είναι ότι -προφανώς- κανείς δεν ξέρει. Δεδομένης της αυτονόητης αυτής παραδοχής μπορούμε, όμως, να κρατάμε υπόψη μας μερικά δεδομένα:
1. Πυρηνικό πρόγραμμα Ιράν
Μέσα στον Ιούνιο έχουμε εκλογές στο Ιράν και παρά το ότι η όλη εκλογική διαδικασία σε αυτή τη χώρα είναι αμφισβητήσιμη, γεγονός παραμένει ότι για τον δυτικό κόσμο υπάρχει διαφορά από το αν ο νέος Πρόεδρος θα είναι μετριοπαθής ή συντηρητικός.
Το αποτέλεσμα των εκλογών στην χώρα οφείλουμε να το βλέπουμε συνδυαστικά με τις εν εξελίξει διαπραγματεύσεις στη Βιέννη για την επαναφορά του "Κοινού Ολοκληρωμένου Σχεδίου Δράσης”, της γνωστής σε όλους συμφωνίας για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, όπου οι ΗΠΑ έχουν πρόσφατα δηλώσει ότι θα μπορούσαν να συμφωνήσουν στην άρση των κυρώσεων -που είχε επαναφέρει ο Ντόναλντ Τραμπ- σε συνδυασμό με την ταυτόχρονη πλήρη επιστροφή της Τεχεράνης στις δεσμεύσεις της συμφωνίας.
Μια τέτοια εξέλιξη θα έφερνε κατ’ ελάχιστον 2,5 εκατομμύρια βαρέλια τη μέρα από την παραγωγή του Ιράν πίσω στις διεθνείς αγορές, ποσό που θα μπορούσε να είναι και υψηλότερο αν όντως η Τεχεράνη -όπως φημολογείται- δεν έχει σταματήσει όλο το προηγούμενο διάστημα να στέλνει πετρέλαιο στην Κίνα και άρα έχει τις εγκαταστάσεις της σε πλήρη ετοιμότητα.
2. Ανταγωνισμός μεριδίων
Η πιθανή επαναφορά της παραγωγής του Ιράν θα πρέπει να θεωρούμε δεδομένο ότι θα οδηγήσει σε αύξηση παραγωγής και από τη Ρωσία και Σαουδική Αραβία καθώς ο ανταγωνισμός για τα μερίδια αγοράς έχει παραμείνει σκληρός όλα τα προηγούμενα χρόνια, με την Μόσχα να έχει αποδείξει επανειλημμένα ότι το ζήτημα έχει για αυτήν προτεραιότητα ακόμα και σε σχέση με τα βραχυπρόθεσμα έσοδα. Δύσκολα η Ρωσία και η Σαουδική Αραβία θα αφήσουν το Ιράν να μπει στην αγορά με χαμηλές τιμές και να τους πάρει μερίδια, χωρίς να προχωρήσουν με τη σειρά τους σε αύξηση παραγωγής και διαθέσιμου προϊόντος.
3. Αμερικανική παραγωγή
Σε όλα τα παραπάνω θα πρέπει να προσθέσουμε και τη διαθεσιμότητα των Αμερικανών παραγωγών πετρελαίου οι οποίοι με τις τιμές σταθερά πάνω από τα 50$ τους τελευταίους μήνες, όχι μόνο δεν διαλύθηκαν όπως προέβλεπαν πολλοί βιαστικοί αναλυτές πέρσι, αλλά βγάζουν και κέρδη που παρέχουν «λίπος» και για το μέλλον. Με την αμερικανική παραγωγή αμείωτη στα 11 εκατομμύρια βαρέλια, ο συνολικός αριθμός διανοίξεων (πηγαδιών) πετρελαίου στις ΗΠΑ βρίσκεται στο τέλος Μαΐου 35% ψηλότερα σε σχέση με τις αρχές του 2021 και 70% ψηλότερα σε σχέση με πέρσι την ίδια εποχή, δείχνοντας τη δυναμική αύξησης παραγωγής που έχουν οι ΗΠΑσε αυτή την χρονική στιγμή.
Τα παραπάνω συνιστούν λόγους περιορισμού και τελικά αποκλιμάκωσης των τιμών του πετρελαίου στους επόμενους μήνες. Βεβαίως, οι τεχνικοί, οικονομικοί, γεωπολιτικοί και κοινωνικοί παράγοντες που επηρεάζουν την αγορά είναι τόσοι που καμία εκτίμηση δεν μπορεί να θεωρείται ασφαλής.
Αυτό που θα μπορούσαμε να πούμε όμως με σχετική σιγουριά είναι ότι ο Ιούνιος είναι ο μήνας που θα κρίνει πολλές από τις εξελίξεις που θα επηρεάσουν το ενεργειακό κόστος σε Ευρώπη και ΗΠΑ μέσα στο ερχόμενο φθινόπωρο.