Αποκαλυπτικά είναι τα στοιχεία της Έκθεσης Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας για την εξέλιξη των «κόκκινων» δανείων, καθώς αυτά μειώνονται αλλά παραμένουν σε πολύ υψηλά επίπεδα, ακόμα και σε τομείς που άντεξαν στη διάρκεια της κρίσης.
Στο τέλος του εξαμήνου το συνολικό απόθεμα των ΜΕΔ να διαμορφωθεί σε 75,4 δισεκ. ευρώ, σημειώνοντας μείωση κατά 7,9% ή 6,4 δισεκ. ευρώ σε σχέση με το τέλος του 2018 (81,8 δισεκ. ευρώ) με στοιχεία εντός ισολογισμού. Αξίζει να σημειωθεί ότι η συνολική μείωση των ΜΕΔ σε σχέση με το υψηλότερο σημείο τους, που καταγράφηκε το Μάρτιο του 2016, έφθασε το 30% ή 31,8 δισεκ. ευρώ. Ο λόγος των ΜΕΔ προς το σύνολο των δανείων στο τέλος του α΄ εξαμήνου του 2019 ανήλθε σε 43,6%, έναντι 45,4% στο τέλος του 2018 κατατάσσοντας τη χώρα στο υψηλότερο επίπεδο σε ευρωπαϊκή κλίμακα.
Η μείωση του λόγου προέρχεται κυρίως από τη μείωση του αποθέματος των ΜΕΔ (7,9%), η οποία ήταν μεγαλύτερη σε σχέση με τη μείωση του συνόλου των τραπεζικών πιστώσεων κατά τη διάρκεια του έτους (4,0%). Εντούτοις, η σταδιακή μείωση των ΜΕΔ οφείλεται κυρίως σε μη οργανικές ενέργειες (διαγραφές ύψους 2,1 δισεκ. ευρώ και πωλήσεις ύψους 3,6 δισεκ. ευρώ, που σωρευτικά διενεργήθηκαν κατά τη διάρκεια του α΄ εξαμήνου 2019), ενώ συνεχίστηκε η καθαρή εισροή νέων ΜΕΔ, κυρίως λόγω αθέτησης υποχρεώσεων από πιστούχους με ρύθμιση οφειλής.
Το ύψος των δανείων αβέβαιης είσπραξης (unlikely to pay) και το σύνολο των εξυπηρετούμενων δανείων τα οποία είναι σε καθυστέρηση από 1 έως 90 ημέρες αποτελούν σημαντικό δείκτη για την περαιτέρω πορεία του πιστωτικού κινδύνου. Τα δάνεια αβέβαιης είσπραξης ανήλθαν σε 22,8 δισεκ. ευρώ (30% των ΜΕΔ) στο τέλος του α΄ εξαμήνου του 2019, μειωμένα κατά 8,9% σε σχέση με το τέλος του 2018 (25,1 δισεκ. ευρώ). Ωστόσο, προβληματίζει το γεγονός ότι επιδεινώθηκε ο λόγος των δανείων τα οποία είναι σε καθυστέρηση από 1 έως 90 ημέρες προς το σύνολο των εξυπηρετούμενων δανείων (πρώιμες ληξιπρόθεσμες οφειλές). Συγκεκριμένα, ο λόγος ανήλθε σε 13,7% στο τέλος του α΄ εξαμήνου του 2019, επίπεδο υψηλότερο από εκείνο στο τέλος του 2018 (13,4%).
Τα ανοίγματα προς τις επιχειρήσεις ανήλθαν στο τέλος του α΄ εξαμήνου του 2019 σε 122,5 δισεκ. ευρώ, αποτελώντας περίπου το 61% της συνολικής χρηματοδότησης των ελληνικών πιστωτικών ιδρυμάτων προς την οικονομία. Ο λόγος των ΜΕΑ στο επιχειρηματικό χαρτοφυλάκιο (36,1%) συνεχίζει να επηρεάζεται κυρίως από το υψηλό ποσοστό στην κατηγορία των μικρομεσαίων (50%) και των πολύ μικρών επιχειρήσεων (59,3%). Αναφορικά με τη διάρθρωση των χρηματοδοτήσεων στους κλάδους της ελληνικής οικονομίας, σημειώνεται ότι η μεγαλύτερη συγκέντρωση αφορά εταιρίες που δραστηριοποιούνται στον κλάδο του εμπορίου (20% των συνολικών χρηματοδοτήσεων προς επιχειρήσεις), με το δείκτη ΜΕΑ για τον εν λόγω κλάδο να κυμαίνεται σε επίπεδο υψηλότερο του μέσου όρου του αντίστοιχου δείκτη των επιχειρηματικών δανείων (48% έναντι 36,1%).
Πολύ υψηλά ποσοστά ΜΕΑ καταγράφονται στους κλάδους της εστίασης (61,9%), των τηλεπικοινωνιών, της πληροφορικής και ενημέρωσης (56%), των αγροτικών δραστηριοτήτων (49,6%), των κατασκευών (45,6%) και της μεταποίησης (38,7%), ενώ τα χαμηλότερα ποσοστά παρατηρούνται ενδεικτικά στους κλάδους της ενέργειας (3,2%) και των χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων (15,4%). Συνεχίζει να προβληματίζει το γεγονός ότι ο κλάδος του τουρισμού παρουσιάζει υψηλό ποσοστό ΜΕΑ (31,4%), παρά τον εξωστρεφή χαρακτήρα και την ανοδική του πορεία και τη διευρυνόμενη συμβολή του στο ΑΕΠ.