Ο Φεβρουάριος είναι κοντά και οι «μηχανές» για την διαδικασία αναπροσαρμογής του κατώτατου μισθού άρχισαν να ζεσταίνονται.
Η διάθεση, ωστόσο, των εργοδοτικών φορέων, είναι να κρατήσουν χαμηλά τον πήχη των προσδοκιών. Πεποίθηση των μικρομεσαίων- όπως άλλωστε αποτυπώθηκε στις αντίστοιχες περσινές διαβουλεύσεις- είναι ότι ο κατώτατος μισθός θα πρέπει να αυξάνεται, έτσι ώστε να στηρίζεται το εισόδημα των νοικοκυριών, άρα και η αγοραστική τους δύναμη άρα και ο τζίρος στην αγορά.
Υπάρχει, όμως, ένα «αλλά». Αυτή η αναπροσαρμογή θα πρέπει να λαμβάνει υπόψιν τις αντοχές των επιχειρήσεων, τα πραγματικά δεδομένα της οικονομίας, έτσι ώστε να μη γυρίζει μπούμερανγκ. Ο αντίλογος, εξίσου ισχυρός, είναι ότι τα νοικοκυριά υπέστησαν βαριές απώλειες, που πρέπει να αποκατασταθούν τάχιστα, έτσι ώστε να σπάσει ο φαύλος κύκλος.
Πόση αύξηση «βλέπουν» στον κατώτατο μισθό οι εργοδοτικοί φορείς
«Κλειδί» των διαβουλεύσεων, που αρχίζουν επισήμως το τελευταίο 10ήμερο του Φεβρουαρίου, είναι η διάταξη του νόμου 4172/13, η οποία θέτει το πλαίσιο: «Το ύψος του νομοθετημένου κατώτατου μισθού και νομοθετημένου ημερομισθίου θα πρέπει να καθορίζεται λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας και τις προοπτικές της για ανάπτυξη από την άποψη της παραγωγικότητας, των τιμών, και της ανταγωνιστικότητας, της απασχόλησης, του ποσοστού της ανεργίας, των εισοδημάτων και μισθών». Τι λένε οι εργοδοτικοί φορείς, κυρίως οι μικρομεσαίοι; Ότι μετά από την περσινή αναπροσαρμογή του κατώτατου μισθού κατά 11%, φέτος τα δεδομένα επιτρέπουν μια αύξηση γύρω στο 4% με 5%.
Το πώς ερμηνεύουν και «μετράνε» τις επίμαχες παραμέτρους υπολογισμού του κατώτατου μισθού οι φορείς που συμμετέχουν στη διαδικασία φάνηκε και πέρσι, στα πορίσματα που απείχαν πολλές ποσοστιαίες μονάδες το ένα από το άλλο. Τα κρίσιμα μεγέθη αποτυπώνονται και στην τελευταία Έκθεση Νομισματικής Πολιτικής της Τράπεζας της Ελλάδας, με πιο προβληματικό στοιχείο της εξίσωσης τη μείωση- έστω οριακή- της παραγωγικότητας κατά 0,2%, με πρόβλεψη επίσης οριακής αύξησης κατά 0,35% φέτος.
Κατώτατος μισθός: Στις διαβουλεύσεις θα συζητηθούν οι συλλογικές συμβάσεις
Υπάρχει κι ένα ακόμα στοιχείο, που θα συνεκτιμηθεί στις διαβουλεύσεις. Βάσει της ΕΡΓΑΝΗΣ, το ενδεκάμηνο Ιανουαρίου-Νοεμβρίου 2019 υπογράφηκαν 174 νέες επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις εργασίας, που αφορούσαν 98.749 μισθωτούς. Από αυτές, μόνο 36 συμβάσεις προβλέπουν αυξήσεις μισθών, οκτώ προβλέπουν μείωση, ενώ βάσει των υπολοίπων οι αποδοχές παραμένουν αμετάβλητες. Όπως παρατηρεί η ΤτΕ, συγκρατημένες αυξήσεις προβλέπουν και ορισμένες κλαδικές συλλογικές συμβάσεις, όπως των τραπεζών, της καπνοβιομηχανίας, του υπαλληλικού προσωπικού των ναυτιλιακών επιχειρήσεων και πρακτορείων και των ηλεκτρολόγων ηλεκτρολογικών καταστημάτων.
Με βάση την προβλεπόμενη διαδικασία, το ΚΕΠΕ θα συγκεντρώσει ως το τέλος Μαρτίου τα υπομνήματα από κοινωνικούς κι επιστημονικούς φορείς, προκειμένου να συντάξει πόρισμα σε συνεργασία με Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων από τα υπουργεία Οικονομικών Εργασίας, Ανάπτυξης, το οποίο θα πρέπει να παραδοθεί ως το τέλος Μαΐου στον υπουργό Εργασίας. Ως τα μέσα του Ιουνίου, θα πρέπει να γίνει η εισήγηση του, για την αναπροσαρμογή του κατώτατου μισθού, στο υπουργικό συμβούλιο.