Τον Ιούλιο αναμένεται η απόφαση για το νέο κατώτατο μισθό και οι κοινωνικοί εταίροι άρχισαν να διατυπώνουν τις θέσεις τους.
Η ΓΣΕΕ σε ειδική διαδικτυακή εκδήλωση, παρουσίασε την πρόταση της οποία είναι ο κατώτατος μισθός να ανέλθει στα 751 ευρώ και στη συνέχεια να προσαρμοστεί στο 60% του διάμεσου μισθού βάσει των στοιχείων του ΟΟΣΑ, δηλαδή στα 809 ευρώ. Αιτιολογώντας αυτή τη θέση, η ΓΣΕΕ σημειώνει ότι παρά την αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 10,9% το 2019, παραμένει κάτω από το όριο της σχετικής και της απόλυτης φτώχειας, αφού αντιστοιχεί στο 48,2% του διάμεσου μισθού.
Αιτιολογώντας αυτήν την πρόταση, η ΓΣΕΕ παραπέμπει στην προτεινόμενη Οδηγία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η οποία υπογραμμίζει ότι η πραγματική αγοραστική δύναμη των κατώτατων μισθών θα πρέπει να αποτελεί ένα από τα κριτήρια για την αξιολόγηση της επάρκειάς τους. Με αυτό το δεδομένο, η αγοραστική δύναμη του κατώτατου μισθού στην Ελλάδα είναι η 5η χαμηλότερη σε όλη την ΕΕ. Επιπλέον, η Ελλάδα είναι το μόνο κράτος-μέλος το οποίο υπέστη απώλεια αγοραστικής δύναμης του κατώτατου μισθού σε σχέση με το επίπεδο του 2010 (-9,45%), όταν στα υπόλοιπα κράτη-μέλη υπήρξε πολύ μεγάλη αύξηση.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, μια αύξηση του κατώτατου μισθού στην Ελλάδα στο 60% του διάμεσου μισθού, θα επηρεάσει το 34% των απασχολουμένων, που είναι το υψηλότερο ποσοστό στην ΕΕ. Το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό είναι αυτό της Πολωνίας (26%), το οποίο είναι αρκετά χαμηλότερο από της Ελλάδας, ενώ το χαμηλότερο ποσοστό απασχολουμένων που θα επηρεαστούν από τη μεταβολή του κατώτατου μισθού είναι του Βελγίου (μόλις 3%). Όπως σημειώνει η ΓΣΕΕ, το εύρημα αυτό είναι ενδεικτικό των συνθηκών που δημιούργησε η εφαρμογή εισοδηματικής λιτότητας την περασμένη δεκαετία, εδραιώνοντας ένα παραγωγικό πρότυπο το οποίο στηρίζεται σε χαμηλά αμειβόμενη εργασία.
Η αύξηση του κατώτατου μισθού εκτιμάται ότι θα έχει θετική επίδραση στην οικονομική δραστηριότητα αφού θα ενισχύσει την εσωτερική ζήτηση. Συγκεκριμένα, το 2021 και το 2022 το ονομαστικό ΑΕΠ εκτιμάται ότι θα αυξηθεί κατά 0,09%3 και 2,43% αντίστοιχα σε σχέση με το βασικό σενάριο, το οποίο υποθέτει ότι ο κατώτατος μισθός μένει αμετάβλητος. Το 2021 το πραγματικό ΑΕΠ εκτιμάται ότι θα είναι κατά 0,86% υψηλότερο από το βασικό σενάριο, ενώ το 2022 η αντίστοιχη διαφορά εκτιμάται ότι θα είναι της τάξης του 1,06%.
Η παραγωγικότητα της εργασίας αναμένεται ότι θα ενισχυθεί κατά 0,51% το 2022, ενώ το 2021 δεν εκτιμάται ότι θα υπάρχει κάποια ουσιαστική επίδραση. Η εντονότερη οικονομική δραστηριότητα θα έχει ως συνέπεια τη μείωση του ποσοστού ανεργίας κατά επιπλέον 0,05% το 2021 και 0,59% το 2022.