Με απώλειες 0,85% έκλεισε η αγορά την εβδομάδα που τελειώνει στο Χρηματιστήριο Αθηνών.
Μπορεί η συνεδρίαση της Παρασκευής να έκλεισε με άνοδο της τάξης του 0,35%, ωστόσο η εβδομάδα αποχαιρέτισε με πλην. Η διακύμανση της αγοράς αυτήν την εβδομάδα διαμορφώθηκε σε στενό εύρος, 20 μονάδων, με το βασικό όμως χαρακτηριστικό να είναι η χαμηλή συναλλακτική δραστηριότητα, εάν εξαιρέσει κανείς τις επιδόσεις της Alpha Bank.
Η εισαγωγή των νέων μετοχών της Alpha Bank που προέκυψαν από την πρόσφατη αύξηση κεφαλαίου των 800 εκατ. ευρώ και η εισαγωγή της στον MSCI Greece Standard, διατήρησε τη μετοχή στο επίκεντρο συγκεντρώνοντας έντονη συναλλακτική δραστηριότητα η οποία κάλυψε τη συναλλακτική άπνοια που επικρατεί στην αγορά.
Η αύξηση των κρουσμάτων μετά την άρση των περιορισμών και οι ανησυχίες για ένα τέταρτο κύμα πανδημίας που τυχόν προκύψει από την μετάλλαξη "Δέλτα", διατήρησε το κλίμα επιφυλακτικότητας στην εγχώρια αγορά. Η κόπωση στην αγορά είναι εμφανής, αφού μεσολάβησαν σημαντικές και απαιτητικές αυξήσεις κεφαλαίου και ομολογιακές εκδόσεις.
Ο Γενικός Δείκτης Τιμών έκλεισε την εβδομάδα στις 866,81 μονάδες, έναντι 874,25 μονάδων της προηγούμενης εβδομάδας, σημειώνοντας εβδομαδιαία πτώση 0,85%. Από τις αρχές του Ιουλίου υποχωρεί κατά 2,04%, ενώ από τις αρχές του 2021 καταγράφει κέρδη σε ποσοστό 7,16%. Ο δείκτης της υψηλής κεφαλαιοποίησης FTSE/ASE 25 έκλεισε την εβδομάδα με πτώση 1,39%, ενώ αντιθέτως ο δείκτης FTSE MID CAP έκλεισε με άνοδο 1,53%. Ο τραπεζικός δείκτης έκλεισε την εβδομάδα με πτώση 1,17%, από τις αρχές του μήνα υποχωρεί κατά 3,38%, ενώ από τις αρχές του 2021 και καταγράφει κέρδη σε ποσοστό 3,72%.
Η συνολική αξία των συναλλαγών στις συνεδριάσεις αυτής της εβδομάδας ανήλθε στα 628,065 εκατ. ευρώ, σημαντικά αυξημένη λόγω της υψηλής συναλλακτικής δραστηριότητας στην Alpha Bank, ενώ η μέση αξία συναλλαγών διαμορφώθηκε στα 125,611 εκατ. ευρώ, από 57,347 εκατ. ευρώ.
Η συνολική κεφαλαιοποίηση της αγοράς την βδομάδα αυτή, αυξήθηκε κατά 692 εκατ. ευρώ και διαμορφώθηκε στα 62,174 δισ. ευρώ, ενώ από τις αρχές του έτους είναι αυξημένη κατά 8,309 δισ. ευρώ.