Όχι σε δεκάδες, αλλά σε εκατοντάδες μετριούνται τα τουριστικά καταλύματα, ξενοδοχεία και ενοικιαζόμενα δωμάτια/διαμερίσματα, που είναι προς πώληση στη Χαλκιδική, με το real estate στα επαγγελματικά ακίνητα να γέρνει υπέρ των αγοραστών, εάν και όταν αυτοί αποδεικνύονται αποφασισμένοι να αγοράσουν.
«Δεν αποκλείω ο αριθμός των τουριστικών καταλυμάτων που πωλούνται στη Χαλκιδική, ξενοδοχείων και ενοικιαζόμενων δωματίων, να είναι τετραψήφιος», είπε στο GRTimes.gr o σύμβουλος ακίνητης περιουσίας και αντιπρόεδρος του Συλλόγου Μεσιτών Χαλκιδικής κ. Κωνσταντίνος Καρούλης.
Η εκτίμηση του κ. Καρούλη δεν απέχει της πραγματικότητας καθώς μία γρήγορη έρευνα που έκανε το GRTimes.gr διαδικτυακά έδειξε ότι πωλούνται περισσότερα από 500 τουριστικά καταλύματα στη Χαλκιδική, τα πιο πολλά στην Κασσάνδρα αλλά και αρκετά σε περιοχές πλησιέστερα στη Θεσσαλονίκη όπως είναι τα Φλογητά και η Καλλικράτεια, όπου ειδικά τα ενοικιαζόμενα δωμάτια και τα μικρά ξενοδοχεία είναι πάμπολλα.
Άρα το βέβαιο είναι ότι δε μιλάμε για δεκάδες αλλά για πολλές εκατοντάδες τουριστικών μονάδων που είναι προς πώληση.
Το φαινόμενο φυσικά δεν είναι καινούργιο. Πολλά τουριστικά καταλύματα βγήκαν στην αγορά προς πώληση στη διάρκεια της πολυετούς οικονομικής κρίσης, αλλά η κατάσταση επιδεινώθηκε εξ’ αιτίας της πανδημίας.
Για δεύτερη χρονιά κλειστά
«Γνωρίζω ότι υπάρχουν ξενοδοχεία που δεν θα ανοίξουν ούτε φέτος, για δεύτερη δηλαδή χρονιά στη συνέχεια. Όσες επιχειρήσεις δεν είχαν δάνεια, κάνοντας χρήση και των μέτρων ενίσχυσης της κυβέρνησης, θα μπορέσουν πιθανώς να κρατηθούνε στον κλάδο, αλλά όσοι είχαν και ανοιχτές υποχρεώσεις προς τράπεζες, βρίσκονται μπροστά σε αδιέξοδο», δήλωσε ο κ. Καρούλης.
Η κτηματαγορά στα τουριστικά ακίνητα παρουσιάζει εικόνα μεγάλης ανισορροπίας σε ότι αφορά τη σχέση προσφοράς – ζήτησης, ανισορροπία που θα επιταθεί καθώς νέες ξενοδοχειακές μονάδες θα μπούνε στην αγορά όταν μέσα στη διετία κατασκευαστούν τα καινούργια καταλύματα που έχουν πάρει εγκρίσεις στα πλαίσια του αναπτυξιακού και άλλων δράσεων ενίσχυσης.
Όπως δε επισημαίνει ο κ. Καρούλης, η αγορά των επαγγελματικών ακινήτων στον τουρισμό θα αργήσει να βρει νέο σημείο ισορροπίας καθώς πέραν του πολύ αναιμικού ενδιαφέροντος που επιδεικνύεται, μεσολαβεί πολύς χρόνος μέχρι να ληφθούν οριστικές αποφάσεις αγοράς και να υλοποιηθεί μία μεταβίβαση.
«Δεν είναι δείγμα υγείας της κτηματαγοράς η υπερπροσφορά τουριστικών καταλυμάτων, πέραν του ότι έχει πιέσει προς τα κάτω τις προσφερόμενες τιμές, κάτι που συχνά δεν θέλουν να αποδεχθούν οι πωλητές. Όλοι περιμένουμε να ισορροπήσει η αγορά με την υποχώρηση του κορωνοϊού, αλλά δεν εννοούμε όλοι το ίδιο πράγμα όταν μιλάμε για «ισορροπία». Να ισορροπήσει στα προ covid επίπεδα ή στα επίπεδα προ μνημονίων;», κατέληξε ο κ. Καρούλης τονίζοντας ότι όσοι προσδοκούν να ξαναζήσουν ημέρες του 2005, αδίκως θα περιμένουν.
Μια παράμετρος που πρέπει να επισημανθεί αφορά και άλλες κατηγορίες επαγγελματικών ακινήτων, π.χ. καταστημάτων που κατασκευάσθηκαν σε περιοχές με τη λογική ότι θα εξυπηρετούσαν κατά τη θερινή περίοδο τους τουρίστες που θα κατέλυαν σε ξενοδοχεία και ενοικιαζόμενα, αυτά που τελικώς αποδείχθηκαν μη βιώσιμα σαν επιχειρήσεις και αναζητούν αγοραστή. Συνεπώς υπάρχει ένα ντόμινο αρνητικών εξελίξεων που αφορά κυρίως την αγορά τουριστικών καταλυμάτων, αλλά δεν περιορίζεται σε αυτή.