Μέσα σε μία εβδομάδα, ο πανικός έχει καταλάβει τις παγκόσμιες τράπεζες, για δεύτερη φορά. Μετά την κατάρρευση της Silicon Valley Bank (SVB), ακολούθησε μια νέα ανησυχία για τη σταθερότητα μιας μεγάλης ευρωπαϊκής τράπεζας, της Credit Suisse.
Ο Guardian, και συγκεκριμένα η τραπεζική ανταποκρίτριά του, Kalyeena Makortoff, προσπαθεί να εξηγήσει τι ακριβώς συνέβη με την Credit Suisse και κατά πόσο θα πρέπει να ανησυχούμε.
Τι συμβαίνει στην Credit Suisse;
Οι μετοχές του ελβετικού πιστωτικού ιδρύματος έπεσαν πάνω από 30% σε κάποια στιγμή την Τετάρτη σε χαμηλό ρεκόρ περίπου 1,56 ελβετικών φράγκων ανά μετοχή, αφότου ο βασικός μέτοχός της, η Εθνική Τράπεζα της Σαουδικής Αραβίας (SNB), απέκλεισε την παροχή χρηματοδότησης λόγω των κανονισμών που περιορίζουν το ποσοστό της – που σήμερα είναι 9,9% - στο 10%.
Ο πρόεδρος της SNB, Ammar Al Khudairy, δήλωσε στο Reuters πως η Credit Suisse είναι «μια πολύ ισχυρή τράπεζα» και είναι απίθανο να χρειαστεί περισσότερα μετρητά μετά την άντληση 4 δισεκατομμυρίων ελβετικών φράγκων για τη χρηματοδότηση ενός μεγάλου σχεδίου αναδιάρθρωσης το φθινόπωρο του περασμένου έτους. Ωστόσο, τα σχόλιά του για το ανώτατο όριο χρηματοδότησης τρόμαξαν τους επενδυτές, οι οποίοι φοβήθηκαν πως θα μπορούσε να περιορίσει τα μετρητά έκτακτης ανάγκης από επενδυτές στη Μέση Ανατολή.
Αυτό επέτεινε τον πανικό για πιθανές αδυναμίες σε ολόκληρο τον παγκόσμιο τραπεζικό τομέα που εξακολουθεί να ταλανίζεται από την κατάρρευση της SVB, καθώς και τους φόβους για συνεχιζόμενα προβλήματα στον ελβετικό δανειστή, ο οποίος ως 17ος μεγαλύτερος δανειστής της Ευρώπης με βάση το ενεργητικό είναι πολύ μεγαλύτερος από την SVB και θεωρείται συστημικά σημαντικός για το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Πόσο πρέπει να ανησυχούμε;
Η Τράπεζα της Αγγλίας με δήλωσή της επανέλαβε πως το βρετανικό τραπεζικό σύστημα δεν διατρέχει κίνδυνο και πως «παραμένει ασφαλές, υγιές και καλά κεφαλαιοποιημένο».
Όσο για την Ελλάδα, καθησυχαστικός και ξεκάθαρος πως οι ελληνικές τράπεζες δεν διατρέχουν κανέναν κίνδυνο από την κρίση της ελβετικής Credit Suisse και την κατάρρευση της αμερικανικής SVB, ήταν ο διευθυντής του οικονομικού γραφείου του πρωθυπουργού, Αλέξης Πατέλης.
Την ίδια ώρα, οι μετοχές πολλών άλλων ευρωπαϊκών τραπεζών έκαναν βουτιά χθες, ωστόσο, όπως σημειώνει η αναλύτρια του Guardian, είναι σημαντικό να θυμόμαστε πως οι τιμές των μετοχών αντικατοπτρίζουν το συναίσθημα των επενδυτών και όχι την πραγματική ισχύ των ισολογισμών.
Οι κινήσεις της αγοράς μπορεί να προκαλέσουν πανικό στους πελάτες, οι οποίοι με τη σειρά τους θα τρέξουν να σηκώσουν μετρητά, δημιουργώντας μια φυγή καταθέσεων που είναι επικίνδυνη για τις μικρότερες τράπεζες που βασίζονται περισσότερο στα μετρητά των πελατών.
Ωστόσο, οι μεγαλύτερες τράπεζες, όπως η Credit Suisse, πρέπει να βρίσκονται σε πολύ ισχυρότερη θέση, εν μέρει λόγω των κυβερνητικών κανόνων και των ετήσιων δοκιμών αντοχής των ρυθμιστικών αρχών που θεσπίστηκαν μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση.
Άρα, οι κανόνες μετά την χρηματοπιστωτική κρίση δεν λειτουργούν;
Μετά το χάος του 2008, οι ρυθμιστικές αρχές σε όλο τον κόσμο εισήγαγαν αυστηρότερους περιορισμούς – ιδίως για τις τράπεζες που θεωρήθηκαν σημαντικές για το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Οι περισσότερες κεντρικές τράπεζες και οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές εισήγαγαν ετήσια τεστ αντοχής για να ελέγξουν εάν οι τράπεζες μπορούν να αντέξουν σοβαρά οικονομικά σοκ και αναταραχές στην αγορά, ενώ εξακολουθούν να στηρίζουν τους πελάτες τους.
Στο χειρότερο σενάριο, οι συστημικά σημαντικές τράπεζες πρέπει να διαθέτουν επαρκή κεφάλαια και τις λεγόμενες «διαθήκες ζωής», ώστε να διασφαλίζουν πως μπορούν να πτωχεύσουν με σχετικά ομαλό τρόπο. Ωστόσο, αυτές οι «διαθήκες ζωής» δεν έχουν ακόμη δοκιμαστεί από μια πραγματική τραπεζική αποτυχία.
Η ρυθμιστική αρχή της Ελβετίας, η Finma, ενέκρινε πέρυσι τα σχέδια έκτακτης εκκαθάρισης της Credit Suisse, αλλά δήλωσε πως ορισμένα από τα σχέδιά της «δεν είναι ακόμη επαρκή».
Καταρρέουν όμως και αμερικανικές τράπεζες: Μήπως πρόκειται για επανάληψη του 2008;
Ο πανικός για την Credit Suisse έρχεται μετά την κατάρρευση της κρυπτογραφικής τράπεζας Silvergate την περασμένη Πέμπτη, της SVB την Παρασκευή και της Signature με έδρα τη Νέα Υόρκη την Κυριακή. Ωστόσο, τα προβλήματα της Credit Suisse είναι επίσης σχετικά μοναδικά και όχι νέα, με μια σειρά από μεγάλες οικονομικές απώλειες και σκάνδαλα που έχουν ανησυχήσει τους επενδυτές και έχουν τροφοδοτήσει μια πρόσφατη έξοδο πελατών.
Οι πελάτες της Credit Suisse – κυρίως πλούσιοι ιδιώτες και επιχειρήσεις – αποσύρουν χρήματα από την τράπεζα εδώ και μήνες, οδηγώντας σε εκροές άνω των 111 δισεκατομμυρίων ελβετικών φράγκων στα τέλη του περασμένου έτους.
Ορισμένοι επενδυτές ανησυχούν επίσης για πιθανές άγνωστες ζημίες που παραμονεύουν στα επενδυτικά χαρτοφυλάκια των ευρωπαϊκών τραπεζών. Τα προβλήματα της SVB επιταχύνθηκαν αφότου υπέστη απώλειες από τα ομόλογα που προσπάθησε να πουλήσει, καθώς οι πελάτες απέσυραν μετρητά.
Σε μια προσπάθεια να κατευνάσει τους φόβους, ο πρόεδρος της Credit Suisse Axel Lehmann δήλωσε χθες το πρωί πως η κρατική βοήθεια «δεν είναι θέμα» για τον δανειστή, προσθέτοντας: «Έχουμε ισχυρούς κεφαλαιακούς δείκτες, ισχυρό ισολογισμό. Έχουμε ήδη πάρει το φάρμακο». Οι Financial Times ανέφεραν μη κατονομαζόμενες πηγές που υποδηλώνουν πως ο δανειστής είχε απευθυνθεί τόσο στη Finma όσο και στην Εθνική Τράπεζα της Ελβετίας για μια δημόσια επίδειξη στήριξης, σε μια προφανή προσπάθεια να στηρίξει την εμπιστοσύνη των επενδυτών.
Πόσο πίσω πάνε τα προβλήματα της Credit Suisse;
Η τράπεζα βρίσκεται στη διαδικασία ενός σημαντικού σχεδίου αναδιάρθρωσης, με σκοπό να ανακόψει τις μεγάλες ζημίες, οι οποίες διογκώθηκαν σε 7,3 δισεκατομμύρια ελβετικά φράγκα το 2022, και να αναζωογονήσει τις δραστηριότητες που παρεμποδίστηκαν από πολλαπλά σκάνδαλα την τελευταία δεκαετία, όπως φερόμενη κακοδιαχείριση, παραβίαση κυρώσεων, ξέπλυμα χρήματος και φοροδιαφυγή.
Μόνο τα τελευταία τρία χρόνια, η Credit Suisse έχει κατηγορηθεί για εταιρική κατασκοπεία, αφότου προσέλαβε επαγγελματίες κατασκόπους για να παρακολουθούν τα απερχόμενα στελέχη της, παραδέχθηκε ότι εξαπάτησε επενδυτές στο πλαίσιο του σκανδάλου δανείων στη Μοζαμβίκη, με αποτέλεσμα να της επιβληθεί πρόστιμο ύψους άνω των 350 εκατομμυρίων λιρών, και ενεπλάκη στην κατάρρευση του δανειστή Greensill Capital και του αμερικανικού hedge fund Archegos Capital το 2021.
Δέχθηκε επίσης πυρά μετά τη δημοσιοποίηση της έρευνας για τα μυστικά της Suisse από παγκόσμια δημοσιογραφικά πρακτορεία, συμπεριλαμβανομένης της Guardian το 2022, η οποία έδειξε ότι είχε εξυπηρετήσει πελάτες που εμπλέκονταν σε βασανιστήρια, διακίνηση ναρκωτικών, ξέπλυμα χρήματος, διαφθορά και άλλα σοβαρά εγκλήματα επί δεκαετίες.
Την ίδια χρονιά, οι ελβετικοί εισαγγελείς έκριναν την τράπεζα ένοχη ότι βοήθησε στο ξέπλυμα χρήματος για λογαριασμό της βουλγαρικής μαφίας, αν και η τράπεζα αρνήθηκε ότι διέπραξε αδίκημα και προτίθεται να ασκήσει έφεση κατά της απόφασης.
Αλλά τα προβλήματα δεν έχουν ακόμη εξαφανιστεί. Νωρίτερα αυτή την εβδομάδα, ο δανειστής παραδέχτηκε ότι υπήρξαν «ουσιώδεις αδυναμίες» στους εσωτερικούς ελέγχους που σχετίζονται με τη χρηματοοικονομική πληροφόρηση, αλλά διαβεβαίωσε ότι τα αφεντικά εργάζονται πάνω σε ένα σχέδιο για την «ενίσχυση των πλαισίων κινδύνου και ελέγχου».