Η Γερμανία οδεύει σε τροχιά διετούς ύφεσης, καθώς η οικονομία της συρρικνώθηκε το 2023.
Η Γερμανία βρίσκεται αντιμέτωπη με την πρώτη διετή ύφεση από τις αρχές της δεκαετίας του 2000, αφού η οικονομία της συρρικνώθηκε το 2023, εν μέσω των επιπτώσεων του υψηλότερου ενεργειακού κόστους και της ασθενέστερης βιομηχανικής ζήτησης, αναφέρει σε δημοσίευμά της η βρετανική Guardian.
Η γερμανική εθνική στατιστική υπηρεσία δήλωσε ότι οι «πολλαπλές κρίσεις» που χτύπησαν και τη γερμανική οικονομία συνετέλεσαν σε μείωση του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ) κατά 0,3% το 2023 σε σχέση με το προηγούμενο έτος, καθώς τα υψηλότερα επιτόκια και το αυξημένο κόστος διαβίωσης επιβάρυναν την οικονομία.
Οι υψηλές τιμές επιβάρυναν την οικονομική ανάπτυξη
«Παρά τις πρόσφατες μειώσεις, οι τιμές παρέμειναν υψηλές σε όλα τα στάδια της οικονομικής διαδικασίας και επιβάρυναν την οικονομική ανάπτυξη», δήλωσε η Ρουθ Μπραντ, πρόεδρος της στατιστικής υπηρεσίας, σε συνέντευξη Τύπου στο Βερολίνο τη Δευτέρα.
«Η γερμανική οικονομία δεν συνέχισε την ανάκαμψή της από την απότομη οικονομική ύφεση που βίωσε κατά το πανδημικό έτος 2020».
Η γερμανική οικονομία ήταν κατά 0,7% υψηλότερη το 2023 σε σχέση με το 2019, το έτος πριν από την έναρξη της πανδημίας. Ωστόσο, οι αναλυτές δήλωσαν ότι η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης βρίσκεται για ένα ακόμη έτος σε τροχιά στασιμότητας, στην καλύτερη περίπτωση τουλάχιστον το 2024, με αυξημένο κίνδυνο για ένα δεύτερο συνεχόμενο έτος «αρνητικής παραγωγής».
Ο Κάρστεν Μπρζέσκι, επικεφαλής μακροοικονομικών ερευνών στην ολλανδική τράπεζα ING, δήλωσε ότι «δεν διαφαίνεται άμεση ανάκαμψη και η οικονομία φαίνεται ότι θα περάσει την πρώτη διετή ύφεση από τις αρχές της δεκαετίας του 2000».
«Αναμένουμε ότι η τρέχουσα κατάσταση στασιμότητας και μικρής ύφεσης θα συνεχιστεί. Στην πραγματικότητα, ο κίνδυνος το 2024 να είναι ένα ακόμη έτος ύφεσης είναι υψηλός».
Το τελευταίο τρίμηνο του περασμένου έτους η γερμανική οικονομία συρρικνώθηκε κατά 0,3% σε σύγκριση με το προηγούμενο τρίμηνο. Η κυρίαρχη βιομηχανική βάση της Γερμανίας, εξαιρουμένων των κατασκευών, μειώθηκε κατά 2% κατά τη διάρκεια του έτους, καθώς το υψηλότερο κόστος ενέργειας και η μειωμένη ζήτηση στο εσωτερικό και στο εξωτερικό επιβάρυναν την παραγωγή των γερμανικών εργοστασίων.
Αντανακλώντας τις επιπτώσεις των υψηλότερων λογαριασμών ενέργειας και του κόστους δανεισμού στους καταναλωτές, η κατανάλωση των νοικοκυριών μειώθηκε κατά 0,8% σε σχέση με το προηγούμενο έτος, ενώ οι κρατικές δαπάνες μειώθηκαν κατά 1,7%.
Η Γερμανία βρίσκεται σε «μόνιμη κατάσταση κρίσης»
Η Γερμανία αναμένεται να έχει μία από τις πιο αδύναμες επιδόσεις μεταξύ των προηγμένων οικονομιών φέτος, με τις προβλέψεις της ΕΕ που δημοσιεύθηκαν τον Νοέμβριο να προβλέπουν ανάπτυξη 0,8%.
Οι ειδικοί δήλωσαν ότι η οικονομία της χώρας βρίσκεται σε «μόνιμη κατάσταση κρίσης», καθώς οι δυσκολίες στην αλυσίδα εφοδιασμού, οι επίμονες πληθωριστικές πιέσεις, η ασθενέστερη παγκόσμια ζήτηση για βιομηχανικά προϊόντα και τα υψηλότερα επιτόκια επιβαρύνουν τη γερμανική παραγωγή.
Ο Άντριου Κένινγκχαμ, επικεφαλής οικονομολόγος για την Ευρώπη στην εταιρεία συμβούλων Capital Economics, δήλωσε:
«Η πρόσφατη πτώση του πληθωρισμού θα πρέπει να προσφέρει κάποια ανακούφιση στα νοικοκυριά, αλλά οι επενδύσεις σε ακίνητα και επιχειρήσεις είναι πιθανό να συρρικνωθούν, οι κατασκευές οδεύουν προς μια απότομη ύφεση και η κυβέρνηση "σφίγγει" απότομα τη δημοσιονομική πολιτική. Προβλέπουμε μηδενική αύξηση του ΑΕΠ το 2024».
Ξεχωριστά στοιχεία τη Δευτέρα έδειξαν ότι η βιομηχανική παραγωγή στην ευρωζώνη μειώθηκε για τρίτο συνεχή μήνα τον Νοέμβριο, με πτώση 0,3% σε μηνιαία βάση, καθώς οι μειώσεις στην Ιταλία και στη Γερμανία «αντιστάθμισαν» την αύξηση της βιομηχανικής παραγωγής στη Γαλλία και στην Ισπανία.
Το ότι η γερμανική οικονομία, η οποία χαρακτηρίζεται και ως «ατμομηχανή» της ευρωπαϊκής, συνεχίζει σε ρυθμούς συρρίκνωσης, εντείνει τις ανησυχίες στο σύνολο της ευρωζώνης, καθώς η κακή επίδοση της ισχυρότερης οικονομικής της δύναμης δεν πρόκειται να αφήσει ανεπηρέαστα τα κράτη-μέλη.