Η δημόσια εντολή Πούτιν στη Gazprom να αυξήσει τις ροές φυσικού αερίου προς την Ευρώπη επιβεβαιώνει τον κυνισμό με τον οποίο χειρίζεται η Μόσχα το «όπλο» της Ενέργειας, ξεγυμνώνει την ανεπάρκεια της Ευρώπης να εξασφαλίσει στρατηγικά αποθέματα, αλλά σίγουρα δεν λύνει το πρόβλημα για νοικοκυριά κι επιχειρήσεις, παρά την υποχώρηση των τιμών του αερίου πάνω από 13% σε μια ημέρα.
Η αγορά, που «διψά» για θετικά μαντάτα λίγο πριν ξεκινήσει ο ευρωπαϊκός Χειμώνας, αντέδρασε στην είδηση από τη Ρωσία, καθώς και στις ανακοινώσεις των Νορβηγών ότι θα αυξήσουν τις εξαγωγές φυσικού αερίου προς την Ευρώπη. Τα συμβόλαια του Νοεμβρίου υποχώρησαν μέσα σε λίγες ώρες στα επίπεδα των 75 ευρώ, ωστόσο ακόμα κι έτσι, η απόσταση από τα περσινά αλλά και τα προ πανδημίας επίπεδα, είναι χαώδης.
Στο 409% η αύξηση σε σχέση με πέρσι
Στις 30 Οκτωβρίου του 2019, η τιμή του ολλανδικού φυσικού αερίου (ευρωπαϊκός δείκτης) ήταν στα 18,22 ευρώ, ενώ στις 30 Οκτωβρίου του 2020 ήταν στα 14,79 ευρώ, λόγω χαμηλότερης ζήτησης ελέω πανδημίας. Αυτό σημαίνει πολύ απλά ότι παρά την υποχώρηση των τιμών στα επίπεδα των 75 ευρώ, παραμένουν 409% υψηλότερα από πέρσι, συμπαρασύροντας φυσικά και τις χονδρικές τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος!
Το ερώτημα που «καίει» είναι τι μέλλει γενέσθαι από εδώ και πέρα. Οι χθεσινές δηλώσεις Λαγκάρντ μπορεί να είχαν ως στόχο να καθησυχάσουν όσους ανησυχούν για μόνιμες πληθωριστικές πιέσεις, ωστόσο η παραδοχή ότι το κύμα των ανατιμήσεων θα διαρκέσει περισσότερο από τις αρχικές εκτιμήσεις και δεν θα υποχωρήσει πριν από την Άνοιξη, διατηρεί σε κατάσταση συναγερμού τις κυβερνήσεις, που πρέπει να βρουν και να εφαρμόσουν τα κατάλληλα μέτρα στήριξης για νοικοκυριά- επιχειρήσεις, με ορίζοντα 5-6 μηνών.
Οι παράμετροι που θα «σπρώξουν» προς τα πάνω τις τιμές του αερίου
Η τιμή του φυσικού αερίου, που βρέθηκε στα επίπεδα- ρεκόρ των 162 ευρώ στις 5 Οκτωβρίου, θεωρητικά θα διατηρηθεί στα επίπεδα των 72 ευρώ κατά μέσο όρο ως το πρώτο τρίμηνο του 2022. Φυσικά σε αυτήν την εξίσωση δεν έχει υπεισέλθει ακόμα ο παράγοντας των καιρικών συνθηκών, δηλαδή μιας μεγάλης αύξησης της ζήτησης, που θα δοκιμάσει τα αποθέματα και την επάρκεια της προσφοράς. Υπάρχουν ήδη αναλύσεις, όπως της Trading Economics, που «βλέπουν» κλιμάκωση των τιμών στα 111 ευρώ σε ορίζοντα 12 μηνών, καθώς η αυξανόμενη ζήτηση λόγω «πράσινης» μετάβασης και οι στρεβλώσεις στα κανάλια προμήθειας της Ευρώπης, θα συνεχίσουν να «σπρώχνουν» τις τιμές προς τα πάνω.
Αν και η Άνγκελα Μέρκελ θεωρείται επί της ουσίας υπηρεσιακή Καγκελάριος, θα είχε μεγάλο ενδιαφέρον αν απαντούσε στον Έλληνα πρωθυπουργό γιατί η Γερμανία και οι υπόλοιποι 10 Βόρειοι συνυπέγραψαν κείμενο με το οποίο αρνούνται την οποιαδήποτε δομική αναθεώρηση της ευρωπαϊκής αγοράς φυσικού αερίου, απορρίπτοντας τη σχετική κοινή πρόταση των Νότιων, που επικαλούνται τον κατεπείγοντα χαρακτήρα της ενεργειακής κρίσης. Φυσικά το ερώτημα είναι ρητορικό, καθώς μια έστω επιδερμική ανάγνωση των ειδήσεων, που σχετίζονται με το Ενεργειακό, αποκαλύπτει το μεγάλο παζάρι για την αδειοδότηση του Nord Stream 2, που θα συνδέσει απευθείας τη Ρωσία με τη Γερμανία και τον υπόλοιπο ευρωπαϊκό Βορρά.
Μείωση κατανάλωσης ή βαθιά το χέρι στην τσέπη για τα νοικοκυριά
Σε μια καυστική ανάλυσή του για την επάρκεια φυσικού αερίου στην Ευρώπη, ο Georg Zachmann, του Bruegel, σημειώνει ότι θα υπάρχει αρκετό αέριο το Χειμώνα, αλλά οι πρόσθετες εισαγωγές- λόγω αυξημένης ζήτησης- θα είναι πολύ ακριβές κι αυτό σημαίνει πώς είτε νοικοκυριά κι επιχειρήσεις θα μειώσουν την κατανάλωση είτε θα βάλουν πολύ βαθιά το χέρι στην τσέπη. Σημειώνοντας ότι βραχυπρόθεσμα θα πρέπει να ενισχυθούν τα ευάλωτα νοικοκυριά, μεσοπρόθεσμα η Ευρώπη θα πρέπει να εξετάσει αν τελικά συγκεκριμένοι «παίκτες» καταχρώνται τη δεσπόζουσα θέση τους. Και για να μην υπάρχει καμία αμφιβολία για το ποιους «φωτογραφίζει», κατονομάζει τη Gazprom, σημειώνοντας ότι έχει τα μέσα για να επηρεάζει το ισοζύγιο ζήτησης- προσφοράς, άρα και τις τιμές, με το να μη αποκαθιστά τα αποθέματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Υποστηρίζοντας ότι θα πρέπει να δημιουργηθεί ένας μηχανισμός- ασπίδα για τις τέτοιες κρίσεις, ο Zachmann κρούει τον κώδωνα του κινδύνου και τονίζει ότι η Ευρώπη δεν πρέπει να παγιδευθεί σε νέα μακροχρόνια συμβόλαια, που θα παρατείνουν τη σημερινή εξάρτηση από προμηθευτές, οι οποίοι προτίθενται να καταχρασθούν στιγμές αδυναμίας. «Η Ευρώπη δεν θα πρέπει να εκβιαστεί έτσι ώστε να αποδεχθεί projects αγωγών, εάν αυτοί αντιτίθενται στην ευρωπαϊκή νομοθεσία για την Ενέργεια» τονίζει ότι συνεργάτης του Bruegel, ο οποίος έχει θητεύσει στο γερμανικό υπουργείο Οικονομικών κι έχει εργασιακή εμπειρία- άρα γνωρίζει εκ των έσω- στο ευρωπαϊκό σύστημα εκπομπής ρύπων, στην ευρωπαϊκή αγορά ηλεκτρισμού και στην ευρωπαϊκή πολιτική για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.