Με έντονο ενδιαφέρον παρακολουθούν κυβερνήσεις χωρών της νότιας Ευρώπης την έκβαση των κρίσιμων ομοσπονδιακών εκλογών της 26ης Σεπτεμβρίου στη Γερμανία, με την ελπίδα μια αλλαγή στην ηγεσία στο Βερολίνο να διευκολύνει και μια μεταρρύθμιση του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Φαβορί για να διαδεχθεί την Άνγκελα Μέρκελ στην καγκελαρία είναι ο υποψήφιος των Σοσιαλδημοκρατών, Όλαφ Σολτς, στον οποίο στρέφονται τα βλέμματα όχι μόνο των Γερμανών, αλλά και των Ευρωπαίων.
Η στάση του Σολτς μπορεί να παίξει, σύμφωνα με ανάλυση της γερμανικής εφημερίδας «Die Welt», κεντρικό ρόλο στον διάλογο που θα ξεκινήσει τους επόμενους μήνες μεταξύ των κρατών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η Γαλλία, όπου ο Εμανουέλ Μακρόν θα διεκδικήσει την προσεχή άνοιξη την επανεκλογή του, έχει ήδη ξεκαθαρίσει τη θέση της: «Χρειάζονται νέοι κανόνες όσον αφορά στο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης», διεμήνυσε ο Γάλλος υπουργός Οικονομικών Μπρούνο Λεμέρ το Σαββατοκύριακο στις άτυπες συνεδριάσεις του Eurogroup και του Ecofin, στο Μπίρντο πρι Κράνιου της Σλοβενίας.
«Χρειαζόμαστε απλούστερους κανόνες, που θα ανταποκρίνονται στις οικονομικές πραγματικότητες. Η Γαλλία θα κάνει ό,τι μπορεί γι’ αυτό τις επόμενες εβδομάδες», πρόσθεσε.
Οι οικονομικές αυτές πραγματικότητες στην Ευρώπη είναι ότι ο μέσος όρος του χρέους των κρατών της ευρωζώνης υπερβαίνει το 100% του ΑΕΠ τους, αφού στην παρούσα φάση μόνο το Λουξεμβούργο πληροί τα δύο από τα βασικά κριτήρια του Μάαστριχτ, με χρέος 60% έναντι του ΑΕΠ και ετήσιο νέο χρέος στο 3%.
Οι κανόνες έχουν μπει -εξαιτίας της πανδημίας- στον πάγο, αλλά το ερχόμενο έτος οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων της ΕΕ θα πρέπει να αποφασίσουν τα επόμενα βήματα, όταν επανέλθουν σε ισχύ οι κανόνες, το 2023.
Κανόνες που θα ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα
Η συζήτηση αυτή αναμένεται φυσικά να προκαλέσει συγκρούσεις, με τις δημοσιονομικά συντηρητικές χώρες, όπως η Ολλανδία και η Αυστρία, να αντιτίθενται στη χαλάρωση των κανόνων, και τις χώρες της νότιας Ευρώπης, που έχουν σωρεύσει βουνά χρεών, να επιμένουν ότι ήρθε η ώρα γι’ αυτό το βήμα, ώστε να συνεχιστεί η ανάκαμψη των οικονομιών, που πυροδότησε η χαλαρή νομισματική πολιτική της ΕΚΤ και τα κονδύλια από το Ταμείο Ανάκαμψης.
Η Ισπανίδα υπουργός Οικονομικών, Νάντια Καλβίνο, τόνισε στο Μπίρντο πρι Κράνιου της Σλοβενίας την ανάγκη να ανταποκρίνονται οι κανόνες στην πραγματικότητα και να λειτουργούν, ενώ παρόμοια στάση τήρησε και ο Βέλγος ομόλογός της, καθώς το χρέος της χώρας του, όπως και εκείνα της Ισπανίας, της Γαλλίας, της Ελλάδας, της Ιταλίας, της Πορτογαλίας και της Κύπρου, υπερβαίνει το 100% του ΑΕΠ.
Οι κυβερνήσεις όλων αυτών των χωρών παρακολουθούν, ως εκ τούτου, εκ του σύνεγγυς την εκλογική μάχη στη Γερμανία, αλλά και τις διαβουλεύσεις που θα ακολουθήσουν για τον σχηματισμό της επόμενης κυβερνητικής συμμαχίας της μεγαλύτερης οικονομίας της Ευρώπης, αφού το Βερολίνο μαζί με το Παρίσι εξακολουθούν να δίνουν τον τόνο.
Η θέση που θα πάρει η Γερμανία στην αναμενόμενη σύγκρουση θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από τη σύνθεση της νέας κυβέρνησής της.
Σημαντικό ρόλο, σύμφωνα με τη «Welt», θα παίξει ποιο από τα κόμματα του συνασπισμού θα εξασφαλίσει το υπουργείο Οικονομικών.
Το SPD του Σολτς, απορρίπτοντας τη λιτότητα του παρελθόντος, θέλει να προχωρήσει μια κοινή πολιτική επενδύσεων της ΕΕ, χρηματοδοτούμενη από αμοιβαίο χρέος, ενώ οι Πράσινοι θέλουν να μετατραπεί ο ΕΜΣ σε ένα Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο, που θα χορηγεί πιστώσεις χωρίς όρους.
Την ιδέα του Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ταμείου στηρίζουν και οι Φιλελεύθεροι, αλλά με πλήρη επαναφορά σε ισχύ των μέτρων που ίσχυαν για τα χρέη των κρατών-μελών και τα ελλείμματα πριν από την πανδημία.
Μάχη προ των πυλών για τη χαλάρωση των κανόνων χρέους
Αυτή η απαίτηση δεν φαίνεται, βέβαια, ότι θα μπορέσει να περάσει σε επίπεδο ΕΕ, αφού θα είναι πολλά τα κράτη-μέλη που επί σειράν ετών θα παραβιάζουν τους κανόνες. Συναίνεση για την ανάγκη μεταρρυθμίσεων στις χώρες αυτές υπάρχει, αλλά το σημείο τριβής είναι πόσο μακριά θα πρέπει να φθάσουν οι αλλαγές αυτές.
Η Γαλλία έχει ήδη ξεκαθαρίσει τη θέση της, αλλά δεν έχει περάσει ακόμη ανοικτά στην επίθεση. Ωστόσο, η ανάληψη της προεδρίας της ΕΕ από τη Γαλλία τον Ιανουάριο θα συμπέσει με την προεκλογική καμπάνια για τις προεδρικές εκλογές και η βασική -σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις- αντίπαλος του Μακρόν, η ακροδεξιά Μαρίν Λεπέν, θα αναδείξει σε ένα από τα βασικά θέματα της ατζέντας το ζήτημα των μεταρρυθμίσεων.
Στη Ρώμη, από την άλλη, ποντάρουν πολλά στο ειδικό βάρος και τη διαπραγματευτική ισχύ του τέως προέδρου της ΕΚΤ και νυν πρωθυπουργού, Μάριο Ντράγκι, σε μια περίοδο που τη θέση της Μέρκελ θα πάρει ένας Γερμανός πολιτικός -όποιος κι αν είναι τελικά αυτός- με μηδαμινή εμπειρία σε μαραθώνιες νυχτερινές συνόδους κορυφής.
Ωστόσο, όπως υποστηρίζει στην ανάλυσή της η «Welt», η σύγκρουση θα αφήσει αλώβητο το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης, λόγω του ειδικού συμβολισμού του.
Αντίθετα, το θέμα θα είναι η επαναδιατύπωση των κανόνων, των διατάξεων δηλαδή που καθορίζουν πώς υπολογίζονται τα ελλείμματα και τα κρατικά χρέη, και οι οποίες θα μπορούσαν μελλοντικά να προβλέπουν ότι θα παραβλέπονται τα χρέη από τις επενδύσεις για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, κάτι για το οποίο, εκτός από τη Γαλλία, πιέζει και ο Ιταλός επίτροπος Οικονομίας της ΕΕ, Πάολο Τζεντιλόνι.
Στην Κομισιόν ετοιμάζονται για το ενδεχόμενο να τραβήξει αρκετά η αντιπαράθεση. Και μπορεί οι κανόνες που μπήκαν, λόγω πανδημίας, στον πάγο να επανέλθουν σε ισχύ το 2023, αλλά η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προετοιμάζεται για την περίπτωση που αυτό γίνει χωρίς να έχουν επέλθει αλλαγές.
Ήδη εξετάζονται τρόποι χρήσης της ευελιξίας που επιτρέπεται στους κανόνες για το χρέος, ώστε να μην τους παραβιάζει αυτόματα ένα μεγάλο μέρος των κρατών-μελών της ευρωζώνης, δήλωσαν εκπρόσωποι της Κομισιόν. Η τελευταία θα παρουσιάσει τις προτάσεις της για μεταρρύθμιση των κανόνων, που θα αποτελέσουν τη βάση των διαπραγματεύσεων μεταξύ των κρατών-μελών τον Δεκέμβριο. Μέχρι τότε όχι μόνο θα έχει αναδειχθεί ο νικητής των γερμανικών εκλογών, αλλά πιθανώς να είναι γνωστό και το αποτέλεσμα των διαβουλεύσεων για τον σχηματισμό της νέας κυβερνητικής συμμαχίας στο Βερολίνο και κατά πόσον μπορούν να υλοποιηθούν οι ελπίδες των χωρών της νότιας Ευρώπης.