Mπορεί στη Γερμανία να εμφανίζουν μια ιδεολογική εμμονή και να απορρίπτουν μετά βδελυγμίας την έκδοση ευρωομολόγων, των λεγόμενων κορωνοομολόγων, αλλά η κρίση της πανδημίας φαίνεται ότι επηρεάζει τις αντιλήψεις και κάποιοι θεωρούν ότι δεν αποκλείεται τελικά το Βερολίνο να αλλάξει στάση όσον αφορά στην αμοιβαιοποίηση του κρατικού χρέους υπό τις παρούσες συνθήκες.
Χαρακτηριστικό, όπως αναφέρουν οι FT, το παράδειγμα ενός εκ των κορυφαίων οικονομολόγων στη Γερμανία, του Μίχαελ Χιούτερ, ο οποίος πριν από εννέα χρόνια απέρριπτε την ιδέα έκδοσης ευρωομολόγων από την Ευρωζώνη για την αντιμετώπιση της κρίσης χρέους. Ο επικεφαλής του Οικονομικού Ινστιτούτου (IW) της Κολωνίας θεωρούσε ότι μια τέτοια κίνηση θα ισοδυναμούσε με «εγκατάλειψη της εθνικής δημοσιονομικής πολιτικής» κι ότι τα ευρωομόλογα θα έδιναν «αρνητικό κίνητρο» ανταμείβοντας τρόπον τινά τις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου για την έλλειψη δημοσιονομικής πειθαρχίας.
Αλλά με την επέλαση της πανδημίας του νέου, φονικού κορωνοϊού, ο Μίχαελ Χιούτερ άλλαξε ριζικά άποψη και στα τέλη του περασμένου μήνα ήταν ένας από τους επτά επιφανείς Γερμανούς οικονομολόγους που απηύθυνε έκκληση για την έκδοση «ευρωομολόγων για την αντιμετώπιση της κρίσης» ύψους ενός τρισ. ευρώ, ώστε να βοηθούν οι χώρες που έχουν πληγεί τα μέγιστα από την επιδημία. Όπως ανέφεραν, τα ευρωομόλογα αυτά «θα στείλουν ένα ισχυρό μήνυμα ότι τα κράτη της Ευρώπης είναι μαζί» στην αντιμετώπιση των οικονομικών συνεπειών της πανδημίας, που θα βυθίσει σε ύφεση μεγάλο τμήμα της Γηραιάς Ηπείρου.
Γερμανία: Τα μηδενικά ελλείμματα πρώτο «θύμα» της πανδημίας του κορωνοϊού
Η δραματική αυτή αλλαγή στάσης του επικεφαλής του IW αντανακλά μια ευρύτερη τάση στη Γερμανία, σημειώνουν οι FT, καθώς η πανδημία υποχρεώνει πολιτικούς, οικονομολόγους και ακαδημαϊκούς να επαναξιολογήσουν τις αρχές τους, που κάποτε θεωρούσαν απαράβατες.
Πρώτο θύμα των συνεπειών της πανδημίας του κορωνοϊού ήταν το δόγμα του μηδενικού δανεισμού, που ακολουθούσε ευλαβικά η κυβέρνηση της Άνγκελα Μέρκελ κατά το μεγαλύτερο διάστημα της τελευταίας δεκαετίας, πολιτική που παρήγαγε πλεονάσματα επί έξι έτη. Η τακτική αυτή εγκαταλείφθηκε θεαματικώ τω τρόπω τον περασμένο μήνα όταν ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας, ο Σοσιαλδημοκράτης Όλαφ Σολτς, παρουσίασε ένα έκτακτο σχέδιο δαπανών ύψους 150 δισ. ευρώ χρηματοδοτούμενο σε μεγάλο βαθμό από νέα χρέη και αναστολή του συνταγματικά θεσπισμένου πλαφόν οροφής στα ελλείμματα του προϋπολογισμού.
Και καθώς η πανδημία του κορωνοϊού κλιμακώνεται, ορισμένοι - όπως ο αναπληρωτής διευθυντής της δεξαμενής σκέψης “Jacques Delors Centre”, Λούκας Γκούτενμπεργκ - θεωρούν ότι δεν αποκλείεται να ακολουθήσει τον ίδιο δρόμο κι η επίμονη άρνηση της Γερμανίας αναφορικά με τα ευρωομόλογα κι «οι παραδοσιακές κόκκινες γραμμές της Γερμανίας ίσως καταλήξουν να μην είναι και τόσο κόκκινες τελικά». Μέχρι στιγμής, βέβαια, δεν έχει γίνει αυτό καθώς υπερισχύει ακόμη στο Βερολίνο η άποψη ότι τα ευρωομόλογα συνιστούν παραβίαση του όρου περί «μη διάσωσης» της συνθήκης της ΕΕ, που προβλέπει ότι καμία χώρα της Ένωσης δεν είναι υπεύθυνη για τα χρέη άλλων κρατών μελών.
Ζυμώσεις στο CDU παρά την επίμονη άρνηση της Μέρκελ
Από τον Δεκέμβριο του 2010, όταν έσπευσε να κλείσει τη συζήτηση για τα ευρωομόλογα, που επιχείρησαν να ανοίξουν η Ιταλία και το Λουξεμβούργο, σημειώνοντας ότι αυτό που χρειάζεται είναι «περισσότερη συνοχή και επιμονή» στις οικονομικές πολιτικές των κρατών μελών της ευρωζώνης, η Άνγκελα Μέρκελ εμμένει στην ίδια άποψη. Το επανέλαβε και δύο χρόνια αργότερα, όταν τόνισε ότι «δεν θα υπάρξουν ευρωομόλογα όσο ζω», αλλά και πρόσφατα μετά την επιστολή των ηγετών εννέα χωρών, όπου επεσήμαναν ότι η ΕΕ πρέπει να εργαστεί προς την κατεύθυνση ενός «εργαλείου κοινού χρέους», όταν τόνισε ότι δεν συμμερίζονται όλα τα κράτη μέλη την άποψη αυτή.
Την άποψη της Γερμανίδας καγκελαρίου συμμερίζονται και στο κόμμα της, τους Χριστιανοδημοκράτες, υποστηρίζοντας ότι όπως επεσήμανε το Συνταγματικό Δικαστήριο της Γερμανίας για να γίνει έκδοση ευρωομολόγων θα πρέπει να συναινέσει η Μπούντεσταγκ, ενδεχομένως με πλειοψηφία δύο τρίτων, κάτι που φαντάζει ανυπέρβλητο εμπόδιο. Αλλά υπάρχουν ακόμη μέσα στην CDU διαφορετικές γνώμες, όπως εκείνη του βουλευτή Ρόντεριχ Κίζεβετερ, που επεσήμανε ότι θα μπορούσε να λειτουργήσει ως μοντέλο για την τρέχουσα κατάσταση το ομόλογο που εξέδωσε στη διάρκεια της πετρελαϊκής κρίσης του 1974 η Ευρωπαϊκή Κοινότητα.
Υπέρ των ευρωομολόγων Σοσιαλδημοκράτες, Πράσινοι και οικονομολόγοι
Ανάλογη γνώμη έχουν και πολλοί στους ελάσσονες εταίρους του κυβερνητικού συνασπισμού στο Βερολίνο, τους Σοσιαλδημοκράτες, όπως ο εκπρόσωπος του κόμματος για τις εξωτερικές υποθέσεις, Νιλς Σμιτ, που τόνισε ότι τα κορωνοομόλογα θα βοηθούσαν στο να δείξουμε σε άλλα κράτη μέλη ότι «έχουμε αντλήσει διδάγματα από την κρίση χρέους της ευρωζώνης. Πολλές χώρες τότε ένιωσαν εγκαταλελειμμένες και ο απόηχος αυτής της κατάστασης γίνεται ακόμη αισθητός».
Ακόμη και πιο θετικοί στην έκδοση ευρωομολόγων είναι βουλευτές της αντιπολίτευσης, όπως η Φραντσίσκα Μπράντνερ των Πρασίινων, που πιστεύει ότι η λύση αυτή εξυπηρετεί τα ίδια τα συμφέροντα της Γερμανίας. «Δεν θα μπορέσουμε να αναζωογονήσουμε την οικονομία μας μετά την κρίση όταν δεν θα λειτουργεί η μισή ενιαία αγορά. Είναι υπαρξιακό το ζήτημα», τόνισε.
Την ίδια ώρα, όχι μόνον πολιτικοί, αλλά και οικονομολόγοι εμφανίζονται διχασμένοι ως προς τα ευρωομόλογα στη Γερμανία. Ο πρόεδρος του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων, που συμβουλεύει τη γερμανική κυβέρνηση, Λαρς Φελντ τοποθετήθηκε αρνητικά τονίζοντας ότι το αμοιβαιοποιημένο χρέος θα μπορούσε να ασκήσει πιέσεις στα δημοσιονομικά μικρότερων χωρών, όπως η Ολλανδία. Την ίδια ώρα ο συνάδελφός του στο ίδιο συμβούλιο και καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Ντούισμπουργκ-Έσεν, Άχιμ Τρούγκερ, σημείωνε ότι «αυτό που μετρά είναι στα σταλεί ένα ξεκάθαρο μήνυμα κι αυτό είναι ότι είναι εξασφαλισμένη η χρηματοδότηση κι ότι τα κράτη μέλη είναι ενωμένα στο ζήτημα αυτό». Κι ο επικεφαλής του ΙW σημείωσε από την πλευρά του: «Αν δεν βρούμε μια λύση μ’ ένα ομόλογο για την αντιμετώπιση της κρίσης βλέπω το μέλλον της ΕΕ να διαγράφεται ζοφερό…».