Ανοιχτά «ραντάρ» έχει η Εθνική Τράπεζα ώστε να εντοπίσει ευκαιρίες εξαγορών, εντός και εκτός Ελλάδος, στον χρηματοπιστωτικό τομέα όσο και στο τεχνολογικό καθώς διαθέτει πλεόνασμα 2 δισ ευρώ.
Αυτό ανέφερε μεταξύ άλλων ο διευθύνων σύμβουλος Παύλος Μυλωνάς παρουσιάζοντας στους αναλυτές τα αποτελέσματα του 2024 και το επιχειρηματικό σχέδιο της τριετίας 2025-2027.
Χωρίς κάνει κάποιο σχόλιο για την υπόθεση της Εθνικής Ασφαλιστικής όπως ήταν αναμενόμενο καθώς βρίσκονται σε φάση συζητήσεων η τράπεζα Πειραιώς και το CVC, o Παύλος Μυλωνάς ανέφερε για το θέμα των εξαγορών «έχουμε υπομονή, δεν θα υπάρξει βιασύνη και περιμένουν την πλέον κατάλληλη ευκαιρία που θα παρουσιαστεί.
Η ΕΤΕ που κατέγραψε το 2024 αύξηση 10% των οργανικών κερδών μετά φόρων στα 1,3 δις ευρώ, θέτει στόχο την αύξηση το ποσοστού διανομής κερδών στο 60% το 2025 (μέρισμα σε μετρητά και επαναγορά ιδίων μετοχών) από 50% για τα κέρδη του 2024.
Σε ότι αφορά την περίοδο 2025-2027, ο Παύλος Μυλωνάς ανέφερε ότι οι αναθεωρημένοι στόχοι εστιάζουν στην ανθεκτικότητα των εσόδων από τόκους (2,4 δισ ευρώ το 2024) παρά την απότομη πτώση των επιτοκίων, με τη μέση αύξηση των δανείων στο 8% ετησίως. Σημειώνεται ότι το 2024 η αύξηση των εξυπηρετούμενων δανείων ανήλθε σε επίπεδα ρεκόρ των 3,1 δις ευρώ σε ετήσια βάση με τις εκταμιεύσεις δανείων να ξεπερνούν τα 9 δισ ευρώ (+31% σε ετήσια βάση). Ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων αναμένεται να υποχωρήσει κάτω από 2,5% το 2025 και στο 2% το 2027 από 2,6% το 2024.
«Αναμένουμε ισχυρή και διατηρήσιμη κερδοφορία με δείκτη απόδοσης ενσώματων ιδίων κεφαλαίων άνω του 18% το 2027, καθώς και συνεχιζόμενη οργανική δημιουργία κεφαλαίων, ακόμη και μετά τις περαιτέρω αυξήσεις στις διανομές στους μετόχους συγκριτικά με το επίπεδο του 2025» είπε ο CEO της ΕΤΕ.
Το επιχειρηματικό πλάνο της περιόδου 2025-2027 προβλέπει επίσης ότι τα καθαρά κέρδη το 2025 είναι περίξ των 1,2 δις ευρώ και το 2027 στα 1,37 δισ ευρώ (το 2024 ήταν 1,32 δις ευρώ).
Τα έσοδα από τόκους αναμένεται να υποχωρήσουν στα 2,1 δις ευρώ το 2025 και θα αυξηθούν στα ζώνη των 2,3 δισ ευρώ το 2027, δηλαδή κοντά στα επίπεδα του 2024.
Συγκράτηση του ρυθμού αύξησης του λειτουργικού κόστους στην περιοχή του 5% κατ έτος.
Διατήρηση του δείκτη κύριων βασικών ιδίων κεφαλαίων πάνω από το 18%.