Τα πρότυπα εταιρικής ακεραιότητας σε όλον τον κόσμο, αλλά και στην Ελλάδα, ενισχύονται χάρη στην καθοδήγηση από τις ηγεσίες των επιχειρήσεων και την αυστηροποίηση του ρυθμιστικού περιβάλλοντος.
Ωστόσο, οι εργαζόμενοι εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν σημαντικές εσωτερικές και εξωτερικές πιέσεις για την ανοχή συμπεριφορών που παραβιάζουν την ακεραιότητα.
Αυτά είναι μερικά από τα βασικά συμπεράσματα της φετινής παγκόσμιας έρευνας της ΕΥ, 2024 Global Integrity Report, που διεξάγεται κάθε δύο χρόνια, και κατέγραψε τις απόψεις 5.464 εργαζόμενων, στελεχών και μελών διοικητικών συμβουλίων από 53 χώρες, περιλαμβανομένων 100 εργαζόμενων στον ιδιωτικό και τον δημόσιο τομέα στην Ελλάδα, σε επιχειρήσεις με πάνω από 500 εργαζόμενους.
Τι δείχνουν τα ευρήματα της έρευνας για τις επιχειρήσεις
Τα ευρήματα, παρουσιάστηκαν στο πλαίσιο εκδήλωσης που συνδιοργάνωσαν η EY Ελλάδος και η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς με θέμα τη σημασία της ακεραιότητας για την οικοδόμηση εμπιστοσύνης στις επιχειρήσεις
Σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας:
- Το 44% των ερωτηθέντων στην Ελλάδα πιστεύουν ότι η συμμόρφωση με τα πρότυπα ακεραιότητας του οργανισμού τους έχει βελτιωθεί τα τελευταία δύο χρόνια
- Περισσότεροι από το ένα τρίτο των Ελλήνων εργαζόμενων που συμμετείχαν στην έρευνα παραδέχονται ότι είναι προετοιμασμένοι να παρακάμψουν τους κανόνες για να βελτιώσουν τις αποδοχές τους ή την καριέρα τους
- Το 51% των ερωτηθέντων απάντησαν ότι υπάρχουν managers στον οργανισμό τους που θα θυσίαζαν την ακεραιότητα για βραχυπρόθεσμο οικονομικό όφελος
- Πάνω από τους μισούς συμμετέχοντες που κατήγγειλαν περιστατικά μη συμμόρφωσης μέσα στον οργανισμό τους, δέχθηκαν πίεση να μην το πράξουν
Μία στις πέντε ελληνικές επιχειρήσεις έχει αντιμετωπίσει σημαντικό περιστατικό παραβίασης ακεραιότητας τα τελευταία δύο χρόνια. Η ακεραιότητα αποτελεί ουσιαστικό στοιχείο για την οικοδόμηση εμπιστοσύνης μεταξύ των εργαζόμενων, των πελατών, των προμηθευτών και των επενδυτών, καθώς και για την εξασφάλιση της βιωσιμότητας ενός οργανισμού. Ωστόσο, σύμφωνα με την έρευνα, το 19% των ερωτηθέντων από την Ελλάδα δηλώνουν ότι ο οργανισμός τους έχει αντιμετωπίσει ένα σημαντικό περιστατικό ακεραιότητας τα τελευταία δύο χρόνια - ποσοστό οριακά υψηλότερο από τη Δυτική Ευρώπη (18%) και το σύνολο των ανεπτυγμένων οικονομιών (16%), αλλά χαμηλότερο από τις αναδυόμενες αγορές (24%).
Τα πιο διαδεδομένα περιστατικά αφορούσαν συγκρούσεις συμφερόντων (32%), ζητήματα απορρήτου και ασφάλειας δεδομένων (26%), διαφθορά και δωροδοκία (21%), πρότυπα ESG (21%), δημόσιες γνωστοποιήσεις και οικονομικές αναφορές (21%), καθώς και απάτη και υπεξαίρεση (21%). Αξιοσημείωτο είναι ότι σύμφωνα με τους ερωτηθέντες, στο 68% των περιστατικών αυτών στην Ελλάδα, εμπλεκόταν τρίτο μέρος, όπως προμηθευτής, πελάτης ή συνεργάτης κοινοπραξίας.
Σύμφωνα με την έρευνα, 44% των ερωτηθέντων στην Ελλάδα πιστεύουν ότι η συμμόρφωση με τα πρότυπα ακεραιότητας του οργανισμού τους έχει βελτιωθεί τα τελευταία δύο χρόνια. Το ποσοστό αυτό είναι αυξημένο κατά έξι ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με την αντίστοιχη έρευνα του 2022 και συγκρίνεται θετικά με τη Δυτική Ευρώπη (37%) και τις ανεπτυγμένες αγορές (39%). Μεταξύ όσων εκτιμούν ότι η κατάσταση έχει βελτιωθεί, ως βασικές αιτίες αναδεικνύονται, κυρίως, η καθοδήγηση από τη διοίκηση ή την ηγεσία (73%, έναντι 61% παγκοσμίως) και, δευτερευόντως, οι αυστηρότεροι κανόνες και η πίεση από τις ρυθμιστικές αρχές και τις υπηρεσίες επιβολής του νόμου (41%, έναντι 48% παγκοσμίως).
Παράλληλα, ενώ το 79% των συμμετεχόντων είναι σίγουροι ότι η ανώτερη διοίκηση του οργανισμού συμμορφώνεται με τους νόμους και τους κανονισμούς, το ποσοστό εμφανίζεται σημαντικά μειωμένο σε σχέση με την έρευνα του 2022. Αυτό, καταδεικνύει την ανάγκη για ενδυνάμωση των προγραμμάτων ακεραιότητας, ευαισθητοποίησης και εταιρικής διακυβέρνησης στην ελληνική αγορά, με κατάλληλες εσωτερικές πολιτικές και διαδικασίες οι οποίες θα τηρούνται.