Σύμφωνα με έρευνα, το 27,5% των Ελβετών αναμένει επιδείνωση στην οικονομική του κατάσταση το 2023. Πληθωρισμός, ενοίκια και ασφαλιστικές εισφορές προκαλούν ανησυχία.
Για πρώτη φορά από το 2017, οι Ελβετοί ανησυχούν τόσο πολύ για την οικονομική τους κατάσταση.
Όπως προκύπτει από έρευνα του Ινστιτούτου Innofact για το οικονομικό πόρταλ Comparis.ch με έδρα τη Ζυρίχη, το 27,5% των ερωτηθέντων θεωρεί ότι η οικονομική του κατάσταση θα επιδεινωθεί μέσα στο 2023. Σε αντίστοιχη έρευνα για το 2022, το ποσοστό αυτό ήταν μόλις 15,9%.
Πονοκέφαλος τα ενοίκια για τους Ελβετούς
Όπως συμβαίνει και σε άλλες χώρες, η ακρίβεια πλήττει κυρίως τους χαμηλόμισθους. Για μηνιαία εισοδήματα έως 4.000 ελβετικά φράγκα (4.055 ευρώ) το ποσοστό εκείνων που αναμένει επιδείνωση στα οικονομικά του φτάνει το 41,8%. Για εισοδήματα μεταξύ 4.000-8.000 φράγκων το ποσοστό κυμαίνεται στο 28,1%, ενώ για τα εισοδήματα άνω των 8.000 φράγκων περιορίζεται στο 21%.
Ήδη, σήμερα το 13% των χαμηλόμισθων δηλώνει ότι «δεν βγαίνει ο μήνας», ενώ το ίδιο ισχυρίζεται μόλις το 1,1% όσων κερδίζουν πάνω από 8.000 φράγκα.
«Ιδιαίτερα για τα χαμηλότερα εισοδήματα το 2023 θα είναι δύσκολη χρονιά» επισημαίνει ο Μίχαελ Κουν, αναλυτής του Comparis.
Κάτω από 3% ο πληθωρισμός
Βέβαια, όταν οι Ελβετοί μιλούν για το πρόβλημα του πληθωρισμού, δεν εννοούν το ίδιο με τους υπόλοιπους Ευρωπαίους. Τον Αύγουστο του 2022 ο πληθωρισμός στη χώρα των Άλπεων είχε φτάσει το 3,5%, το υψηλότερο ποσοστό των τελευταίων 30 ετών, αλλά πολύ χαμηλότερο από τον μέσο όρο της ευρωζώνης. Η αύξηση αποδόθηκε κυρίως στις εισαγωγές (+6,7% σε ετήσια βάση), ενώ τα εγχώρια αγαθά ανατιμήθηκαν μόλις κατά 1,6%. Έκτοτε ο πληθωρισμός τείνει μειούμενος, μάλιστα τον Δεκέμβριο έπεσε πάλι κάτω από το 3%.
Για το 2023 η Κεντρική Τράπεζα της Ελβετίας (SNB) προβλέπει πληθωρισμό 2,4%, ενώ η Credit Suisse κάνει λόγο για 1,8%. Ωστόσο, η UBS προειδοποιεί ότι οι Ελβετοί «υφίστανται τη μεγαλύτερη απώλεια αγοραστικής δύναμης των τελευταίων 80 ετών», καθώς οι μισθολογικές αυξήσεις που είχαν συμφωνηθεί τον Ιανουάριο του 2022 δεν ξεπερνούσαν το 1,1%.
Σήμερα, στην έρευνα του Comparis, το 71,2% δηλώνει ότι «ο πληθωρισμός έχει σοβαρές έως πολύ σοβαρές συνέπειες για τον οικογενειακό προϋπολογισμό». Αναλυτές του Comparis επισημαίνουν ότι μέσα στο 2022 ιδιαίτερα σημαντικές αυξήσεις έχουν καταγραφεί στα τιμολόγια θέρμανσης (σχεδόν 50%), στα αεροπορικά εισιτήρια (+23,8%) και στα καύσιμα (+10,8%). Από τον Μάιο του 2005 το κόστος της θέρμανσης έχει αυξηθεί κατά 205%. Άλλα προϊόντα, ωστόσο, γίνονται πιο φθηνά, αν παρατηρήσουμε τη μεσοπρόθεσμη εξέλιξη των τιμών.
Σύμφωνα με παλαιότερη έρευνα του Compartis, από το 2000 οι τιμές των φαρμάκων στην Ελβετία έχουν μειωθεί κατά 43,2%, των μικρών ηλεκτρικών συσκευών κατά 35%, των τηλεπικοινωνιών κατά 29,3%. Παραμένουν ωστόσο δύο μόνιμοι «παράγοντες ακρίβειας»: τα ενοίκια και οι ασφαλιστικές εισφορές, οι οποίες μάλιστα αυξάνονται από τον Ιανουάριο του 2023. Για την ελάχιστη ασφαλιστική κάλυψη ένας Ελβετός καλείται να καταβάλλει 4.882 φράγκα ετησίως, έναντι 4.574 το 2022.
Απλές συνταγές οικονομίας
Με αυτά τα δεδομένα, όλο και περισσότεροι Ελβετοί περιορίζουν τα καθημερινά τους έξοδα.
Το 64,4% των ερωτηθέντων λέει ότι αναζητεί προσφορές, ενώ το 46,7% καταφεύγει συχνά σε εκπτωτικά σούπερ-μάρκετ. Μάλιστα, το 23,8% πάει στο... εξωτερικό για τα ψώνια της εβδομάδας, αξιοποιώντας τις ελευθερίες της «ζώνης Σένγκεν». Λογικό, όπως λέει ο Μίχαελ Κουν: «Όσοι ζουν σε παραμεθόριες περιοχές μπορούν να εκμεταλλευθούν την ευκαιρία για φθηνότερα ψώνια πιο εύκολα από εκείνους που διαμένουν στην κεντρική Ελβετία. Και αυτό, παρότι εκεί ο πληθωρισμός κυμαίνεται σε ποσοστά πολύ υψηλότερα από την ίδια την Ελβετία».
Ποσοστό-ρεκόρ καταγράφει ο «τουρισμός του σούπερ μάρκετ» στην ιταλόφωνη Ελβετία, όπου τουλάχιστον ο ένας στους δύο (ποσοστό 52,9%) διασχίζει τα σύνορα και πηγαίνει για ψώνια στην... Ιταλία. Στις γαλλόφωνες περιοχές το αντίστοιχο ποσοστό φτάνει το 26,9%, ενώ στη γερμανόφωνη Ελβετία δεν ξεπερνά το 20,9%. Ίσως γιατί οι γνωστές γερμανικές αλυσίδες εκπτωτικών σούπερ μάρκετ έχουν πλέον δυναμική παρουσία και στην ελβετική αγορά.
Πηγή: DW/Γιάννης Παπαδημητρίου (Comparis.ch, DPA, SRF)