Οι αποδόσεις των ελληνικών κρατικών ομολόγων παρουσίασαν σημαντικά μεγαλύτερη μείωση το 2023, σε σχέση με εκείνες των υπόλοιπων κρατικών ομολόγων της ευρωζώνης.
Σε αυτή την εξέλιξη συνέβαλαν σε μεγάλο βαθμό οι προσδοκίες αρχικά και στη συνέχεια η ίδια η αναβάθμιση της κρατικής πιστοληπτικής αξιολόγησης της Ελλάδος στην επενδυτική κατηγορία, σύμφωνα με έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος. Μάλιστα, ήδη πριν από την αναβάθμιση έχει παρατηρηθεί αξιοσημείωτη αύξηση των θέσεων διεθνών επενδυτικών κεφαλαίων σε ελληνικά κρατικά ομόλογα.
Με «οδηγό» την επενδυτική βαθμίδα «έλαμψαν» τα ελληνικά ομόλογα
Συγκεκριμένα, στις 21/04/2023 ο οίκος S&P αναθεώρησε τις προοπτικές της κρατικής πιστοληπτικής αξιολόγησης για την Ελλάδα σε θετικές.
Στη συνέχεια, στις 20/10/2023 ο ίδιος οίκος, πρώτος μεταξύ των τριών μεγάλων οίκων (Fitch, Moody’s και S&P), αναβάθμισε την κρατική πιστοληπτική αξιολόγηση της Ελλάδος από BB+ σε ΒΒΒ-, δηλ. εντός της επενδυτικής κατηγορίας.
Οι παράγοντες που οδήγησαν σε αυτή την εξέλιξη, σύμφωνα με τους οίκους, ήταν η ισχυρότερη του αναμενομένου ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, σε συνδυασμό με την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων και τη σημαντική μείωση του δημόσιου χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ.
Η συνέχιση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, αλλά και της ισχυρής επίδοσης της ελληνικής οικονομίας, στην οποία αναμένεται να συμβάλει και η ταχύτερη αξιοποίηση των διαθέσιμων ευρωπαϊκών πόρων του NGEU, εκτιμάται ότι θα στηρίξουν τις πιστοληπτικές αξιολογήσεις και συμβάλουν θετικά σε περαιτέρω
Κλείνει η «ψαλίδα» από άλλες χώρες της ευρωζώνης
Οι επενδυτές είχαν ήδη αρχίσει να προεξοφλούν τις αναβαθμίσεις της κρατικής πιστοληπτικής αξιολόγησης της Ελλάδος στην επενδυτική κατηγορία αφότου πραγματοποιήθηκε η προαναφερθείσα μεταβολή των προοπτικών της σε θετικές. Έτσι, παρατηρήθηκε σημαντική αύξηση των θέσεων χαρτοφυλακίου των διεθνών επενδυτικών κεφαλαίων σε ελληνικά κρατικά ομόλογα.
Η αύξηση αυτή εξηγεί τη σημαντική μείωση των αποδόσεων των ελληνικών κρατικών ομολόγων, η οποία προηγήθηκε χρονικά, καθώς επήλθε ήδη από το β΄ τρίμηνο του 2023, και ήταν μεγαλύτερη σε σχέση με τη γενική τάση μείωσης που παρατηρήθηκε στα ευρωπαϊκά κρατικά ομόλογα.
Σε αυτό το περιβάλλον, οι διαφορές των αποδόσεών τους έναντι άλλων κρατικών ομολόγων της ευρωζώνης έχουν μειωθεί σημαντικά. Συγκεκριμένα, η διαφορά αποδόσεων (spread) του ελληνικού δεκαετούς ομολόγου έναντι του γερμανικού τίτλου αντίστοιχης διάρκειας μειώθηκε το 2023 (κατά 98 μ.β. στις 105 μ.β.).
Το διάστημα 01/01-20/03/2024, η διαφορά αυτή μειώθηκε κατά επιπλέον 15 μ.β. στις 90 μ.β. Ταυτόχρονα, από το β΄ τρίμηνο του 2023 η απόδοση του ελληνικού δεκαετούς κρατικού ομολόγου κυμαίνεται σε αρκετά χαμηλότερα επίπεδα σε σύγκριση με εκείνη του αντίστοιχου ιταλικού δεκαετούς ομολόγου (διαφορά μεταξύ ελληνικού και ιταλικού δεκαετούς ομολόγου στις 20/03/2024: -38 μ.β. από -11 μ.β. την 01/01/2023).
Συνεπώς, τεκμαίρεται ότι οι αναβαθμίσεις της κρατικής πιστοληπτικής αξιολόγησης της Ελλάδος έχουν συντελέσει στη διαμόρφωση σημαντικά χαμηλότερου επιπέδου των αποδόσεων των ελληνικών κρατικών ομολόγων στο τέλος του 2023 σε σχέση με τις αρχές του έτους, σε όλο το εύρος της καμπύλης αποδόσεων.
Μείωση του κόστους δανεισμού το 2024
Το Ελληνικό Δημόσιο αύξησε την άντληση κεφαλαίων με μεσομακροπρόθεσμη διάρκεια από τις διεθνείς κεφαλαιαγορές το 2023 σε σύγκριση με το 2022. Οι εκδόσεις ομολόγων εντός του
2023 είχαν αυξημένη μεσοσταθμική απόδοση σε σύγκριση με εκείνες του 2022, σε συνάφεια με την άνοδο των αποδόσεων των κρατικών ομολόγων διεθνώς πριν από το δ΄ τρίμηνο του 2023.
Κατά το 2023 εκδόθηκαν βραχυπρόθεσμοι τίτλοι (έντοκα γραμμάτια 3, 6 και 12 μηνών) συνολικού ύψους 24,9 δισεκ. ευρώ (έναντι 23,2 δισεκ. ευρώ το 2022), με το μεσοσταθμικό κόστος των εκδόσεων να εμφανίζει επίσης αύξηση (3,50% από 0,68% το 2022).
Επισημαίνεται, ότι στις πρόσφατες εκδόσεις ομολόγων εντός του 2024 παρατηρείται σημαντική μείωση του κόστους δανεισμού του Ελληνικού Δημοσίου, γεγονός που συνδέεται με την αναβάθμιση στην επενδυτική κατηγορία, η οποία επιφέρει αύξηση της ζήτησης ελληνικών τίτλων, ιδίως ελληνικών κρατικών ομολόγων, εκ μέρους διεθνών επενδυτών.
Τέλος, παρουσιάζεται βελτίωση στους όγκους συναλλαγών στη δευτερογενή αγορά, οι οποίοι αυξήθηκαν το 2023 σε σχέση με το 2022. Συγκεκριμένα, η μέση ημερήσια αξία συναλλαγών στην Ηλεκτρονική Δευτερογενή Αγορά Τίτλων (ΗΔΑΤ) διαμορφώθηκε σε περίπου 106 εκατ. ευρώ το 2023, έναντι 83 εκατ. ευρώ το 2022. Στο Σύστημα Άυλων Τίτλων (ΣΑΤ), μέσω του οποίου διακανονίζονται τόσο εγχώριες όσο και διεθνείς συναλλαγές, η μέση ημερήσια αξία αγοραπωλησιών ανήλθε σε 583 εκατ. ευρώ το 2023, έναντι 475 εκατ. ευρώ το 2022.