H Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα δώσει κατά πάσα βεβαιότητα νέα στήριξη στην ασθμαίνουσα οικονομία της Ευρωζώνης, με το μόνο ερώτημα να είναι αν αυτό θα συμβεί στη σημερινή συνεδρίαση του ΔΣ της ή τον Ιούλιο.
Καθώς η προκληθείσα από τον κορωνοϊό ύφεση είναι βαθύτερη και μεγαλύτερης διάρκειας από ό,τι αναμενόταν, οι κυβερνήσεις δημιουργούν δημοσιονομικά ελλείμματα – ρεκόρ για να αντιμετωπίσουν τον αντίκτυπο, θέτοντας μεγαλύτερο βάρος στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) για να απορροφήσει τα νέα χρέη και να διατηρήσει σε ελεγχόμενο επίπεδο το κόστος δανεισμού τους.
Αισιόδοξοι οι επενδυτές εν όψει της συνεδρίασης της ΕΚΤ
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχει ξεκαθαρίσει ότι θα κάνει αυτό που της αναλογεί και η δριμύτητα της οικονομικής ύφεσης συνηγορεί υπέρ του να λάβει νωρίς μέτρα, αλλά το γεγονός ότι δεν υπάρχει ακόμη πολιτική συμφωνία για το ευρωπαϊκό δημοσιονομικό πακέτο στήριξης ενισχύει το επιχείρημα να περιμένει. «Τα επιχειρήματα υπέρ και κατά μίας ενίσχυσης της στήριξης είναι ισορροπημένα», δήλωσε οικονομολόγος της Berenberg, προσθέτοντας: «Βλέπουμε μία πιθανότητα 60% να αυξήσει σήμερα η ΕΚΤ τον στόχο της όσον αφορά τις αγορές ομολόγων, πιθανόν κατά 500 δισ. ευρώ».
Οι επενδυτές φαίνονται αισιόδοξοι εν όψει της συνεδρίασης της ΕΚΤ, με το ευρώ και τις μετοχές της Ευρωζώνης να κινούνται σε υψηλά επίπεδα τριών μηνών. Η πρόσφατη απόφαση του γερμανικού συνταγματικού δικαστηρίου, το οποίο απεφάνθη ότι η ΕΚΤ υπερέβη την εντολή της και ότι η γερμανική κεντρική τράπεζα (Μπούντεσμπανκ) πρέπει να εγκαταλείψει το πρόγραμμα αγορών κρατικών ομολόγων της ΕΚΤ (σ.σ.: αυτό που ξεκίνησε το 2015 και όχι το έκτακτο πρόγραμμα λόγω του κορωνοϊού), πιθανόν να συνηγορήσει υπέρ της λήψης δράσης νωρίτερα. Η ΕΚΤ έχει δηλώσει ότι το γερμανικό δικαστήριο δεν έχει δικαιοδοσία για τις αποφάσεις της σχετικά με τη νομισματική πολιτική και μία μεγάλη κίνησή της σήμερα θα μείωνε τους φόβους ότι ένα εθνικό δικαστήριο, ακόμη και αν πρόκειται για αυτό της Γερμανίας, μπορεί να περιορίζει έναν από τους ισχυρότερους θεσμούς της Ευρωζώνης.
Οπως αναφέρει το Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, η απόφαση της ΕΚΤ θα ανακοινωθεί στις 14.45 (ώρα Ελλάδας) και στη συνέχεια η πρόεδρός της Κριστίν Λαγκάρντ θα δώσει συνέντευξη Τύπου στις 15.30.
Τα επιτόκια είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα μείνουν αμετάβλητα, καθώς το επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας , που διαμορφώνεται στο -0,5%, είναι ήδη σε χαμηλό επίπεδο – ρεκόρ. Το πρώτο έργο της ΕΚΤ θα είναι να αυξήσει το μέγεθος του έκτακτου προγράμματος αγοράς ομολόγων (Pandemic Emergency Purchase Programme) που ανέρχεται σε 750 δισ. ευρώ.
Τα μέλη το Διοικητικού Συμβουλίου της είναι πιθανόν να συζητήσουν και μία παράταση του προγράμματος αυτού μετά το τέλος του 2020 καθώς το χρηματοπιστωτικό κόστος της κρίσης είναι βέβαιο ότι θα επηρεάσει και το επόμενο έτος. Οικονομολόγοι που ρωτήθηκαν από το Reuters αναμένουν ότι η κεντρική τράπεζα θα αυξήσει το πρόγραμμα κατά 375 δισ. ευρώ, αναμένοντας μία ύφεσης 7,5% της οικονομίας της Ευρωζώνης φέτος. Οι κίνδυνοι, όμως, δείχνουν στην κατεύθυνση μίας μεγαλύτερης αύξησης (του προγράμματος), δεδομένου ότι η Λαγκάρντ προέβλεψε μία μείωση του ΑΕΠ μεταξύ 8% και 12%.
Η ΕΚΤ θα μπορούσε, επίσης, να αρχίσει να αγοράζει εταιρικά ομόλογα που έχασαν πρόσφατα την επενδυτική διαβάθμιση του αξιόχρεού τους. Αν και μία τέτοια κίνηση θα ήταν αμφιλεγόμενη, η τράπεζα έχει προειδοποιήσει ήδη ότι έρχονται υποβαθμίσεις στα αξιόχρεα και η αγορά απλά δεν μπορεί να απορροφήσει τη νέα προσφορά μη επενδυτικά διαβαθμισμένου χρέους, αυξάνοντας τον κίνδυνο ενός κραχ. Μία ενδιάμεση λύση θα ήταν αγορά αυτών των ομολόγων μόνο σε προσωρινή βάση.