Η έκτακτη συνεδρίαση της ΕΚΤ σήμερα πυροδότησε ράλι στις τιμές των κρατικών
ομολόγων της ευρωζώνης.
Η απόδοση του ιταλικού κρατικού ομολόγου υποχώρησε κάτω του 4% στην είδηση ότι η ΕΚΤ θα συνεδριάσει σήμερα εκτάκτως για το πρόσφατο ξεπούλημα κρατικών ομολόγων, που ώθησε προς τα πάνω το κόστος δανεισμού των κρατών-μελών της ευρωζώνης.
Επενδυτές ανάσαναν με ανακούφιση καθώς το κόστος κρατικού δανεισμού στη ζώνη του κοινού νομίσματος εκτοξεύτηκε αυτή την εβδομάδα σε υψηλά αρκετών ετών, εν μέσω αυξανόμενων προσδοκιών για επιθετική αύξηση των επιτοκίων στις ΗΠΑ εντός της ημέρας και ανησυχιών για έλλειψη σχεδίου από την ΕΚΤ προκειμένου να διατηρήσει σε λογικό πλαίσιο τα κόστη δανεισμού.
Το επιτόκιο για το δεκαετές ιταλικό ομόλογο έπεσε κατά 20 μονάδες βάσης, κάτω από το 4%, αφότου ξεπέρασε χθες το φράγμα αυτό για πρώτη φορά από το 2014, ενώ αποκλιμακώνονται και οι αποδόσεις του ελληνικού 10ετούς, του ισπανικού και του πορτογαλικού. Ανοδο σημείωσε και το ευρώ έναντι του δολαρίου.
Το ευρώ ενισχύεται 0,67%, στα 1,0490 δολάρια
Όπως δήλωσε ο Φρεντερίκ Ντικροζέ, επικεφαλής μακροοικονομικής έρευνας στην Pictet Wealth Management, «αναμένουμε μια δήλωση [από την ΕΚΤ], που να αντικατοπτρίζει την προθυμία να αναλάβει δράση και ίσως να αναθέσει επίσης σε επιτροπές να επεξεργαστούν επιλογές, κάτι που έλειψε την περασμένη εβδομάδα [όταν η ΕΚΤ είχε προγραμματισμένη συνεδρίαση].
Το μέλος του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ Ιζαμπέλ Σνάμπελ δήλωσε χθες ότι η ΕΚΤ παρακολουθεί «στενά» την κατάσταση και είναι έτοιμη να αναπτύξει τόσο υπάρχοντα όσο και νέα εργαλεία, εάν διαπιστώσει ότι οι κινήσεις της αγοράς είναι «απείθαρχες».
Την τελευταία φορά που η ΕΚΤ πραγματοποίησε έκτακτη συνεδρίαση στη διάρκεια πιέσεων από την αγορά ήταν όταν ενεργοποίησε το έκτακτο πρόγραμμα αγοράς στοιχείων ενεργητικού λόγω πανδημίας (pandemic emergency purchase programme - PEPP) τον Μάρτιο του 2020, που αποδείχθηκε το κύριο εργαλείο της κατά τη διάρκεια της πανδημίας της COVID-19.
Οι επιλογές που έχει η ΕΚΤ για την καταπολέμηση του λεγόμενου κινδύνου κατακερματισμού -όταν ορισμένες χώρες αντιμετωπίζουν σημαντικά υψηλότερο κόστος δανεισμού από άλλες στο ίδιο νομισματικό μπλοκ- περιλαμβάνουν τη διοχέτευση επανεπενδύσεων από ομόλογα ωρίμανσης σε αγορές υπό πίεση ή την επινόηση ενός νέου εργαλείου.
Ορισμένοι αναλυτές έχουν προειδοποιήσει, ωστόσο, ότι οι επανεπενδύσεις από μόνες τους είναι απίθανο να είναι αρκούντως αποτελεσματικές.