Μπορεί η «μάχη» με το ενεργειακό κόστος να κερδίζεται μήνα με το μήνα, ωστόσο η «μάχη» των τροφίμων φαίνεται ότι έχει ακόμα δρόμο μπροστά της.
Κατ’ αρχάς, οι νέες μειωμένες διεθνείς τιμές των αγροτικών προϊόντων φτάνουν- αν φτάνουν- στην αγορά και στον καταναλωτή με χρονοκαθυστέρηση. Επιπλέον, οι εκτιμήσεις δείχνουν ότι είτε λόγω καιρικών συνθηκών είτε μειωμένης ζήτησης άρα και παραγωγής, ο κύκλος των ανατιμήσεων σε βασικά προϊόντα, όπως, το ρύζι, δεν αναμένεται να κλείσει σύντομα.
«Τσίμπησε» η τιμή του ρυζιού
Ξεκινώντας από το ρύζι, μετά από ένα πτωτικό σερί που το έφερε περίπου 5% χαμηλότερα, η τιμή του “τσίμπησε” τον προηγούμενο μήνα, ενώ σε βάθος τριετίας παραμένει γύρω στο 5% υψηλότερη. Σύμφωνα με σχετική μελέτη της Τράπεζας Πειραιώς, η αγορά εκτιμά ότι πτωτικές πιέσεις στην τιμή των συμβολαίων μπορεί να συνεχιστούν αλλά μόνο βραχυπρόθεσμα. Η επανεμφάνιση του El-Ninio, περιορίζοντας σημαντικά τις βροχοπτώσεις και φέρνοντας θερμότερες και ξηρότερες συνθήκες, αναμένεται να πλήξει τις καλλιέργειες ρυζιού, ενισχύοντας σημαντικά την τιμή του, με τις χώρες-παραγωγούς να προτρέπουν τους αγρότες να μην προβούν σε επιπλέον καλλιέργειες.
Οι εκτιμήσεις για το βοδινό κρέας -«Καλπάζει» η ζάχαρη
Πάμε στο βοδινό κρέας. Για το 2024, οι εκτιμήσεις κάνουν λόγο για χαμηλότερη παραγωγή βοοειδών κατά 8% σε σχέση με το 2023, καθώς ο χαμηλότερος ρυθμός σφαγής αναμένεται να συνεχιστεί, ευνοώντας τις τιμές τους, παρά τις χαμηλότερες τιμές στις ζωοτροφές και την καλυτέρευση των καιρικών συνθηκών. Σε σχέση με πέρσι η τιμή τους είναι 225 υψηλότερη, ενώ η σύγκριση με τα προ 3ετίας επίπεδα βγάζει αυξήσεις άνω του 70%!
Παράλληλα φουντώνει και η “μάχη” της ζάχαρης, που μοιάζει να “καλπάζει” μήνα με το μήνα, φτάνοντας σε επίπεδα σχεδόν 140% υψηλότερα από τα προ πανδημίας! Εδώ όπως φαίνεται, είναι καταλυτικός ο ρόλος της στροφής στα βιοκαύσιμα, που απορροφούν όλο και μεγαλύτερες ποσότητες από τις καλλιέργειες ζαχαροκάλαμων και ζαχαρότευτλων.
Λαμβάνοντας υπόψη τις εκτιμήσεις για τη μειωμένη παραγωγή και τα αποθέματα, καθώς και τις συνθήκες ξηρασίας που συνεχίζουν να επικρατούν στη Βραζιλία, ωφελώντας τη συγκομιδή και τη σύνθλιψη ζάχαρης, οι τιμές στα συμβόλαια ζάχαρης μπορεί να συνεχίσουν να ευνοούνται βραχυπρόθεσμα, σύμφωνα με την αγορά. Ωστόσο, μια αλλαγή στις καιρικές συνθήκες (El-Ninio με ισχυρότερες βροχοπτώσεις στη Νότια Αμερική), περιορισμένη ζήτηση για αιθανόλη λόγω υποχώρησης των τιμών στην αγορά καυσίμων και μια πιθανή απελευθέρωση κινεζικών αποθεμάτων ζάχαρης (κοντά σε 1 εκατ. τόνους), αναμένεται να έχουν αρνητικό αντίκτυπο στην τιμή της.
Πάμε τώρα και στο στοίχημα του πόσο γρήγορα θα πρέπει ή θα έπρεπε να περνάνε στην τελική κατανάλωση, οι μειώσεις στις διεθνείς τιμές.
Πέφτει η τιμή στο σιτάρι -«Κρατάνε» αλεύρι και ψωμί
Η πλέον χαρακτηριστική περίπτωση είναι το σιτάρι. Η παράταση της συμφωνίας στα εξαγώγιμα ουκρανικά σιτηρά πιθανά “σπρώξει” την τιμή του χαμηλότερα, αν και η ύπαρξη πιθανών εμποδίων στους διαύλους μεταφοράς, τόσο από τα λιμάνια της Μαύρης Θάλασσας όσο και από περιορισμούς για εξαγωγές σίτου από άλλες ευρωπαϊκές χώρες, πιθανά να ευνοήσουν την τιμή. Επί του παρόντος, όμως, η εικόνα δεν έχει καμία σχέση με την τρέλα που επικρατούσε το προηγούμενο 12μηνο.
Αυτήν τη στιγμή, η διεθνής τιμή του σιταριού βρίσκεται γύρω στα 244 δολάρια ανά τόνο, όταν πέρσι τέτοια εποχή έφτανε στα 445 δολάρια! Το εύλογο ερώτημα που “καίει” τους καταναλωτές είναι το αν και πότε θα δούμε διαφορά στην τιμή των τελικών προϊόντων, από τη στιγμή που η διεθνής τιμή του σιταριού έχει πέσει 48% από πέρσι και απέχει περίπου 24% από τα προ πανδημίας επίπεδα.
Τα επίσημα στοιχεία δείχνουν ότι οι λιανικές τιμές δεν έχουν αντίστοιχη πορεία. Το αλεύρι είναι 13,8% ακριβότερο από πέρσι, το ψωμί 17%, τα είδη αρτοποιίας και ζαχαροπλαστικής 11%. Η σύγκριση με τις αντίστοιχες αυξήσεις ειδικά για το ψωμί στην υπόλοιπη Ευρώπη, δείχνει ότι στην ελληνική αγορά οι αυξήσεις, αν και “φρενάρουν”, είναι πιο έντονες.