Παρά το γεγονός ότι ο ρυθμός οικονομικής μεγέθυνσης αναμένεται να μετριαστεί σε σχέση με πέρυσι, η Alpha Bank «βλέπει» θετικές προοπτικές για το 2023.
Η ελληνική οικονομία κατέγραψε ισχυρές επιδόσεις το 2022, με τον ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ να έχει ξεπεράσει σημαντικά τον αντίστοιχο της Ευρωζώνης (5,9%, έναντι 3,5%), αναφέρουν οι οικονομικοί αναλυτές της Alpha Bank, οι οποίοι εκτιμούν ότι παρά το γεγονός ότι ο ρυθμός οικονομικής μεγέθυνσης αναμένεται να μετριαστεί το τρέχον έτος σε σχέση με πέρυσι, οι εκτιμήσεις για το ΑΕΠ του 2023 είναι επί τα βελτίω.
Οι σημαντικότεροι παράγοντες που προσδιορίζουν αυτήν την εξέλιξη σύμφωνα το Εβδομαδιαίο Δελτίο Οικονομικών Εξελίξεων της Διευθύνσεως Οικονομικών Μελετών της Alpha Bank, είναι οι ακόλουθοι:
Πρώτον, η απασχόληση συνέχισε να αυξάνεται κατά το προηγούμενο έτος (5,4%), με ρυθμό σημαντικά μεγαλύτερο αυτού της Ευρωζώνης. Oι απασχολούμενοι ξεπέρασαν το 2022 τα 4 εκατ., για πρώτη φορά από το 2011 (εποχικά διορθωμένα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ). Οι άνεργοι διαμορφώθηκαν, κατά μέσο όρο, σε 585 χιλ., μειωμένοι κατά 14,2% σε σύγκριση με το 2021, ενώ και οι μη ενεργοί κατέγραψαν πτώση, κατά 4,5% σε ετήσια βάση. Επομένως, το εργατικό δυναμικό αυξήθηκε κατά 2,5% το 2022. Το 25% περίπου των θέσεων εργασίας που δημιουργήθηκαν πέρυσι αφορούσαν στον κλάδο των υπηρεσιών παροχής καταλύματος και εστίασης και ακολούθησαν η εκπαίδευση, η βιομηχανία και ο κλάδος του χονδρικού και λιανικού εμπορίου. Οι θετικές εξελίξεις στην αγορά εργασίας, σε συνδυασμό με τα δημοσιονομικά μέτρα που υιοθετήθηκαν για την προστασία των νοικοκυριών έναντι του αυξανόμενου ενεργειακού κόστους, αλλά και η αύξηση του κατώτατου μισθού στα 780 ευρώ που θα τεθεί σε εφαρμογή από την 1.4.2023 είναι μεταξύ των παραγόντων που εκτιμάται ότι θα στηρίξουν και φέτος την εγχώρια ζήτηση, όπως το 2022, όταν η ιδιωτική κατανάλωση αυξήθηκε κατά 7,8%, έχοντας την υψηλότερη συμβολή στην άνοδο του ΑΕΠ, ίση με 5,3 ποσοστιαίες μονάδες.
Δεύτερον, ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος (Economic Sentiment Index, ESI) υπερβαίνει από τον Μάιο του 2022 τον αντίστοιχο δείκτη της Ευρωζώνης, ακολουθώντας έντονα ανοδική τροχιά τους τελευταίους τέσσερις μήνες. Ο δείκτης ESI, ο οποίος αποτελεί πρόδρομο δείκτη της οικονομικής δραστηριότητας, ανήλθε τον Φεβρουάριο σε 107,5 μονάδες, ενώ τον ίδιο μήνα του 2022, δηλαδή πριν το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία, είχε σημειώσει τη δεύτερη υψηλότερη επίδοση των τελευταίων 20 ετών (Φεβρουάριος 2022: 113,9 μονάδες). Στη συνέχεια, η αβεβαιότητα εντάθηκε εξαιτίας του πολέμου και της ενεργειακής κρίσης ως απόρροια αυτού, με αποτέλεσμα την επιδείνωση του δείκτη. Ωστόσο, οι συντονισμένες ενέργειες σε ευρωπαϊκό επίπεδο για την εξασφάλιση της ενεργειακής επάρκειας τον φετινό χειμώνα, σε συνδυασμό με τις ήπιες καιρικές συνθήκες και τα μέτρα στήριξης που υιοθετήθηκαν από την κυβέρνηση για την αντιμετώπιση των αρνητικών επιπτώσεων του αυξημένου ενεργειακού κόστους, οδήγησαν στην ανάκαμψη του δείκτη ESI. Η άνοδος του δείκτη οικονομικού κλίματος, κατά τους τελευταίους μήνες, οφείλεται κυρίως στη βελτίωση των επιχειρηματικών προσδοκιών στις κατασκευές και ακολουθούν το λιανικό εμπόριο και η βιομηχανία, ενώ σημαντική βελτίωση παρουσιάζει στο διάστημα αυτό και η καταναλωτική εμπιστοσύνη. Τέλος, σε ό,τι αφορά στις επιχειρηματικές προσδοκίες για την απασχόληση, είναι ιδιαίτερα θετικές τους τελευταίους μήνες, όπως αποτυπώνονται στην πορεία του σχετικού δείκτη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ο οποίος σημειώνει εντυπωσιακή άνοδο από τον Νοέμβριο του 2022.
Συγκεκριμένα, τον Φεβρουάριο, αυξήθηκε κατά 10,2 μονάδες σε μηνιαία βάση, ενώ σε σύγκριση με τον Οκτώβριο του 2022 έχει αυξηθεί συνολικά κατά 19,2 μονάδες, με τις προσδοκίες για την απασχόληση να είναι βελτιωμένες σε όλους τους τομείς οικονομικής δραστηριότητας.
Τρίτον, η στατιστική επίδραση βάσης (carry-over effect) του ρυθμού οικονομικής μεγέθυνσης του 2022 επί του προσδοκώμενου ρυθμού μεγέθυνσης του 2023 εκτιμάται σε 1,5%. Η στατιστική επίδραση βάσης υπολογίζεται ως η ποσοστιαία διαφορά μεταξύ του επιπέδου του ΑΕΠ στο τέταρτο τρίμηνο ενός έτους (Δ' Τρίμηνο 2022: 48,7 δισ.ευρώ) και του μέσου επιπέδου του ΑΕΠ του ίδιου έτους (μ.ο. 2022: 48 δισ.ευρώ). Συνεπώς, όταν το επίπεδο του ΑΕΠ στο τέταρτο τρίμηνο είναι υψηλότερο από το μέσο επίπεδο του έτους, η στατιστική επίδραση βάσης είναι θετική και αποτυπώνει τον ελάχιστο ετήσιο ρυθμό μεγέθυνσης που θα παρατηρηθεί το επόμενο έτος, βάσει των εξελίξεων του προηγούμενου.
Τέταρτον, η δυναμική των επενδύσεων την τελευταία διετία αναμένεται αφενός να διατηρηθεί το 2023 και αφετέρου να ενισχύσει την παραγωγικότητα των συντελεστών παραγωγής. Οι επενδύσεις αυξήθηκαν κατά 11,7% το 2022, συνεισφέροντας 1,5 ποσοστιαία μονάδα στην άνοδο της οικονομικής δραστηριότητας. Όλες οι κατηγορίες επενδύσεων σημείωσαν άνοδο, με τα 3/4 της συνολικής αύξησης να προέρχεται από επενδύσεις σε κατοικίες και λοιπές κατασκευές (+36,1% και +21,5% σε ετήσια βάση, αντίστοιχα). Η συμβολή των επενδύσεων στο μελλοντικό αναπτυξιακό μείγμα αναμένεται καθοριστική, καθώς οι επενδύσεις που προσδοκάται ότι θα πραγματοποιηθούν, πρωτίστως στο πλαίσιο υλοποίησης του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, θα αποτελέσουν τον κινητήριο μοχλό της οικονομικής μεγέθυνσης το 2023. Παράλληλα, το 2022, οι 'Αμεσες Ξένες Επενδύσεις (ΑΞΕ) στη χώρα μας σημείωσαν την υψηλότερη επίδοση των τελευταίων 21 ετών, καθώς ανήλθαν σε 7,2 δισ. ευρώ (3,5% του ΑΕΠ), από 5,4 δισ. ευρώ το 2021 (2,9% του ΑΕΠ) που ήταν η δεύτερη καλύτερη επίδοση στην ίδια χρονική περίοδο.
Τέλος, η διεύρυνση του εμπορικού ελλείμματος συνιστά ένα σημαντικό παράγοντα κινδύνου. Παρά το γεγονός ότι οι αφίξεις τουριστών πλησίασαν τα 28 εκατ. και οι ταξιδιωτικές εισπράξεις τα 17,6 δισ.ευρώ, δηλαδή μόλις 3% λιγότερες από το ιστορικά υψηλό 2019, το ποσοστό κάλυψης του εμπορικού ελλείμματος μέσω των ταξιδιωτικών εισπράξεων δεν υπερέβη το 45% έναντι 70%-80% μερικά χρόνια πριν. Αν και οι εξαγωγές αγαθών αυξήθηκαν το 2022, για δέκατο τρίτο συνεχόμενο έτος, κατά 0,4%, οι εισαγωγές αγαθών αυξήθηκαν πιο έντονα, κατά 11,2%.
Ως αποτέλεσμα, οι καθαρές εξαγωγές είχαν αρνητική συμβολή στη μεταβολή του ΑΕΠ πέρυσι, ίση με 2,5 π.μ. Η διεύρυνση του εμπορικού ελλείμματος το 2022 αποδίδεται σε σημαντικό βαθμό στη χειροτέρευση των όρων εμπορίου, καθώς οι τιμές της ενέργειας αυξήθηκαν κατακόρυφα το περυσινό έτος και η Ελλάδα είναι καθαρός εισαγωγέας ενέργειας. Επιπλέον, η άνοδος των εισαγωγών συνδέεται τόσο με τις δαπάνες για κεφαλαιουχικό εξοπλισμό που συνοδεύουν τις επενδύσεις, όσο και με την άνοδο των εισαγόμενων καταναλωτικών αγαθών, τα οποία παραδοσιακά καταγράφουν άνοδο στη χώρα μας σε περιόδους έντονης οικονομικής μεγέθυνσης.
Αναφορικά με τις προοπτικές για το 2023, το ποσοστό κάλυψης του εμπορικού ελλείμματος από τις ταξιδιωτικές εισπράξεις αναμένεται να κινηθεί ανοδικά ως αποτέλεσμα της σημαντικής αποκλιμάκωσης των τιμών ενέργειας, καθώς και της συνέχισης της ανοδικής πορείας της τουριστικής κίνησης, με τα πρώτα στοιχεία για τις προκρατήσεις να είναι ιδιαίτερα ευοίωνα.